Η εθνική ολοκλήρωση και τα ισχυρά σύμβολά της

Η εθνική ολοκλήρωση και τα ισχυρά σύμβολά της

2' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ
Σύνορα, κυριαρχία, γραμματόσημα
(Οι μεταβολές του ελληνικού εδάφους, 1830-1947)
Ιδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη

Το γραμματόσημο ως ένδειξη και μέσο άσκησης εξουσίας, κατοχής ή κυριαρχίας του εδάφους.

Ενα θέμα συναρπαστικό, αλλά παραδόξως όχι τόσο μελετημένο, φωτίζεται με όλα τα ερμηνευτικά εργαλεία της εποχής μας. Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης μάς φέρνει υπό νέο φως τη διαλλακτική σχέση κράτους και των τεκμηρίων της κυριαρχίας του. Μέσα από μια ιστορική διαδρομή παρακολουθεί τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους μέσα από τις αυξομειώσεις αλλά κυρίως τις επεκτάσεις του έως το 1947, έτος κατά το οποίο κορυφώνεται η εδαφική ολοκλήρωση με την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων.

Η μελέτη του «Σύνορα, κυριαρχία, γραμματόσημα» με υπότιτλο «Οι μεταβολές του ελληνικού εδάφους, 1830-1947» ανοίγεται σε ένα μεγάλο πεδίο εθνικών ανταγωνισμών στην ευρύτερη περιοχή μας, με επίκεντρο τη νότια Βαλκανική, στο έδαφος της οποίας συντελείται η χάραξη νέων συνόρων εθνικών κρατών σε εδάφη με προαιώνια συνύπαρξη διαφόρων εθνοτικών κοινοτήτων.

Η εθνική ολοκλήρωση και τα ισχυρά σύμβολά της-1
Οι μεταβολές της ελληνικής επικράτειας από το 1830 έως το 1947 αποτυπώθηκαν σε γραμματόσημα που συμβόλισαν την εθνική κυριαρχία και τον θεσμικό έλεγχο.

Γοητεύει η συγκρότηση του θέματος και η ανάπτυξή του, καθώς ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης επιλέγει το γραμματόσημο ως τεκμήριο εθνικής κυριαρχίας για να καταδείξει το πλήθος των μεταβολών, είτε σε κρατικό είτε σε τοπικό επίπεδο, που προηγήθηκαν της τελικής εδαφικής ολοκλήρωσης του ελληνικού κράτους όπως το γνωρίζουμε μεταπολεμικά. «Το γραμματόσημο, ελληνικό και ξένο», γράφει, «αποτέλεσε ένδειξη και μέσο άσκησης πολιτικής εξουσίας, αλλά και σύμβολο της εδαφικής κυριαρχίας. Ταυτόχρονα, σηματοδότησε και την απουσία κάθε ξένης κυριαρχίας. Οι μεταβολές αυτές, οριστικές, εφήμερες ή προσδοκώμενες, γίνονται ορατές μέσα από τη χρήση του γραμματοσήμου σε συνδυασμό με τις ταχυδρομικές σφραγίδες και τις επισημάνσεις». Επιπλέον, το βιβλίο είναι ένα πολύ σημαντικό εγχειρίδιο για τη μελέτη του φιλοτελισμού μέσα από την οπτική των εθνικών ανταγωνισμών, της κρατικής ιδεολογίας και της ρευστής οντότητας των εφήμερων μεταβολών. Παράλληλα, δεύτερες και τρίτες αναγνώσεις πηγάζουν από την εξονυχιστική ανάλυση του θέματος. Κατανοεί κανείς μέσα από άλλο δρόμο τις εδαφικές φιλοδοξίες γειτονικών κρατών, όπως της Βουλγαρίας στην Ανατολική Μακεδονία και Δυτική Θράκη και της Ιταλίας στην ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο (και ιδίως στο Νοτιοανατολικό Αιγαίο και στη Μικρά Ασία), μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εθνικής αυτοσυνειδησίας, εθνικισμών και γεωπολιτικών πιέσεων. Ολα αυτά συγκλίνουν και μεγεθύνονται χάρη στην αφηγηματική δεινότητα του Κωνσταντίνου Τσιτσελίκη, ο οποίος ελέγχει απόλυτα το θέμα του.

Η εθνική ολοκλήρωση και τα ισχυρά σύμβολά της-2Η ίδια η έκδοση, εξαιρετική και από πλευράς εκτύπωσης και ποιότητας, είναι ένας προθάλαμος εξόδου σε ένα τοπίο απωθημένο για πολλούς λόγους, σε έναν τόπο έντονης ψυχικής διεργασίας, σε μια οθόνη προβολών, επιθυμιών και προσδοκιών. Προσφέρεται στον αναγνώστη η δυνατότητα να αποκτήσει μια εποπτεία εδαφικών επεκτάσεων ή προθέσεων για επέκταση από την Ελλάδα ή άλλες χώρες στην περιοχή. «Η ελληνική περίπτωση», γράφει, «προσφέρει ένα ευρύ φάσμα εκδοχών των μεταβολών των συνόρων που εντέλει κατοχυρώθηκαν υπέρ της Ελλάδας (προσάρτηση Ιονίων Νήσων, Θεσσαλίας, Νέων Χωρών, Θράκης, Δωδεκανήσου) ή που επιδιώχθηκαν άκαρπα (Βόρεια Ηπειρος, Μικρά Ασία, Ανατολική Θράκη)». Ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης φωτίζει μέσα από την ερμηνευτική και αναλυτική οδό που επέλεξε όλες τις περιπτώσεις βραχύβιων κατοχών: «Σε ορισμένες περιπτώσεις η κυριαρχία ασκήθηκε βραχύβια ή μεταβατικά, όπως η κατάληψη των Ιωαννίνων (1917) και της Κέρκυρας (1923) από την Ιταλία, ή μέσα από συνεχείς εναλλαγές διοίκησης, όπως στην περίπτωση του Καστελλόριζου: από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Ελλάδα (1912), τη Γαλλία (1915), την Ιταλία (1920), τη Βρετανία (1943) και εν τέλει την Ελλάδα (1947)».

Με αυτή την οπτική, το αναλυτικό και ερμηνευτικό ταξίδι στο οποίο μας προσκαλεί ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης μετατρέπεται σταδιακά σε μια σήραγγα αυτοπροσδιορισμού. Και προκαλεί σκέψεις για τις πολλαπλές αναγνώσεις της πορείας εθνικής συγκρότησης του ελληνικού κράτους. Την έκδοση προλογίζει ο ιστορικός Κωνσταντίνος Θανασάκης, επιστημονικός σύμβουλος Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.

  

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή