Στη Λυρική ανθεί ξανά το δράμα και ο έρωτας

Στη Λυρική ανθεί ξανά το δράμα και ο έρωτας

4' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 5 το απόγευμα, το στούντιο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στην Καλλιθέα εξακολουθεί να σφύζει από δραστηριότητα. Στα σκαλιά της οδού Αρχιμήδους, μέλη της ορχήστρας απολαμβάνουν ένα διάλειμμα ανάμεσα στις εξαντλητικές πρόβες. Στο υπόγειο του κτιρίου, η βοηθός ενδυματολόγου είναι ακόμα στο πόστο της, περιτριγυρισμένη από πανδαισία χρωμάτων: περίτεχνα μοτίβα σε όλες τις αποχρώσεις κοσμούν τα αυθεντικά κιμονό, άρτι αφιχθέντα από την Ιαπωνία. Τα καρτελάκια, καρφιτσωμένα στο στιλπνό ύφασμα, αναγράφουν τα ονόματα των ηρώων της αγαπημένης όπερας του Τζιάκομο Πουτσίνι.

Μερικά χιλιόμετρα πιο μακριά, στο Περιστέρι, τα λιτά σκηνικά, που θα μεταμορφωθούν σε εξωτικά τοπία της Απω Ανατολής με τη βοήθεια των εντυπωσιακών βιντεοπροβολών, βρίσκονται ήδη σε στάδιο κατασκευής. Οπως και τα κοστούμια, φέρουν την υπογραφή του καταξιωμένου Αργεντίνου σκηνοθέτη Ούγκο ντε Ανα, ο οποίος, μετά την επιτυχία της «Τόσκα» το περσινό καλοκαίρι, επιστρέφει στο Ηρώδειο για να σκηνοθετήσει τη «Μαντάμα Μπατερφλάι».

Προς το παρόν, οι δοκιμές των μουσικών, των χορωδών και των τραγουδιστών γίνονται χωριστά. Σταδιακά, τα διαφορετικά κομμάτια του παζλ -οι άνθρωποι, τα κοστούμια και τα σκηνικά- θα ενωθούν μεταξύ τους για να σχηματίσουν ένα αδιάρρηκτο σύνολο, που θα αποκαλυφθεί σε όλο του το μεγαλείο στις 27 Ιουλίου. Μολονότι ήταν η πρώτη παράσταση της Λυρικής Σκηνής -παρουσιάστηκε στο Βασιλικό Θέατρο της Θεσσαλονίκης, το 1940, μόλις τρεις ημέρες μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου-, η δημοφιλής όπερα δεν έχει ανεβεί στο Ηρώδειο ποτέ στο παρελθόν. Ούτε όμως ο Ούγκο ντε Ανα έχει καταπιαστεί ξανά με τη «Μαντάμα Μπατερφλάι» στη διάρκεια της μακράς και ιδιαίτερα παραγωγικής επαγγελματικής του πορείας.

Υψηλή αισθητική

«Πρόκειται για μια εξαιρετική όπερα» και «μια καινούργια πρόταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής», υπογραμμίζει ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΛΣ, Μύρων Μιχαηλίδης, ο οποίος θα διευθύνει την ορχήστρα και τους τραγουδιστές στις τέσσερις παραστάσεις στο αρχαίο ωδείο. «Είναι ένα έργο βασισμένο σε πραγματική ιστορία, που τη διάβασε ο Πουτσίνι σε εφημερίδα και τον είχε συγκλονίσει. Είναι μια ιστορία για τη διάψευση της αγάπης, και αυτό εμπεριέχει τρομερές αντιθέσεις», συνεχίζει, τονίζοντας πως πρωταρχικός στόχος όλων των συντελεστών είναι «μια παραγωγή υψηλής αισθητικής», που θα ανταμείψει όσους εξακολουθούν να στηρίζουν τη Λυρική Σκηνή.

Η ιστορία του μοιραίου έρωτα της έφηβης γκέισας Τσο-Τσο Σαν -ή Μπατερφλάι- για τον Αμερικανό υποπλοίαρχο Μπέντζαμιν Φράνκλιν Πίνκερτον, ο οποίος την παντρεύεται μόνο για να την εγκαταλείψει αμέσως μετά, δεν είναι «μια ρομαντική όπερα, όπως συχνά την αντιλαμβάνεται το κοινό», σπεύδει να διευκρινίσει ο Ούγκο ντε Ανα. «Είναι μια όπερα τραγική, ωμή. Μια ιστορία τρομερή, άγρια, όμως το κοινό θέλει να δει την αναβίωσή της μέσα σε έναν παραμυθένιο κόσμο, όπως φαντάζεται ότι είναι η Ιαπωνία». Τελικά όμως, η Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου δεν αποδεικνύεται «ιδανικός κόσμος, αλλά ένας κόσμος όπου ανθεί το δράμα. Είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε τη δραματική πλευρά του έργου. Ακόμα και στην αρχή της παράστασης, που σχεδόν παραπέμπει σε κωμωδία, πρέπει να αισθανόμαστε ότι το πραγματικό δράμα είναι το δράμα της μοναξιάς αυτής της γυναίκας».

Μία από τις ιδιαιτερότητες του έργου, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη του, είναι πως περιστρέφεται γύρω από τη σύγκρουση δύο κόσμων, της Ανατολής και της Δύσης. Ενα από τα στοιχεία που το καθιστούν εξόχως σύγχρονο είναι η εστίασή του στην «επιθετικότητα ενάντια στη γυναίκα», αφού μια 15χρονη κοπέλα «γίνεται αντικείμενο αγοραπωλησίας για να ικανοποιήσει τις ερωτικές επιθυμίες ενός Αμερικανού αξιωματικού», συνεχίζει ο σκηνοθέτης. Τρία χρόνια αργότερα, ο Πίνκερτον επιστρέφει στην Ιαπωνία με την καινούργια σύζυγό του, ανακαλύπτει πως έχει έναν γιο και αποφασίζει να τον πάρει μαζί του στην Αμερική, διαλύοντας τις τελευταίες ελπίδες της Τσο-Τσο Σαν, στην οποία μένει μόνο μία διέξοδος: η αυτοκτονία.

Η άτυχη ηρωίδα «βρίσκει την πραγματική της ταυτότητα, την αίσθηση της πραγματικής ελευθερίας, μόνο μέσω της αυτοκτονίας», τονίζει ο σκηνοθέτης, παραλληλίζοντας την ηρωίδα του Πουτσίνι με χαρακτήρα αρχαιοελληνικής τραγωδίας. «Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την Μπατερφλάι με αρχαία τραγωδία, μπορούμε όμως να αντιληφθούμε πως όλη η εξέλιξή της πυροδοτείται από την επιθυμία για ελευθερία». Την επιθυμία της ηρωίδας «να βγει από τον κόσμο της φτώχειας διαμέσου ενός άνδρα, με τον οποίο είναι απολύτως ερωτευμένη, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι γίνεται αντικείμενο μιας συναλλαγής». Προκειμένου το κοινό να συλλάβει το δράμα της νεαρής γκέισας, ο Ούγκο ντε Ανα ζητάει από τους πρωταγωνιστές του να είναι όσο το δυνατόν πιο αληθοφανείς, όχι μόνο μέσω των φωνών τους, αλλά και με τη φυσική τους παρουσία. «Οι χαρακτήρες πρέπει πραγματικά να ζουν πάνω στη σκηνή», καταλήγει.

Η διανομή των ρόλων

Πρωταγωνιστούν η Ιταλίδα Μαρία Λουιτζία Μπόρσι ως Μπατερφλάι και, σε δεύτερη διανομή, η Τσέλια Κοστέα, οι τενόροι Βάλτερ Φρακάρο και Λουτσάνο Γκάντσι στον ρόλο του Πίνκερτον, η ρωσικής καταγωγής Ολέσα Πέτροβα και οι Ελληνες βαρύτονοι Δημήτρης Πλατανιάς και Διονύσης Σούρμπης.

Οι προετοιμασίες συνεχίζονται με πυρετώδεις ρυθμούς, έτσι ώστε στις 27 Ιουλίου οι θεατές να ταξιδέψουν με τη φαντασία τους ώς τις ακτές της Ιαπωνίας, να ταυτιστούν για λίγο με την τραγική φιγούρα της Τσο-Τσο Σαν. Η σκηνοθεσία, τα σκηνικά, τα κοστούμια, η κίνηση των ερμηνευτών στοχεύουν ακριβώς στο να καταστήσουν αυτή την εμπειρία όσο το δυνατόν πιο βιωματική.

Πρόβα στο φουαγιέ

Η ώρα είναι επτά ακριβώς και στο φουαγιέ του θεάτρου Ολύμπια οι λυρικοί τραγουδιστές και η πιανίστα, που θα τους συνοδεύσει, βρίσκονται ήδη στις θέσεις τους για την πρόβα. Με την καθημερινή τους αμφίεση, ελάχιστα θυμίζουν τις επιβλητικές φιγούρες που θα αντικρίσουν οι θεατές στο Ηρώδειο. Ο Μύρων Μιχαηλίδης, με την μπαγκέτα στο χέρι, επεμβαίνει ευγενικά όταν κρίνει πως απαιτούνται διορθώσεις. Οταν το αποτέλεσμα τον ευχαριστεί, ένα αδιόρατο χαμόγελο φωτίζει το πρόσωπό του. Καθισμένος σε πολυθρόνα και χωρίς να σηκώνει το βλέμμα του από ένα χοντρό βιβλίο με παρτιτούρες, ο διευθυντής της χορωδίας, Αγαθάγγελος Γεωργακάτος, κινεί το χέρι του διευθύνοντας αόρατους μουσικούς. Στην αρχή της πρώτη πράξης, ο τενόρος Χαράλαμπος Αλεξανδρόπουλος -μέχρι πρότινος τραγουδιστή του μέταλ συγκροτήματος Innerwish- συνομιλεί μελωδικά με τον Ιταλό τενόρο Λουτσάνο Γκάντσι και τον βαρύτονο Διονύση Σούρμπη, προετοιμάζοντας την άφιξη της κεντρικής ηρωίδας. Πριν από λίγους μήνες, η Τσέλια Κοστέα ερμήνευσε τον ρόλο της Μπατερφλάι στην Οπερα της Νίκαιας. Τώρα, η γεμάτη συναίσθημα φωνή της πλημμυρίζει τον χώρο του φουαγιέ. Αν και περιμένει με ανυπομονησία τον γάμο της, χωρίς να γνωρίζει τι της επιφυλάσσει η μοίρα, η εύθραυστη γκέισα είναι ήδη σπαρακτική.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή