Τι θα θυμόμαστε από αυτό το καλοκαίρι

Τι θα θυμόμαστε από αυτό το καλοκαίρι

5' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μια αίσθηση ότι αυτό το καλοκαίρι πέρασε πιο γρήγορα από τα άλλα συνοδεύει και αυτούς που κατάφεραν να φύγουν και όσους ξεγέλασαν τον «θεό» των διακοπών με μικρές, σύντομες αποδράσεις σε εξοχικά και σπίτια φίλων. Μπορεί να «φταίει» ο συγκριτικά δροσερός καιρός. Δεν είχαμε καύσωνες φέτος και με την παρατεταμένη ζέστη ο χρόνος απλώνεται. Επίσης, ήταν το τέταρτο καλοκαίρι της μεγάλης ελληνικής ύφεσης με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει: συσσώρευση κόπωσης και αυξημένες προσδοκίες για την περίφημη αναζωογονητική επίδραση του ελληνικού καλοκαιριού. Σε κάποιους η «δόση» αποδείχθηκε επαρκής, σε άλλους λιγότερο. Ο χρόνος πυκνώνει παρά τη θέλησή μας.

Σε κάθε περίπτωση για την αγορά του πολιτισμού ήταν ένα καλοκαίρι που αφήνει «κάτι» πίσω του. Ισως όχι κάποιο εκκωφαντικό, μεμονωμένο γεγονός, μια μεγάλη συναυλία για παράδειγμα, αλλά μια σειρά από «μικρά» περιστατικά που έχουν τη δύναμη να συγκροτήσουν τη μεγαλύτερη εικόνα. Η θεαματική επιστροφή του δημόσιου χώρου βρίσκεται στην κορυφή της νέας πραγματικότητας: ό,τι δεν κατάφεραν αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί και φιλόδοξα συνέδρια πολεοδόμων φαίνεται πως το πετυχαίνει ο ρεαλισμός της κρίσης. Ο δημόσιος χώρος ζωντανεύει ξανά και ορίζει με νέους τρόπους το μητροπολιτικό τοπίο. Στον πεζόδρομο της Αποστόλου Παύλου, στη σκιά (κυριολεκτικά) της Ακρόπολης, εκατοντάδες νέα αγόρια και κορίτσια γυρνάνε υποχρεωτικά την πλάτη τους στη βιομηχανία της νύχτας και υφαίνουν το νήμα ενός νέου ρομαντισμού με μπίρες του 1,5 ευρώ και κιθάρες.

Κάτι «μεταπολιτευτικό»

Το βράδυ της αυγουστιάτικης πανσελήνου στο γρασίδι του Αλσους Ριζάρη είδαμε αυτό που βλέπαμε τα προηγούμενα καλοκαίρια μόνο από τους μετανάστες στις πλατείες των Πατησίων και στο Πεδίον του Αρεως. Υπάρχει κάτι «μεταπολιτευτικό» στο ελαφρύ αεράκι που δροσίζει τις συντροφιές της Αποστόλου Παύλου. Η πόλη βιώνεται με διαφορετικούς όρους και υπάρχει κάτι βαθιά πολιτικό στις ράθυμες αγκαλιές πάνω στα πέτρινα πεζούλια του περιβόλου της Ακρόπολης. Ο Ιάσονας και η Αμαλία είναι δευτεροετείς φοιτητές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο. Ερχονται συχνά εδώ αν και δεν μένουν κοντά. «Επειδή εξυπηρετεί το μετρό κατεβήκαμε μια μέρα στον σταθμό της Ακρόπολης. Κάναμε τη βόλτα μας όπως όλοι. Στην κατηφόρα της Αποστόλου Παύλου πέσαμε πάνω σε φίλους και παρέες από τη σχολή. Το καθιερώσαμε. Αν θέλουμε παίρνουμε μπίρες από το περίπτερο, αν δεν θέλουμε όχι. Μπορεί να έρθουμε στις 10 και να φύγουμε στις 2». Για τον Απόστολο μετράει περισσότερο η «αίσθηση της ελευθερίας» που αισθάνεται μακριά από τις παραδοσιακές πιάτσες της νυχτερινής ψυχαγωγίας. Φυσικά παίζει ρόλο και η οικονομία: «Το καλοκαίρι δεν μπορείς να μείνεις σπίτι, να φωνάξεις φίλους και να δείτε μια ταινία. Το καλοκαίρι βγαίνεις έξω, θέλεις – δεν θέλεις. Κι αν δεν θέλεις να ξοδέψεις η πόλη σού δίνει ευτυχώς ακόμα αρκετές εναλλακτικές.»

Πάμε σινεμά

Στο ίδιο πλαίσιο θα μπορούσε να εντάξει κανείς και τη μεγάλη φετινή επιτυχία του 3ου Φεστιβάλ Θερινού Κινηματογράφου της Αθήνας που διοργανώνει η γνωστή «ομάδα» του περιοδικού «Σινεμά» και η οποία βρίσκεται πίσω και από τις καθιερωμένες «Νύχτες Πρεμιέρας». Καλές ταινίες, δωρεάν προβολές, αγαπημένοι δημόσιοι χώροι και όλα αυτά υπό την «ομπρέλα» του «αναπάντεχου». Πλατεία Αγίας Ειρήνης, κήπος Νομισματικού Μουσείου, Ακαδημία Πλάτωνος, πεζόδρομος Διονυσίου Αρεοπαγίτου, πλατεία Μεσολογγίου στο Παγκράτι, πλατεία Αβυσσηνίας, Αλσος Πετραλώνων, κήπος Βυζαντινού Μουσείου. Μέσα από μια παράδοξη αλλά τόσο αθηναϊκή γεωγραφία οι ιθύνοντες του φεστιβάλ απευθύνθηκαν στους «μετέωρους» Αθηναίους και τους προσέφεραν ένα βράδυ που θα το θυμούνται. Ο κ. Ορέστης Ανδρεαδάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» και διευθυντής του περιοδικού «Σινεμά», εξηγεί:

