Η αγάπη γονέων – παιδιών ξεπερνά τον θάνατο

Η αγάπη γονέων – παιδιών ξεπερνά τον θάνατο

Ο συγγραφέας Μανουέλ Βίλας μιλάει για την «Ορδέσα»

4' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αγάπη γονέων – παιδιών ξεπερνά τον θάνατο-1Η «Ορδέσα» του Ισπανού Μανουέλ Βίλας είναι μια ιδιότροπη αυτοβιογραφική ιστορία. Από τις πρώτες σελίδες καταλαβαίνεις πως ο συγγραφέας δεν έχει επιλέξει ποια κομμάτια της ζωής του θέλει να αποκαλύψει. Ολοφάνερη είναι όμως η απόφασή του να αποδεχτεί πως στην ιστορία της δικής του ζωής δεν είχε πια δικαίωμα να αποσπά τον εαυτό του, να μην υπάρχει. Γι’ αυτό βουτάει βαθιά, τα λέει όλα και το κάνει με μια άδολη πρωτοτυπία.

«Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν και πεθαίνουν χωρίς να ’χουν αντικρίσει την αλήθεια», γράφει· και είναι μονόδρομος για εκείνον να την ανακαλύψει. Με αφορμή τον θάνατο των γονιών του πηγαίνει πίσω στον χρόνο προσπαθώντας να βρει απαντήσεις, να προσεγγίσει τις πτυχές της δικής του ύπαρξης που είχε εγκαταλείψει, να ακουμπήσει όπου πόνεσε, να κλείσει εκκρεμότητες, να κρίνει σκληρά τους άλλους αλλά σκληρότερα τον εαυτό του, να συμφιλιωθεί με τον θάνατο. Με κυνισμό, με βεβαιότητες, με υπερβολές, με μια απόλυτη πρόσληψη της πραγματικότητας, όπως κάθε άνθρωπος που υποφέρει, αναζητά σαν τον πατέρα του να βρει τι πρόδωσε, από τι αποστάτησε, από πού έφυγε, προς τα πού πηγαίνει. Χωρίς να θεωρεί την αλήθεια απλό, μικροαστικό, ηθικό κόσμημα αλλά αναγκαία συνθήκη για μια ουσιαστική ζωή, ο Βίλας μοιάζει να βρήκε αυτό που εξυψώνει τους ανθρώπους· την αγάπη. Και φαίνεται να το έχει αποφασίσει πως θέλει πια να είναι ένας από αυτούς, τους λίγους, που τολμά να ζει, έστω από δω και πέρα, έχοντας αντικρίσει την αλήθεια.

– Η «Ορδέσα» έχει ως αφορμή τον θάνατο της μητέρας σας, αλλά ταυτόχρονα συμπίπτει και με μία προσωπική κρίση. Θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ο απολογισμός και το αντίο σε δύο οικογένειες;
– Ναι, η «Ορδέσα» αφηγείται τον αποχαιρετισμό σε δύο οικογένειες: της οικογένειας στην οποία ήμουν γιος και της οικογένειας στην οποία ήμουν πατέρας. Εμεινα χωρίς καμία οικογένεια και βρέθηκα στο κενό. Οι γονείς μου είχαν πεθάνει και μόλις είχα χωρίσει. Ενιωσα εντελώς μόνος για πρώτη φορά στη ζωή μου. Αυτή η μοναξιά ήταν αινιγματική. Είναι ακόμα. Και όταν είσαι μόνος, ξαφνικά ακούς τις φωνές των νεκρών.

– Πενθούμε για τους γονείς μας, τα όνειρα και τις επιθυμίες τους, τις σιωπές και τον κρυμμένο θυμό τους. Θα μπορούσε αυτό το βιβλίο να είναι μια υπαρξιακή ανάγκη εφησυχασμού; Οτι δεν αδικήθηκε κανείς ή, αν αδικήθηκαν, αδικήθηκαν το ίδιο;
– Ναι, αυτό το βιβλίο είναι το παιδί ενός βαθύτατου θαυμασμού για τη ζωή. Είναι το βιβλίο όπου ζουν ακόμα ο πατέρας μου και η μητέρα μου. Είναι σαν ναός. Ενα βιβλίο-εκκλησία-ναός. Σαν θρησκεία, που αποτελείται από τρεις πιστούς: τον πατέρα μου, τη μητέρα μου κι εμένα.

– Αν υποθέσουμε πως ο θάνατος των γονιών σας είναι ο πυλώνας του μυθιστορήματός σας, ποιες είναι οι εξακτινώσεις;
– Η ζωή που έζησαν όταν εγώ ήμουν παιδί, στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και στις αρχές της δεκαετίας του ’70 του περασμένου αιώνα. Στο μυθιστόρημα καταγράφω αποσπάσματα της ζωής τους. Το κάνω με πολλή αγάπη. Στο τέλος καταλήγω να μιλάω για το μυστήριο του χρόνου. Προσπαθώ να διηγηθώ το μυστήριο του χρόνου και του θανάτου.

– Περιγράφετε σε ένα σημείο του βιβλίου ότι ζούσατε ανάμεσα σε ταπεινά θαύματα, ταπεινά αλλά με υπερφυσική δύναμη, που αναδύονταν μέσα από την ισπανική μικρομεσαία τάξη της δεκαετίας του ’60. Υπάρχουν ανάλογα θαύματα σήμερα;
– Αυτά τα θαύματα θα συνεχίσουν να υπάρχουν όσο υπάρχει ομορφιά στις καρδιές των ανθρώπων.

– «Το πρόβλημα του κακού είναι ότι, αν σε αγγίξει, σε μετατρέπει σε ένοχο. Τα θύματα είναι πάντα ασυγχώρητα και οι άνθρωποι κατά βάθος τα περιφρονούν. Ο κόσμος αγαπά τους ήρωες· όχι τα θύματα». Πώς καταλήγετε σε ένα τέτοιο συμπέρασμα; Είναι η ασυνείδητη παραδοχή ότι οι περισσότεροι άνθρωποι αναθέτουν σε ένα είδωλο το χρέος τους απέναντι στον κόσμο, έτσι ώστε μετά, με την ησυχία τους, να τον λεηλατήσουν;
– Στην «Ορδέσα» υπάρχει μεγάλη επιθυμία για την αλήθεια, η οποία οδηγεί σε μάχη ενάντια της υποκρισίας. Το κακό δεν αφήνει πιθανότητα λύτρωσης και, αν σε αγγίξει το κακό, σε κάνει ένοχο. Ετσι λειτουργεί η ζωή. Η λογοτεχνία ενδιαφέρεται για τη ζωή, όχι για τις δομές και τις ηθικές μυθοπλασίες που χτίζει η πολιτική για να αποφύγει την αντιμετώπιση της αλήθειας, η οποία είναι πάντα αδίστακτη. Αλλά όλα όσα προέρχονται από τη ζωή καταλήγουν να είναι υπέροχα, γιατί η ζωή είναι υπέροχη.

– Η απόσταση που παίρνουμε από τους ανθρώπους μας είναι μήπως ομολογία του φόβου που νιώθουμε να ηττηθούμε από αυτό που αγαπάμε;
– Υπάρχουν πράγματα που αδυνατούμε να ομολογήσουμε ακόμη και στους ανθρώπους που αγαπάμε περισσότερο. Εχουμε πολλά μυστικά στην καρδιά μας. Τα μυστικά που ονομάζουμε μοναξιά.

– Αποτελεί αυτό το βιβλίο ορόσημο για εσάς; Περικλείει και διασώζει μέσα του εκείνο το παρελθόν που αξίζει να ζήσει και στο μέλλον, όπως έλεγε ο Πάουντ;
– Ακριβώς, συμφωνώ απόλυτα με τον Πάουντ. Είναι το αίνιγμα του χρόνου, που πάντα θαμπώνει, μπερδεύει.

– Και μία πιο περίεργη ερώτηση: Εχουν διαβάσει τα παιδιά σας την «Ορδέσα»;
– Ο μικρός μου γιος μού είπε ότι θα διαβάσει το βιβλίο μετά τον θάνατό μου. Το είπε με χιούμορ. Γέλασα όταν το είπε. Ηταν ειλικρινές, θαρραλέο να πει κάτι τέτοιο. Διατηρούμε μια έντονη αίσθηση του χιούμορ. Είναι ένα βιβλίο που θα διαβάσουν στο μέλλον, μέσα στα επόμενα είκοσι χρόνια. Και θα είναι όμορφο. Πιστεύω στην ομορφιά του κόσμου. Την έχω δει, γι’ αυτό πιστεύω σε αυτήν. Πιστεύω μόνο σε ό,τι έχω δει. Πιστεύω επίσης στην αγάπη μεταξύ γονέων και παιδιών, γιατί την έχω δει με τα μάτια μου. Και αυτή η αγάπη ξεπερνά τον θάνατο. Εκεί είναι το μυστήριο.

• Η συνέντευξη που παραχώρησε ο Manuel Vilas στη Λένα Ματσιώρη μεταφράστηκε από τον Γιώργο Σιμάλη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή