Οι φιλόσοφοι, οι πολιτικοί, ο Αγώνας

Οι φιλόσοφοι, οι πολιτικοί, ο Αγώνας

Τρεις «σοφοί» γέροντες –Τόμας Τζέφερσον, Ιερεμίας Μπένθαμ, Αδαμάντιος Κοραής– σχολιάζουν το πρώτο ελληνικό Σύνταγμα

6' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Ιερεμίας Μπένθαμ και η ελληνική επανάσταση
εκδ. Ιδρύματος της Βουλής
επιμ. Κ. Παπαγεωργίου, 2012
 
ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ
Σημειώσεις εις το προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος 
εκδ. Ιδρύματος της Βουλής
επιμ. Π. Κιτρομηλίδης, 2018
 
Γεννημένοι το 1748, Μπένθαμ και Κοραής ήταν 73 ετών όταν ξέσπασε η ελληνική επανάσταση. Κατά πέντε έτη πρεσβύτερος, ο Τόμας Τζέφερσον, τρίτος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ήταν 80 ετών όταν, απαντώντας στον Κοραή, του απηύθυνε την ιστορική επιστολή του, με συμβουλές για το πώς πρέπει να κυβερνηθεί η αναγεννώμενη Ελλάδα. Ηταν, με άλλα λόγια, και οι τρεις γέροντες όταν έγραψαν τα σχολιαζόμενα κείμενα. Η ηλικία εν τούτοις δεν περιόρισε την πνευματική εγρήγορσή τους: και των τριών τα κείμενα σπινθηροβολούν σοφία ακόμη και σήμερα. Εκτός από την ηλικία, πάντως, οι τρεις είχαν και άλλα κοινά χαρακτηριστικά: με βαθιά ουμανιστική παιδεία, πολύγλωσσοι και πολυταξιδεμένοι αποτελούσαν λαμπρά δείγματα του πνεύματος του μαχητικού  Διαφωτισμού. Κατά τούτο, ήταν και οι τρεις υποστηρικτές του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος. Εν πολλοίς αυτοδίδακτος, ο Χιώτης, δεν υστερούσε του Βρετανού και του Αμερικανού, οι οποίοι, προερχόμενοι από εύπορες οικογένειες, είχαν την τύχη να σπουδάσουν σε καλά πανεπιστήμια. Εν τούτοις, σε αντίθεση με τους άλλους δύο, ο Κοραής δεν είχε σπουδάσει νομικά. Υπερείχε όμως συγκριτικά, αφού είχε την τύχη να παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς το καλύτερο πανεπιστήμιο του τέλους του 18ου αιώνα, για όποιον τον ενδιέφερε η πολιτική φιλοσοφία και η αποτύπωση των θεμελιωδών αρχών της σε κανόνες του συνταγματικού δικαίου: Στο Παρίσι από το 1788, έζησε εκ του σύνεγγυς τη γαλλική επανάσταση, από την πτώση της Βαστίλλης, το 1789, έως την 18η Μπριμέρ του πραγματικού Βοναπάρτη, το 1799, όταν ο τελευταίος έθεσε τέρμα σε μιαν από τις πιο συναρπαστικές δεκαετίες της ιστορίας της ανθρωπότητας. Γιατί, θυμίζω, τη διαδοχή τριών διαφορετικών καθεστώτων, της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης, της Συμβατικής και της θερμιδοριανής, τη σημάδεψαν και ισάριθμα Συντάγματα, το μοναρχικό του 1791, το ιακωβίνικο του 1793 και το «κεντρώο» του 1795. Ο Κοραής τα είχε μελετήσει όλα. Είχε επί πλέον παρακολουθήσει και τις προπαρασκευαστικές εργασίες τους, που διεξάγονταν δίπλα στο σπίτι του. 

Από εκεί και πέρα, πολλά ήταν αυτά που χώριζαν τους τρεις άνδρες. Φιλόσοφος ο Ιερεμίας Μπένθαμ, είχε από ετών συγγράψει το opus magnum του, δηλαδή την Εισαγωγή στις αρχές της ηθικής και της νομοθεσίας, όπου παρουσίαζε τη θεμελιώδη αρχή της φιλοσοφίας του, την αρχή της ωφελιμότητας, απώτερος σκοπός της οποίας ήταν η επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής «ευτυχίας των περισσοτέρων». Εκτοτε, με συστηματική αλληλογραφία με τοπικούς παράγοντες και με δικούς του ανθρώπους από τη Λευκορωσία, την Τυνησία, έως τη Νότιο Αμερική. Στην έξοχη εισαγωγή του, ο Κων. Παπαγεωργίου αναδεικνύει και κάτι που έως πρόσφατα δεν ήταν ευρύτερα γνωστό: την προσπάθεια ενός νεαρού ακόμη Ελληνα νομικού, του Αναστάσιου Πολυζωίδη, για τη διάδοση του έργου του, στις αντίξοες βέβαια συνθήκες του επαναστατικού αγώνα. 

Ο Τόμας Τζέφερσον, από την άλλη, ήταν βέβαια πρωτίστως πολιτικός. Είχε γίνει ευρύτερα γνωστός ως ο βασικός συντάκτης της Διακήρυξης της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας του 1776. Πρεσβευτής της Αμερικής στο Παρίσι (1786-1789), όπου είχε γνωρίσει τον Κοραή, ανέλαβε υπουργός Εξωτερικών το 1790, προτού εκλεγεί αντιπρόεδρος και εν συνεχεία πρόεδρος των ΗΠΑ, για δύο συνεχόμενες θητείες, το 1801 και το 1805.

Οι φιλόσοφοι, οι πολιτικοί, ο Αγώνας-1
Ο Τόμας Τζέφερσον (πάνω) και ο Ιερεμίας Μπένθαμ.

Οι φιλόσοφοι, οι πολιτικοί, ο Αγώνας-2

Τέλος, για τον Κοραή, στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του βάρυνε το πολυπολιτισμικό Αμστερνταμ, όπου διέμεινε από το 1771 έως το 1779, προτού μεταβεί στο Μονπελιέ για σπουδές ιατρικής και εν συνεχεία στο Παρίσι, όπου αφοσιώθηκε στα αρχαία γράμματα. Στη γλαφυρή εισαγωγή του, ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο δίκτυο «ανταποκριτών» που είχε οργανώσει στις ελληνικές παροικίες και στον υπόδουλο ελληνισμό, για τη διάδοση της ελληνικής παιδείας και την πνευματική προετοιμασία της αναγέννησης του έθνους. Με αυτά τα εφόδια, ήταν επόμενο ο περί πολιτεύματος λόγος του καθένα να είναι διαφορετικός. Ο Μπένθαμ έστειλε στην Ελλάδα  παρατηρήσεις για το Σύνταγμα της Επιδαύρου, το οποίο συνέκρινε με το ισπανικό του 1812. Εστειλε επίσης στην Ελλάδα ένα κεφάλαιο του Συνταγματικού Κώδικά του (του Constitutional Code), τον οποίο συνέγραφε εκείνη την εποχή. Λόγος αφηρημένος και ελλειπτικός, ήταν φυσικό να μη γνωρίσει ευρύτερη απήχηση, παρότι οι απόψεις του Μπένθαμ απασχόλησαν το Βουλευτικό σε δύο συνεδριάσεις, το 1823. Συγκρατώ ως εντελώς πρωτοποριακή για τα δεδομένα της εποχής την υποστήριξη από αυτόν της ψήφου των γυναικών, τη θέση του υπέρ του σεβασμού των δικαιωμάτων των μειονοτήτων (και ειδικά των μουσουλμάνων και των Εβραίων που θα αποφάσιζαν να ζήσουν στην Ελλάδα) και την απέχθειά του προς τη μοναρχία, την αριστοκρατία και τα κάθε είδους προνόμια, όπως τα παράσημα και οι τίτλοι ευγενείας. Τουναντίον, δείγμα ουτοπικής σκέψης ήταν η καταλυτική κριτική του εναντίον του Εκτελεστικού, το οποίο ο ίδιος το ήθελε πλήρως υποταγμένο στο Βουλευτικό.  

Οσο για τον Τζέφερσον, τις απόψεις του για την Ελλάδα τις διατύπωσε σε μιαν εκτενή επιστολή 2.500 λέξεων προς τον Κοραή, τον Οκτώβριο του 1823. Δεν θα πρέπει να είχε υπόψη το Σύνταγμα της Επιδαύρου. Εξ ου και η γενικότητα των παραινέσεών του, από τις οποίες ξεχωρίζω την καταδίκη του βρετανικού πολιτεύματος ως «ατελούς μείγματος αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος», κυρίως λόγω αριστοκρατίας και κληρονομικής διαιώνισης των προνομίων. Συνιστούσε στους Ελληνες να μελετήσουν τα Συντάγματα των επί μέρους αμερικανικών πολιτειών και όχι το ομοσπονδιακό του 1787, διότι, λόγω μεγέθους, η Ελλάδα έμοιαζε με τις πρώτες. Συνιστούσε με έμφαση την καθιέρωση μονοπρόσωπου εκτελεστικού, του μόνο που θα απέτρεπε την εμφάνιση ενός «σφετεριστή» (usurper), αλλά με θεσμικό αντίβαρο δύο Βουλές, για να ισοσταθμίζουν την ισχύ του. Πέραν αυτών αφιέρωνε πολλές σκέψεις στην ανάγκη οργάνωσης δημόσιας εκπαίδευσης τριών βαθμίδων, στο ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν θα έπρεπε να είναι υπέρμετρα δυσχερής, στην ανάγκη σύστασης ορκωτών δικαστηρίων και, βέβαια, στην κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας και της ελευθερίας του Τύπου.

Οι φιλόσοφοι, οι πολιτικοί, ο Αγώνας-3
Ιδρυτικό κείμενο του ελληνικού συνταγματισμού, οι «Σημειώσεις» του Κοραή παρέμειναν ανέκδοτες έως το 1933. Οι απόψεις του Μπένθαμ απασχόλησαν το Βουλευτικό σε δύο συνεδριάσεις, το 1823.

 

Ο ρόλος της εμπειρίας κάποιου που άσκησε εξουσία

Από τον μη νομικό εκ των τριών, τον Αδαμάντιο Κοραή, προέρχεται ο πιο νομικός σχολιασμός του Συντάγματος του 1822. Χωρίς να υιοθετεί όλες τις θέσεις του μπενθαμιανού ριζοσπαστισμού, θα τον τοποθετούσε κανείς εκ πρώτης όψεως εγγύτερα στη ριζοσπαστική παράδοση του Διαφωτισμού. Και τούτο, ενόψει του αντικληρικαλισμού του, της αντίθεσής του προς τη μοναρχία και τα κάθε είδους προνόμια –συμπεριλαμβανομένων και των στολών, παρακαλώ!– τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην εμφάνιση μιας βαλκανικού τύπου νεο-αριστοκρατίας στη νεοσύστατη Ελλάδα. Προσεκτικότερη, ωστόσο, μελέτη των απόψεών του, όπως π.χ. για το επίμαχο ζήτημα των προσόντων του εκλογέα –ο οποίος, εκτός από πόρους, θα έπρεπε να διαθέτει και παιδεία– τον κατατάσσει τελικά στη μετριοπαθέστερη πτέρυγα του Διαφωτισμού.

Ιδρυτικό κείμενο του ελληνικού συνταγματισμού, οι «Σημειώσεις» του Κοραή παρέμειναν ανέκδοτες έως το 1933. Δεν μπορεί, συνεπώς, να εκτιμήσει κανείς την πραγματική απήχησή τους στα χρόνια του Αγώνα και αμέσως μετά. 

Μια τελική παρατήρηση, αντί συμπερασμάτων. Για τον Κοραή και προπάντων για τον Μπένθαμ, το ερώτημα που θέτει στην αρχή του δοκιμίου του ο Κων. Παπαγεωργίου, αν δηλαδή «οφείλουν οι φιλόσοφοι να γνωρίζουν, να επηρεάζουν και εν τέλει να παρεμβαίνουν στα τεκταινόμενα», διατηρεί όλη τη σημασία του. Θα προσέθετα ότι ναι, οφείλουν, αρκεί να έχουν επίγνωση του σχετικού και μόνον βάρους των παρεμβάσεών τους. Οι φιλόσοφοι συμβάλλουν στις επαναστάσεις, δεν τις πραγματοποιούν οι ίδιοι. Από αυτή την άποψη, πιστεύω ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στις απόψεις του τρίτου, του πολιτικού της παρέας, του Τόμας Τζέφερσον, που η συμβολή του παραμένει εν πολλοίς ακόμη άγνωστη. Διότι η εμπειρία κάποιου που άσκησε εξουσία και μάλιστα επιτυχώς επί μακρόν είναι, κατά τη γνώμη μου, ασύγκριτη. Περιμένουμε λοιπόν έναν τρίτο τόμο στη πολύ επιτυχημένη αυτή σειρά του Ιδρύματος της Βουλής.
 
* Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή