Εκεί όπου σταμάτησε ο χρόνος

Εκεί όπου σταμάτησε ο χρόνος

Ο φωτογράφος Χάρης Παπαδημητρακόπουλος μιλάει για όσα κατέγραψε στο Σημείο Μηδέν λίγους μήνες μετά την επίθεση

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον Ιούλιο του 2002, ο φωτογράφος Χάρης Παπαδημητρακόπουλος ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη σε ειδική δημοσιογραφική αποστολή στο Σημείο Μηδέν της χτυπημένης από τις 11 Σεπτεμβρίου 2001 μητρόπολης. Μια επιλογή από το φωτογραφικό υλικό δημοσιεύθηκε σε ένθετο τεύχος στην εφημερίδα «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» με τίτλο «11/9, ένα χρόνο μετά: Αποστολή στη Νέα Υόρκη», σε κείμενα του Θανάση Τσίτσα, ανταποκριτή της εφημερίδας στην αμερικανική πόλη. Επιπροσθέτως, τον Σεπτέμβριο του 2005, υπό την αιγίδα της αμερικανικής πρεσβείας, πραγματοποιήθηκε φωτογραφική έκθεση στην Ελληνοαμερικανική Ενωση με τίτλο: «Ground Zero: Νέα Υόρκη, ένας χρόνος μετά».

Ζητήσαμε από τον κ. Παπαδημητρακόπουλο να μας μιλήσει για το ταξίδι εκείνο, για τη φωτογράφιση, για όλα όσα είδε κι έζησε στη Νέα Υόρκη, σχεδόν είκοσι χρόνια πριν. Διατρέξαμε το πλούσιο, ερεθιστικό φωτογραφικό υλικό που προέκυψε από εκείνη τη δουλειά και ξεχωρίσαμε ορισμένες εμβληματικές εικόνες, κάποιες από τις οποίες δεν έχουν προηγουμένως δημοσιευθεί σε άλλο έντυπο. Φωτογραφίες του από αυτή τη δουλειά περιλαμβάνονται και σε άλλες σελίδες του σημερινού ενθέτου. Η μαρτυρία του από εκείνη την εμπειρία ακολουθεί ευθύς αμέσως:

«Μέχρι το 2002 είχα ταξιδέψει αρκετές φορές για δουλειά στη Νέα Υόρκη. Κάθε ταξίδι έως τότε ήταν το όνειρο που δεν ήθελα να τελειώσει ποτέ, ένα ατελείωτο και αχόρταγο κλικ της κάμεράς μου.

Εκείνο το καλοκαίρι, δέκα μήνες μετά την καταστροφή, ήθελα απλώς και μόνον να βρεθώ εκεί. Από την πρώτη κιόλας ημέρα, από τη στιγμή που είδα από μακριά να λείπουν οι Δίδυμοι Πύργοι από το skyline της πόλης, σκεφτόμουν την επιστροφή. Αυτό το ταξίδι του 2002 ήταν ένα διαφορετικό ταξίδι. Το ήξερα πριν καν ξεκινήσω: δεν θα είχε ούτε λήψεις μόδας στην Πέμπτη Λεωφόρο ούτε συναυλίες των Stones στο Madison Square Garden. Αυτή τη φορά πήγαινα σε μνημόσυνο.

Δέκα μήνες μετά το τρομοκρατικό χτύπημα η πόλη είχε αλλάξει, το καταλάβαινες κάθε στιγμή. Οι έλεγχοι στο αεροδρόμιο ήταν εξαντλητικοί για όλους. Για πρώτη φορά δεν με υποδέχτηκε ούτε καν το τυπικά ευγενικό αμερικανικό “Welcome sir”. Μέσα στη Νέα Υόρκη δεν άκουγες αυτόν τον μέχρι τότε μοναδικό ήχο της μητρόπολης. Ησυχία τελετής κυριαρχούσε παντού, μια σιωπή ακόμη κι όταν είχε θόρυβο. Η βόλτα στο Central Park ήταν πάντα αυτό που λαχταρούσα πριν ξεκινήσω δουλειά. Ομως τώρα τα παγκάκια γύρω από τη λίμνη του πάρκου ήταν κενά, δεν έβλεπες καν στο νερό τις ωραίες βαρκούλες με τα ζευγαράκια. Απόλυτη ερημιά μέρα μεσημέρι. Ξαφνικά ήσουν αλλού, αλλά ζούσες την ιστορία. Μολονότι όλα όσα αγαπούσα τόσο πολύ βρίσκονταν εκεί, θυμόμουν συνέχεια την παλιά ταινία “Escape from New York”, και δεν τα έβλεπα πλέον.

Με το που φτάσαμε πήγα απευθείας στο Ground Zero. Δεν είχα δει εντέλει ταινία του Χόλιγουντ στις ειδήσεις· ήταν αλήθεια. Υπήρχε μόνο μια θηριώδης τρύπα, τίποτε άλλο. Και λίγοι καπνοί. Απίστευτο, αλλά τόσους μήνες μετά, κάποια ερείπια κάπνιζαν ακόμη. Παντού γύρω μας ήταν συγγενείς νεκρών που αποσβολωμένοι κρεμιόντουσαν από τα συρματοπλέγματα του Observation Area, του οριοθετημένου μικρού χώρου παρατήρησης. Δεν έκλαιγαν εκεί. Οι τουρίστες μόνον έκλαιγαν. Επρεπε να δουλέψω και λίγο αργότερα, όταν κατάφερα και μπήκα παρανόμως μέσα στον χώρο, φωτογράφισα εργάτες που ακόμη μάζευαν ανθρώπινα υπολείμματα.

Για τις επόμενες 18 ημέρες περνούσα καθημερινά από το Ground Zero και τη γύρω περιοχή: ήταν γεμάτη από μικρά εκκλησάκια, και δεν έβλεπες ελεύθερη επιφάνεια σε τοίχο. Είχαν όλες γεμίσει με τις φωτογραφίες των αγνοουμένων και τα αναμνηστικά τους. Σιγά σιγά εξοικειωνόμουν με το σοκ του χώρου, οπότε φωτογράφιζα με καθαρότερο μυαλό. Αυτή ήταν ίσως η μόνη φορά που δεν χρειάστηκε να πάρω άδεια από τους ανθρώπους που φωτογράφιζα. Γι’ αυτούς, δεν υπήρχα εκεί. Εβλεπαν μόνο την τρύπα –μια τεράστια χοάνη που σου προκαλούσε ίλιγγο– και τους τριγύρω μισογκρεμισμένους ουρανοξύστες.

Σε έναν ουρανοξύστη που είχε μείνει άθικτος, με πανοραμική θέα στο Ground Zero, είχε στηθεί αποκλειστικά για τις οικογένειες των δολοφονημένων το Family Room. Οι τοίχοι ήταν γεμάτοι χαμογελαστά πορτρέτα νεκρών, το πάτωμα γεμάτο με παιδικά παιχνίδια των ορφανών παιδιών τους και μπροστά σε κάθε παράθυρο οι προνοητικοί Αμερικανοί είχαν αφήσει κουτάκια με χαρτομάντιλα. Γιατί εκεί όλοι έκλαιγαν. Κι εμείς».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή