Το Αρχαίο Φως μαγεύει το νου και το πρόσωπο

Το Αρχαίο Φως μαγεύει το νου και το πρόσωπο

3' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΤΖΟΝ ΜΠΑΝΒΙΛ

Αρχαίο Φως

Εκδ. Καστανιώτη

Η διπλή ταυτότητα, ο πολλαπλασιασμός της προσωπικότητας μέσα από τους ρόλους που αναλαμβάνει, η υπεξαίρεση βίων και εμπειριών που ανήκουν σε άλλους, η ασυναρτησία και η πολλαπλότητα αυτής της ρευστής ουσίας την οποία επιμένουμε να ονομάζουμε ατομικό εαυτό και να του αποδίδουμε απαρασάλευτα χαρακτηριστικά, η αμήχανη σχέση με την ετερότητα, το χάσμα ανάμεσα στην πράξη και την ενθύμισή της: αυτή, επιγραμματικά, είναι η επικράτεια των ιδεών μέσα στην οποία κινείται συγγραφικά ο Τζον Μπάνβιλ, από τους «Αδιάφθορους», την εντυπωσιακή διερεύνηση των ψυχολογικών κινήτρων που ωθούν ένα ανήσυχο πνεύμα προς τη διπλή ζωή του κατασκόπου, ως το «Σάβανο», όπου στο επίκεντρο της αφήγησης βρίσκεται η κυνική πλαστοπροσωπία του διάσημου, αν και αμφιλεγόμενου, ακαδημαϊκού και διανοούμενου Αξελ Βάντερ.

Τέταρτο μέρος μιας οιωνεί τετραλογίας («Εκλειψη», «Θάλασσα», «Σάβανο») το «Αρχαίο Φως» επαναφέρει πρόσωπα που έχουν πρωταγωνιστήσει στα προηγούμενα βιβλία του Μπάνβιλ, και ανασυσταίνει τις σχέσεις τους, ισορροπώντας επιδέξια στην κινούμενη άμμο της αβεβαιότητας, του διφορούμενου και της επισφάλειας που ορίζουν πάντοτε την ανάκληση του παρελθόντος.

Στο «Αρχαίο Φως», ο Αλεξ Κλιβ, κεντρικός ήρωας στην «Εκλειψη» και το «Σάβανο» εμφανίζεται ως δεκαπεντάχρονος έφηβος κεραυνοβολημένος από τον έρωτα για την κ. Γκρέι, την τριανταπεντάχρονη μητέρα τού πιο στενού του φίλου, σε μια αφήγηση με ναμποκωφικούς απόηχους, όπου τον νεαρό Αλεξ αποπλανά η ώριμη, μητρική και αισθησιακή κ. Γκρέι, ως άλλος Χάμπερτ Χάμπερτ την Λολίτα του· παράλληλα, παρουσιάζεται και ως εξηνταπεντάρης απόμαχος ηθοποιός, τσακισμένος από την ανεξήγητη για τον ίδιο αυτοκτονία της κόρης του Κας (ηρωίδας επίσης στο «Σάβανο»), ο οποίος καλείται να ενσαρκώσει στην κινηματογραφική οθόνη τον Αξελ Βάντερ, πάνω σ’ ένα σενάριο βασισμένο σε πρόσφατα εκδομένη βιογραφία του διάσημου καθηγητή από κάποιον JB (προφανώς τα αρχικά του Τζον Μπάνβιλ).

Οταν Κλιβ, προκειμένου να αποκτήσει μια γενική ιδέα για το πρόσωπο που θα υποδυθεί, διατρέχει τη βιογραφία, προβαίνει σε μιαν αποτίμηση που θυμίζει έντονα όσες ενστάσεις έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί για το έργο του ίδιου του Μπάνβιλ: «Ακραία ρητορική, υπερβολικά εξεζητημένη, ολότελα αφύσικη, συνθετική και μπουκωμένη, μια πρόζα σαν κι αυτή που θα μπορούσε να έχει πλαστογραφήσει -le mot juste!- κάποιος ήσσων αξιωματούχος του Βυζαντίου (…) Πίσω από την αίγλη, την προμελετημένη κομψότητα, την αυτάρεσκη υπεροψία κρύβεται ένας άνθρωπος ταλανισμένος από φοβίες, άγχη, μνησικακίες, που ταυτόχρονα, όμως διαθέτει πότε πότε ένα μακάβριο χιούμορ, καθώς επίσης και μια ικανότητα να ανακαλύπτει αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε υπογάστριο της ωραιότητος». Διαδοχικές παραλλαγές του εαυτού, ρευστή, φευγαλέα πολλαπλότητα.

«Η αισθηματολογία», είπε κάποτε σε μια συνέντευξή του ο Τζον Μπάνβιλ, «είναι ο απόλυτος θάνατος της τέχνης». Σε τούτο το βιβλίο όπου το παρελθόν ανακαλείται με λυρισμό αλλά δίχως μελοδραματισμούς ή ηδονική μελαγχολία αλλά με μιαν ακρίβεια φλαμανδικού πίνακα λουσμένου στο φως και με μια πρόθεση (που τελεσφορεί) να φανεί ανάγλυφη η διπλή, συγχυτική φύση των πραγμάτων, ο συγγραφέας επικεντρώνεται στη φράση, συναρμόζοντας τα λεκτικά νήματα σε ένα περιδέραιο καθηλωτικής ομορφιάς ακόμη κι όταν αναφέρεται σε αποκρουστικές οσμές, σωματικά υγρά, φθαρμένη σάρκα, ή θανατόπληκτες περιόδους της βιοτικής διαδρομής (αυτοκτονίες, ασθένειες, ανάκαμψη από μιαν απόπειρα αυτοκτονίας).

Το ίδιο και όταν ο συγγραφέας (εχθρός κάθε λογής ψυχολογισμού, κατά δήλωσή του), μιλάει για ψυχικά γεγονότα επιμένοντας να τα παρουσιάζει με ψυχρή αντικειμενικότητα, ή «γεγονότητα», αν μας επιτρέπεται η λεξιπλασία, μακριά από κάθε προσπάθεια διερώτησης για το νόημά τους – ακριβώς «για να μην τους στερήσει την ομορφιά τους». Κι έτσι, η εμπλοκή του Αλεξ Κλιβ στην ταινία για τον Βάντερ (η οποία, όλως υπαινικτικά, φέρει τον τίτλο «Η επινόηση του παρελθόντος») μπορεί να αναμοχλεύει το τραύμα από την αυτοκτονία της διαταραγμένης του κόρης (την οποία υποκαθιστά με τη συμπρωταγωνίστριά του, επίσης δυνητικά αυτόχειρα και επίσης ψευδώνυμη Ντον Ντάβενπορτ), αλλά και το εφηβικό του ερωτικό παρελθόν, όμως ο συγγραφέας του ποτέ δεν γλιστράει στη «γελοιότητα» των ψυχαναλυτικών ερμηνειών.

Υποβλητικό, εξαιρετικά όμορφο, πυκνό και μουσικό, το «Αρχαίο Φως», δύστροπο γλωσσικά και απαιτητικό υφολογικά, ευτύχησε στην εξαιρετική μετάφραση της Τόνιας Κοβαλένκο. Διαβάζοντάς το, αναλογίζεται κανείς πόσο δύσκολη είναι η πλοήγηση στο πέλαγος της ώριμης ηλικίας, πόσο αναπόφευκτο το ναυάγιο των φαινομενικά άπειρων δυνατοτήτων που ξετυλίγονται μπροστά στα έκθαμβα μάτια της εφηβείας, πόσο μοιραία στροβιλίζεται μια συντετριμμένη ζωή γύρω από τις αναμνήσεις μιας νιότης που στον καθένα μας έδειχνε «πως θα γινόταν άλλος».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή