Τι μπορεί κάποιος να πει ακριβοδίκαια για μια πραγματικά επική εργασία, έναν αναμφίβολα συγγραφικό άθλο, που χρειάστηκε πάνω από δέκα χρόνια για να ολοκληρωθεί και να παρουσιαστεί σε μία ογκωδέστατη έκδοση 800 σελίδων; Διότι, χωρίς υπερβολή, η έκταση και το περιεχόμενο του νέου βιβλίου που δημιούργησε ο φίλος Στράτος Θεοδοσίου με τίτλο «Αστρομυθολογία» (Δίαυλος 2021) προκαλεί ένα πραγματικό δέος στον αναγνώστη. Πρόκειται για έναν συναρπαστικό «αστρονομικό αποσυμβολισμό των μύθων των Ελλήνων και των αρχαίων λαών στις αστρικές εποχές του Ταύρου, του Κριού και των Ιχθύων» τα τελευταία 6.000 χρόνια. Και όμως, όπως αναφέρει ο συγγραφέας, κάθε στοιχείο που περιλαμβάνεται σε αυτό το βιβλίο σχετικά με τις αντιλήψεις που είχαν για τη μυθολογία τους οι μεσοποτάμιοι λαοί, οι Πέρσες, οι Αιγύπτιοι, οι Μινωίτες και οι υπόλοιποι αρχαίοι Ελληνες, το μελετούσε και το διασταύρωνε πολλές φορές, στα χνάρια και στην έκταση προηγούμενων μελετών του για τα Ημερολόγια και τον Ιχθύ (που είχαν δημιουργήσει παλαιότερα σε συνεργασία με τον Μάνο Δανέζη).
Το τεράστιο αυτό πόνημα περιγράφει λεπτομερέστατα τις απαρχές του ανθρώπινου πολιτισμού, αλλά και τους μύθους που περιλαμβάνει η εξελικτική του πορεία. Φαίνεται ότι τον συγγραφέα τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα η διαχρονικότητα του μύθου, ο οποίος αν και «χάνεται στα βάθη των αιώνων, ο απόηχός του, μολονότι παραφρασμένος, παραμένει σχεδόν πάντα ζωντανός». Το γεγονός αυτό τον οδηγεί να υποστηρίξει ότι η αστρομυθολογία μπορεί να μας προσφέρει σημαντικά στοιχεία για την ιστορία των πανάρχαιων χρόνων. Γιατί ο ελληνικός κυρίως μύθος «δεν είναι “παραμύθι”, αλλά λόγος αληθινός και χρειάζεται ενδελεχή και συνεχή έρευνα από επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων. Μύθος, λόγος και ιστορία αλληλοπροσδιορίζονται και συνυπάρχουν στο ιστορικό και ανθρωπολογικό γίγνεσθαι».
Στις 800 σελίδες του, με τις άπειρες, σχεδόν, και λεπτομερείς πληροφορίες που κατακλύζουν τον αναγνώστη, τον οδηγούν να συνειδητοποιήσει ότι «στον πυρήνα του μύθου ενυπάρχουν πάντοτε κάποιες ουσιαστικές αλήθειες». Παρ’ όλα αυτά, ο αποσυμβολισμός των μύθων θα πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή. Γιατί είναι όντως γεγονός ότι σε ορισμένες παρελθούσες σχετικές προσπάθειες πολλοί ήταν αυτοί που οδηγήθηκαν σε πλήθος παρερμηνειών, υπερβολών και λανθασμένων συμπερασμάτων.
Στις πρώτες 200 σελίδες του ο συγγραφέας αναφέρεται εισαγωγικά στο πλαίσιο της ελληνικής μυθολογίας και των αστρικών εποχών, αλλά και στην περιγραφή της εξελικτικής διαμόρφωσης της εικόνας και της ονομασίας των αστερισμών όπως εμφανίζονται στους διάφορους λαούς, στον Ομηρο, στους Ορφικούς και στη χαραυγή της Ιστορίας. Οι επόμενες 300 σελίδες περιγράφουν με γλαφυρότητα την αστρική εποχή του Ταύρου και την εξελικτική της πορεία, με εκτενείς περιγραφές που αφορούν τη λατρεία του ταύρου στους βόρειους πολιτισμούς στη διάρκεια της Εποχής του Χαλκού, την 3η χιλιετία π.Χ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης οι λεπτομερέστατες περιγραφές των μυθολογικών ιστοριών που είχαν οι διάφοροι λαοί για τον ταύρο, αλλά και τις ιεροτελεστίες που αναφέρονται στο ιερό ζώο σε όλες του τις μορφές (βους, ταύρος, αγελάς, βόδι). Τις τελευταίες πλέον 300 σελίδες του πονήματός του ο συγγραφέας τις αφιερώνει στις αστρικές εποχές του Κριού και των Ιχθύων.
Λόγω της ειδικότητας του συγγραφέα, η εξονυχιστική αυτή μελέτη εξετάζει τα θέματα που πραγματεύεται από την αστρονομική τους πλευρά, ενώ αναφέρεται μόνο στους μύθους των μεγάλων πολιτισμών της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως, παρόλο που οι σύγχρονοι αστρικοί χάρτες βασίζονται στις απαρχές του δυτικού μας πολιτισμού, στα διάβα των χιλιετιών υπήρξαν και άλλοι πολιτισμοί και κουλτούρες που ήταν εξίσου ένθερμοι παρατηρητές και χρησιμοποιούσαν συχνά τον νυχτερινό ουρανό στην καθημερινή τους ζωή, αφού για τα ταξίδια που πραγματοποιούνταν, τόσο στη θάλασσα όσο και στην έρημο, η γνώση των άστρων ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Σε ολόκληρη την υφήλιο, ο ουρανός χρησίμευε σαν ρολόι, ημεροδείκτης και σύστημα πλοήγησης. Στους μύθους που δημιουργήθηκαν, τα άστρα ήταν το σπίτι των ηρώων και των ηρωίδων, ακόμη και των ίδιων των θεών. Διότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να θυμάται κάποιος τα σχήματα του ουρανού από το να τους δίνει ονόματα ή να τα συσχετίζει με διάσημους χαρακτήρες και μυθολογικές ιστορίες.
Δυστυχώς, η επιγραμματική αυτή παρουσίαση, ως μία παρονυχίδα του υπέροχου βιβλίου που μας χάρισε ο Θεοδοσίου, αδικεί κατάφωρα και τον συγγραφέα, αλλά και την προσπάθειά του. Γιατί όντως η τεράστια έκταση του έργου, οι εκτεταμένες πληροφορίες που περιλαμβάνει και η σχετική εικονογράφηση που πλαισιώνει κάθε σελίδα του βιβλίου αυτού θα απαιτούσαν δικαίως δεκάδες παρόμοια κείμενα. Παρ’ όλα αυτά, ο περιορισμένος χώρος της στήλης μάς αναγκάζει να σταματήσουμε εδώ, επισημαίνοντας όμως ότι ολάκερο το περιεχόμενο του βιβλίου δεν περιορίζεται απλώς σε μια στείρα αρχαιομάθεια άσχετη από τη σύγχρονη καλπάζουσα επιστήμη. Αντιθέτως, ο συγγραφέας μάς προτρέπει να κατανοήσουμε το αυτονόητο, πως οφείλουμε πολλά και στη μυθολογία, και στη φιλοσοφία, αλλά και στις γνώσεις των αρχαίων Ελλήνων αστρονόμων. Ο κ. Διονύσης Π. Σιμόπουλος είναι επίτιμος διευθυντής Ευγενιδείου Πλανηταρίου.