«Οταν ξεκινήσαμε τη συγκεκριμένη διοργάνωση, το 2010, η κρίση είχε ήδη χτυπήσει τη χώρα κι εμείς βλέπαμε καθαρά ότι τα φεστιβάλ δεν μπορούν πια να είναι φεστιβάλ, κι ότι οφείλουν να επαναπροσδιορίσουν τον εαυτό τους. Δεν μπορούν πια να υπερηφανεύονται για την πολυτέλεια των αποκλειστικών επιλογών τους, ούτε να περιορίζονται στα στενά όρια ενός δεκαήμερου και μιας προνομιούχας καλλιτεχνικής γειτονιάς. Στις παλαιές εποχές της πλαστής ευμάρειας ήταν αυτονόητο ότι ένα φεστιβάλ περιοριζόταν στο δικό του αυτόνομο δεκαήμερο. Τις υπόλοιπες 355 μέρες, όμως, τι γίνεται; Ποια είναι η παρουσία σου στην πόλη; Ποια είναι η συμβολή σου στη ζωή της; Στην καθημερινότητά της; Γι’ αυτό δημιουργήσαμε το Athens Open Air Film Festival και κάναμε κέντρο του τις γειτονιές και τις πλατείες. Αναζητήσαμε ξεχασμένες γωνιές και φτιάξαμε θερινά σινεμά σε μερικά σημεία που ούτε καν θα το φανταζόταν κανείς.»

Πτωτική κίνηση στην Επίδαυρο

Σε αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκε η Επίδαυρος όπου οι πρώτοι, ανεπίσημοι υπολογισμοί τοποθετούν την πτώση της προσέλευσης του κοινού στο 35%. Ενδεικτική ήταν η κίνηση του Εθνικού Θεάτρου να προσφέρει 1+1 εισιτήριο για τον «Κύκλωπα», προφανώς επηρεασμένο από τη μέτρια κίνηση στην προπώληση. Εκτός από την οικονομική κρίση που καθιστά το «πακέτο Επίδαυρος» (εισιτήρια, κόστος μετάβασης κ.λπ.) όλο και πιο δυσπρόσιτο για το κοινό, φαίνεται να έχει παίξει ρόλο και η καθιέρωση μεγάλων περιοδειών από τους θιάσους που κατεβαίνουν στο αργολικό θέατρο. Πυκνή παρουσία και στο Λεκανοπέδιο έχουν τα τελευταία χρόνια τα περισσότερα, αν όχι όλα, τα σχήματα της Επιδαύρου. Ετσι παλαιότεροι «παραδοσιακοί» θεατές περιμένουν πλέον την Επίδαυρο να έρθει «σπίτι τους». Αλλες εποχές, άλλες συνήθειες.

Κέρδισε έδαφος το λυρικό θέατρο

Αναπάντεχη για πολλούς ήταν η αντοχή της αγοράς των συναυλιών με Ελληνες καλλιτέχνες που παραδοσιακά περιοδεύουν ανά την Ελλάδα, αλλά και σε δήμους του Λεκανοπεδίου. Οι ιθύνοντες του χώρου αποδίδουν τις καλές επιδόσεις ακόμα και σε μεγάλα θέατρα της τάξης των 1.000 θεατών στην «προσαρμοστικότητα» του χώρου, καθώς οι μειώσεις στις αμοιβές καλλιτεχνών, μουσικών και τεχνικών αποτυπώθηκαν και στις χαμηλότερες τιμές των εισιτηρίων, όχι μακριά από την περιοχή των 10 ευρώ. Τα όρια του «φαινομένου» αγγίζει η επαναλαμβανόμενη επιτυχία των θερινών παραγωγών της Εθνικής Λυρικής Σκηνής που κατόρθωσε και φέτος να γεμίζει το Ηρώδειο σε κάθε της παράσταση. Η «Μαντάμα Μπατερφλάι» διατηρήθηκε στα ίδια πολύ υψηλά επίπεδα με την περυσινή «Τόσκα» και ο «Ιπτάμενος Ολλανδός», αν αφαιρέσουμε την τελευταία τέταρτη παράσταση που ακυρώθηκε λόγω απεργίας για την ΕΡΤ, είχε πληρότητα 90%. Η φετινή καλοκαιρινή σεζόν ξεπερνάει και την αντίστοιχη πολύ καλή του 2012, αν προσθέσουμε και τους περισσότερους από 3.000 άνεργους θεατές που παρακολούθησαν τις δύο γενικές χωρίς εισιτήριο. Ο υπεύθυνος επικοινωνίας της ΕΛΣ Βασίλης Λούρας υπενθυμίζει ότι «ο Βάγκνερ στο Ηρώδειο ήταν ένα ρίσκο, το οποίο όμως κερδήθηκε τόσο καλλιτεχνικά όσο και εισπρακτικά. Είμαστε χαρούμενοι γιατί εν καιρώ κρίσης, όχι μόνο δεν έχει τεθεί το “εύκολο” ερώτημα τι τη θέλουμε την όπερα, αλλά αντιθέτως το λυρικό θέατρο γίνεται μέρος της ζωής μας και κερδίζει καινούργιο κοινό».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή