Το ετερογενές μωσαϊκό της πόλης

Το ετερογενές μωσαϊκό της πόλης

Ο κοινωνικός ανθρωπολόγος Λεωνίδας Οικονόμου ψηλαφίζει τα χαρακτηριστικά μιας μεταβαλλόμενης και ζωντανής Αθήνας

6' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανάμεσα στις τόσες επιστήμες που μελετούν τον αστικό χώρο και τις μεταμορφώσεις του, τις κοινωνικές σχέσεις εντός του και την ανθρωπογεωγραφία του, υπάρχει και μία που, τουλάχιστον στον δημόσιο λόγο, δεν εισακούγεται πολύ συχνά: η κοινωνική ανθρωπολογία. Ισως η έμφασή της στις κατά τόπους περιπτώσεις, στο σύνθετο και μεταβαλλόμενο «μέρος», αντί για το συνήθως διαφιλονικούμενο αλλά γενικευτικό «όλον», να την καθιστούν μια ακόμα αντιδημοφιλή ειδικότητα. Μια ειδικότητα, ωστόσο, με σπάνιο πλούτο: ανθρωπολόγοι όπως ο Μαξ Γκλούκμαν και ο Γκόντφρι Γουίλσον, που μελέτησαν διαδικασίες αστικοποίησης στην Αφρική, η Τερέζα Καλντέιρα, που πραγματοποίησε εθνογραφική έρευνα στο Σάο Πάολο των κοινωνικών αποκλεισμών, ο Τσαρλς Ραδάιζερ, που παρακολούθησε τον «εξευγενισμό» της Ατλάντα των Ολυμπιακών Αγώνων, έριξαν φως σε εκείνες τις πτυχές της βιωμένης εμπειρίας των πόλεων, δυτικών ή μη, που συνήθως μένουν στο σκοτάδι.

Τι θα μπορούσε να ειπωθεί από τη σκοπιά της αστικής ανθρωπολογίας για τη σύγχρονη Αθήνα και για την ανθρωπογεωγραφία της; Ο Λεωνίδας Οικονόμου, καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, που στο πλαίσιο του διδακτορικού του είχε διεξαγάγει επιτόπια έρευνα στην πόλη Λόρενς της πολιτείας του Κάνσας των ΗΠΑ, ενώ χρόνια αργότερα θα έστρεφε τον εθνογραφικό φακό του στον Δήμο Βούλας (και θα δημοσίευε τα ευρήματά του στο βιβλίο «Η κοινωνική παραγωγή του αστικού χώρου στη μεταπολεμική Αθήνα: Η περίπτωση της Βούλας», εκδ. Πατάκη), συνοψίζει κατ’ αρχάς κάποια βασικά χωρικά χαρακτηριστικά της πρωτεύουσας: «Η Αθήνα είναι μια πολυκεντρική μητρόπολη», λέει ο καθηγητής, «μια τεράστια περιοχή που καλύπτει όλη την Αττική, επεκτείνεται στους γειτονικούς νομούς και περιλαμβάνει ένα ετερογενές μωσαϊκό χρήσεων, χτισμένων χώρων και κοινωνικών, εθνοτικών και πολιτισμικών ομάδων και τρόπων ζωής. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να κατανοήσουμε τον κεντρικό δήμο και το κέντρο της πόλης με τη στενότερη έννοια».

«Η περίοδος που διανύουμε ξεκινά τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1990 και χαρακτηρίζεται από εντεινόμενη προαστιοποίηση και μια ιδεολογία απαξίωσης του κέντρου και της αστικής ζωής».

Φυσικά, τέτοια χαρακτηριστικά χρειάστηκαν δεκαετίες για να διαμορφωθούν. Οχι όμως πάρα πολλές: «Η περίοδος που διανύουμε», συνεχίζει ο Λεωνίδας Οικονόμου, «ξεκινά τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1990 και χαρακτηρίζεται από διαδικασίες όπως η εντεινόμενη προαστιοποίηση, που οδήγησε στην εγκατάλειψη της κεντρικής πόλης από μεγάλο μέρος των ανώτερων και μεσαίων στρωμάτων και συνοδεύτηκε από μια ιδεολογία απαξίωσης του κέντρου και της αστικής ζωής. Κρίσιμη επίσης ήταν η αστικοποίηση των προαστίων που δημιούργησε μια νέα πόλη στην περιφέρεια, η παγκοσμιοποίηση που οδήγησε στην είσοδο διαφορετικών μεταναστευτικών και προσφυγικών ρευμάτων, αλλά και η συρρίκνωση του αστικού σχεδιασμού σε αποσπασματικές κυρίως παρεμβάσεις νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης. Η οικονομική κρίση ενέτεινε τα προβλήματα των φτωχών συνοικιών και τις ανεπάρκειες του κράτους πρόνοιας, συμβάλλοντας στην περαιτέρω απαξίωση ενός μέρους του κτιριακού αποθέματος, ενώ μεγάλη σημασία έχει και ο σύγχρονος μετασχηματισμός της πόλης, μέσα από διαδικασίες εξευγενισμού που ενισχύθηκαν από την αύξηση του τουρισμού, από τη διάδοση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, από την εισροή διεθνών κεφαλαίων, από την εμφάνιση νέων αφηγήσεων και από τις κρατικές και δημοτικές πολιτικές».

Οι μετανάστες

Ας επικεντρωθούμε κατ’ αρχάς στα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα. Τι είδους αποτύπωμα έχουν αφήσει στον αστικό ιστό; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έκαναν την Αθήνα πιο πολυπολιτισμική; «Χωρίς αμφιβολία η Αθήνα είναι μια πολυπολιτισμική πόλη», αποκρίνεται ο Λεωνίδας Οικονόμου και συνεχίζει: «Ποικίλες φυλές, έθνη, θρησκείες και πολιτισμοί με διαφορετικές προσδοκίες, προδιαθέσεις, προοπτικές και τρόπους αντιμετώπισης εγκαθίστανται για μεγαλύτερα ή μικρότερα διαστήματα και εντάσσονται με διαφορετικούς τρόπους και σε διαφορετικούς βαθμούς στην αστική κοινωνία. Οι μετανάστες αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια σημαντικό και ελάχιστα αναγνωρισμένο στοιχείο της ζωής της πόλης, αν και έχουν συμβάλει με πολλούς τρόπους και από ευάλωτες κοινωνικά θέσεις στην οικονομία, στην κοινωνία και στον πολιτισμό της. Η πορεία των μεταναστευτικών κοινοτήτων και ο βαθμός ένταξης ή περιχαράκωσής τους εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως η διεθνής θέση της πόλης, οι οικονομικές ευκαιρίες που προσφέρει και οι επίσημοι και ανεπίσημοι τρόποι υποδοχής των διαφόρων ομάδων. Σε κεντρικές περιοχές, όπως η Κυψέλη ή το Μεταξουργείο, σχηματίζονται εθνοτικοί δρόμοι και γειτονιές και λαμβάνουν χώρα διαδικασίες συνύπαρξης, σύγκρουσης και διαδοχής των αρχικών μεταναστευτικών ομάδων –που μετακινούνται σε άλλες περιοχές ή στο εξωτερικό– από νέες. Ετσι, η μεταναστευτική και γενικότερα η μοντέρνα εμπειρία είναι ταυτόχρονα τοπική και υπερτοπική: οι επαφές, οι ταυτότητες και η πολιτική συμμετοχή των ατόμων διαμορφώνονται τόσο μέσα από τοπικά όσο και από παγκόσμια δίκτυα, ιδέες και κινήματα».

Το ετερογενές μωσαϊκό της πόλης-1
«Το περπάτημα είναι για την πόλη ό,τι η εκφώνηση για τη γλώσσα» (Μισέλ ντε Σερτό). (INTIME NEWS / ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΧΟΣ)

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή