«Να έχουμε τρεις μεγάλους ή 20 λιγότερο μεγάλους;»

«Να έχουμε τρεις μεγάλους ή 20 λιγότερο μεγάλους;»

Ο Νίκος Κυπουργός μιλάει στην «Κ»

7' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εχουμε μάθει ότι «ουκ εν τω πολλώ το ευ», και συνήθως είναι αλήθεια. Oμως, στην περίπτωση του Νίκου Κυπουργού δεν ισχύει. Ο πολυσχιδής συνθέτης και ενορχηστρωτής έχει ντύσει με τις μουσικές του 86 παραστάσεις στο θέατρο, 66 ταινίες μεγάλου και μικρού μήκους στον κινηματογράφο, έξι τηλεοπτικές σειρές, μετράει 33 δίσκους, άλλους 21 με διασκευές και ενορχηστρώσεις. Κι όλα αυτά χωρίς να συμπεριλάβουμε την ορχηστρική μουσική, τη φωνητική και αυτή που έγραψε για παραστάσεις χορού.

Πρόκειται για έργα που τον έχουν καταξιώσει εδώ και πέντε δεκαετίες και του έχουν προσφέρει 23 βραβεία και διακρίσεις. Ορισμένα, μάλιστα, διεθνή. Σαν τα δύο καινούργια που πήρε τον περασμένο μήνα στα φεστιβάλ της Βαλένθιας και της Αττάλειας για τον «Ράφτη» της Σόνιας-Λίζας Κέντερμαν και για το «Kerr» του Tayfun Pirselimoğlu, αντίστοιχα. Η μουσική του για την ταινία της Κέντερμαν βραβεύτηκε και από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου.

Κι αυτά είναι το λιγότερο: Η τρίτη ταινία για την οποία έγραψε φέτος μουσική είναι το «Ταξίδι στ’ αστέρια» του Χρήστου Δήμα, που θα βγει στις αίθουσες τον Φεβρουάριο. Εγραψε επίσης μουσική για την παράσταση «Κάποτε στον Βόσπορο» του Ακη Δήμου που παίζεται στο «Βεάκη» και το «Μοτέλ» του Βασίλη Μαυρογεωργίου που θα ανέβει στο Θέατρο Τέχνης τον Μάρτιο. Στις 11 και 12 Δεκεμβρίου θα διευθύνει την Ορχήστρα των Κυκλάδων σε μουσική για τον κινηματογράφο στο θέατρο «Απόλλων» της Σύρου, ενώ στις 19/12 παρουσιάζεται στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής το μιούζικαλ «Σιωπή, ο βασιλιάς ακούει», που έγραψε σε λιμπρέτο του Θωμά Μοσχόπουλου, για μικρούς και μεγάλους θεατές. Ενα από τα δημοφιλέστερα έργα του σύγχρονου ελληνικού μουσικού θεάτρου εδώ και 28 χρόνια, που τώρα σκηνοθετεί ο Θοδωρής Αμπαζής.  

Παράλληλα θα εκδοθούν «Τα μυστικά του κήπου» για πιάνο και φωνή από τον Νάκα, η «Ειρήνη» του Αριστοφάνη μαζί με το λιμπρέτο του Δημοσθένη Παπαμάρκου από τις εκδ. Πατάκη. Επίσης, «Τα μυστικά της Εγνατίας» σε βιβλίο και CD. Μια εξαιρετική εργασία του συνθέτη (με τη βοήθεια της Ελίτας Κουνάδη) που είδαμε στο Ηρώδειο. Φωνές, ιδιώματα και ιστορίες από τη Θράκη μέχρι την Ηπειρο, μουσικές και γλώσσες που συγκατοικούν στις παρυφές της Εγνατίας οδού, ενώνοντας τραγούδια καππαδοκικά, τούρκικα, ποντιακά, πομάκικα, εβραϊκά, βλάχικα, αρβανίτικα, σλαβόγλωσσα.  

Την καραντίνα ο Κυπουργός την αξιοποίησε βάζοντας σε τάξη το αρχείο του. «Ηταν μια ευκαιρία να τακτοποιήσω μέσα μου το παρελθόν. Είδα τα εμπόδια από την καλή τους πλευρά. Στο αρχείο βρήκα ξεχασμένα απίστευτα πράγματα, ανάμεσά τους μια πρόβα με τη Φλέρυ Νταντωνάκη το 1980 που τη συνόδευα στο πιάνο».

Ηταν επίσης χρόνος για ενδοσκόπηση. Ο απολογισμός είναι πλούσιος για τα 69 του χρόνια, που είναι αλήθεια ότι δεν τον άγγιξαν. Γεννήθηκε στις 21 Απριλίου του 1952. Οικογένεια ευκατάστατη, σπίτι στο Ψυχικό, σχολείο στου Μωραΐτη. Και στα 17 του κυκλοφόρησε ο πρώτος του δίσκος, σε στίχους του Ματθαίου Μουντέ, καθηγητή του στα Θρησκευτικά! Ενα χρόνο μετά εκδίδει τον δεύτερο δίσκο του, σε ποίηση Σεφέρη, Βρεττάκου, Σαχτούρη, Θεοτοκά κ.ά. «Τύχη;» τον ρωτάω. «Ηταν θράσος», απαντάει γελώντας. «Μου έλεγαν μπράβο, με παρότρυναν να γράψω για το λεγόμενο τότε Νέο Κύμα, άρχισαν να με καλούν στο ραδιόφωνο».

Στα 18 του εκδίδει δεύ- τερο δίσκο σε ποίηση Σεφέρη, Βρεττάκου, Σαχτούρη, Θεοτοκά κ.ά. «Τύχη;» τον ρωτάω. «Θράσος», απαντάει γελώντας.

Τότε, ο Μάνος Χατζιδάκις τού έδειξε έναν άλλο δρόμο. «Ενας κοινός μας φίλος, ο Δημήτρης Βερνίκος, του έστειλε τον πρώτο μου δίσκο κι εκείνος μου έστειλε ένα γράμμα στο οποίο με προέτρεψε να μην επιλέξω την εύκολη οδό. Μου έδειξε με τον τρόπο του ότι η τέχνη είναι κάτι διαφορετικό. Αφοσιώθηκα στις σπουδές».

Την επόμενη δεκαετία σπούδασε θεωρητικά της μουσικής και σύγχρονες τεχνικές με τον Γιάννη A. Παπαϊωάννου, παράλληλα στο Πολιτικό Τμήμα της Νομικής Αθηνών, και όταν το 1975 ο Μάνος Χατζιδάκις ανέλαβε τη διεύθυνση του Τρίτου Προγράμματος, ο Κυπουργός ήταν ο βενιαμίν της ακριβής παρέας. «Τότε άρχισε η σειρά “Εδώ Λιλιπούπολη”, μια ραδιοφωνική εκπομπή που άφησε ισχυρό αποτύπωμα τα επόμενα χρόνια».

 

«Να έχουμε τρεις μεγάλους ή 20 λιγότερο μεγάλους;»-1
1978. Σε στιγμές μεγάλης ευθυμίας, με τον Μίνω Αργυράκη, στα χρόνια του περίφημου Τρίτου Προγράμματος.

Στο Παρίσι

Θα περίμενε κανείς ότι ο Νίκος Κυπουργός θα εκμεταλλευόταν τις ευκαιρίες που είχε ήδη στο θέατρο και στο σινεμά. Εκείνος διάλεξε το Παρίσι, αποφασισμένος να συνεχίσει τις σπουδές του δίπλα σε προσωπικότητες όπως ο Ξενάκης, ο Μπουλέζ, ο Λουτοσλάβσκι. «Ηθελα να γνωρίσω τις σύγχρονες τάσεις της μουσικής, να μελετήσω διαφορετικούς τομείς κι έτρεχα να παρακολουθήσω διαλέξεις για φυσική, σύγχρονα μαθηματικά, φωνητική, σύνθεση, ανάλυση, ηλεκτροακουστική μουσική».

Δεν ήταν εύκολα. Είχε χαθεί άλλωστε η άνεση των παιδικών του χρόνων. «Η μητέρα μου τραγουδούσε, ήταν Αθηναία. Ο πατέρας μου καταγόταν από ένα χωριό των Καλαβρύτων, δεν είχε σχέση με την τέχνη. Ηταν αυτοδημιούργητος. Από υπάλληλος σε ηλεκτρικά, εξελίχθηκε, άνοιξε ένα κατάστημα, εισήγαγε όλες τις μεγάλες τότε ηλεκτρικές συσκευές. Κάποια στιγμή τα έχασε όλα. Οταν άρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική περισσότερο, η οικογένεια έπεσε σε απόλυτη ένδεια. Στο Παρίσι έμενα σε μια σοφίτα σε συνθήκες στέρησης. Δούλευα σε ένα μαγαζί και πουλούσα παρτιτούρες για να αγοράσω κουπόνια για φαγητό. Νομίζω ότι η αλλαγή αυτή μου έκανε καλό». Το καλομαθημένο παιδί είδε ξαφνικά τις δυσκολίες της ζωής.

«Ο Ξενάκης ήταν ένας ευγενέστατος άνθρωπος και πολύ κλειστός. Δεν ακολούθησα ένα δικό του μοντέλο, όμως μου δίδαξε το άνοιγμα στο άγνωστο και στο απρόοπτο. Τότε υπήρχε μια σύγκρουση της σύγχρονης μουσικής με τη χρηστική μουσική, του τραγουδιού. Το σχίσμα που χώριζε τη σύγχρονη μουσική και στο τέλος την καταδίκασε σε απόλυτη απομόνωση από το κοινό. Τα όρια ήταν πάντα δυσδιάκριτα κατ’ εμέ, γι’ αυτό μου άρεσε να είμαι στο μεταίχμιο. Από τους διαχωρισμούς έγιναν πολλές παρεξηγήσεις. Προσπαθούσα να μην ακολουθώ τα όρια».

«Να έχουμε τρεις μεγάλους ή 20 λιγότερο μεγάλους;»-2
1982. Ανάμεσα στον Λευτέρη Βογιατζή και στη Ράνια Οικονομίδου. Πίσω διακρίνονται ο Τάσος Μπαντής και ο Δημήτρης Καταλειφός.

«Κάποια αγαπημένα μου θέματα γράφτηκαν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου»

Στην Αθήνα πια, το 1985 αναλαμβάνει τη θέση του ενορχηστρωτή στον «Σείριο» του Μάνου Χατζιδάκι. Ηταν το δεξί του χέρι στη δισκογραφική που ίδρυσε, καθώς και ενορχηστρωτής σημαντικών έργων του όπως η «Λαϊκή Αγορά» και αργότερα η ημιτελής «Αμοργός». «Ο Χατζιδάκις εμπιστευόταν τους ανθρώπους κι αυτό σε έκανε να νιώθεις μεγαλύτερη ευθύνη. Ηταν τεράστια εμπειρία η ιστορία του Σείριου που κράτησε σχεδόν δέκα χρόνια. Εμπειρία ήταν επίσης οι Αγώνες Τραγουδιού της Κέρκυρας και της Καλαμάτας. Είχε μια γενναιοδωρία στους νέους που εκτιμούσε και μας έμαθε να είμαστε κι εμείς ανοιχτοί στους επόμενους και στο καινούργιο. Είχε τεράστια παιδεία, διάβαζε πολύ, συγχρόνως ήταν μεγάλος γνώστης της τεχνολογίας. Μας έλεγε, όταν πεθάνω θέλω να μου φέρνετε περιοδικά με κάθε εξέλιξη της τεχνολογίας. Ακουγε όλα τα είδη της μουσικής, πολύ περισσότερο από άλλους συναδέλφους του της σοβαρής μουσικής».

Στο θέατρο ο Κυπουργός συνεργάστηκε με τους καλύτερους σκηνοθέτες, όπως και στον κινηματογράφο. «Στο θέατρο έχεις συχνά την ευκαιρία να πειραματιστείς με τη μουσική. Στο σινεμά που είναι πιο λαϊκή τέχνη, σου ζητάνε μια πιο κλασική γλώσσα που επίσης κάλυπτε κάποιες ανησυχίες μου. Η παραγγελία στη μουσική βοηθάει να ανακαλύψεις πράγματα που περιέχεις και έμεναν κρυμμένα».

«Να έχουμε τρεις μεγάλους ή 20 λιγότερο μεγάλους;»-3
Με τον Μάνο Χατζιδάκι το 1975. «Είχε μια γενναιοδωρία στους νέους που εκτιμούσε και μας έμαθε να είμαστε κι εμείς ανοιχτοί στους επόμενους και στο καινούργιο».

Η πίεση στην περίπτωσή του λειτουργούσε πάντα δημιουργικά. «Δίπλα στο κρεβάτι μου έχω πάντα ένα πεντάγραμμο και ένα μολύβι. Σε κάθε ιδέα μου σημειώνω την ημερομηνία, αν είναι ημέρα ή νύχτα. Οι καλύτερες ιδέες έρχονται το βράδυ. Το έργο μου “Προσοχή, ο πρίγκιπας λερώνει” και πιο πρόσφατα η “Μήδεια” του Μποστ, γράφτηκαν υπό μεγάλη πίεση. Κάποια από τα πιο “παράξενα” κι αγαπημένα μου θέματα γράφτηκαν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, στα πεντάγραμμα που είχα στο κομοδίνο. Αναρωτιέμαι καμιά φορά αν μου ανήκουν, αν θα μπορούσα να τα έγραφα και ξύπνιος».

Η σχέση των παιδιών με τη μουσική συνεχίζει να τον απασχολεί. Είναι υπεύθυνος για τη συνάντηση των Μουσικών Σχολείων κάθε άνοιξη. «Η μουσική είναι ένα πολύτιμο φάρμακο. Θεωρώ τα Μουσικά Σχολεία τη σημαντικότερη μεταρρύθμιση στην παιδεία». 

Από το 2003 ζει στη Σύρο. «Οταν έγινα 50 χρονών και έβλεπα φίλους μου να ’χουν αποτραβηχτεί ζώντας άλλη ποιότητα ζωής, αναζήτησα κι εγώ ένα κρησφύγετο. Η Σύρος δεν ήταν υποψήφια, όταν όμως μια μέρα βρέθηκα κατά λάθος εκεί χάνοντας το πλοίο για την Αμοργό, την ερωτεύτηκα σε τέτοιο βαθμό που το ίδιο βράδυ βρήκα το σπίτι που μένω από τότε». Εκτοτε δένεται όλο και περισσότερο. Το 2010 ίδρυσε με μια ομάδα 25 μουσικών και τραγουδιστών που ζουν στη Σύρο, την Ορχήστρα των Κυκλάδων. Ενημερώνεται για κάθε νέα τάση. «Ακούω τα πάντα. Τα καλά, αλλά και τη σαβούρα για να έχω προσωπική γνώμη. Να το καλό του YouTube. Ανακάλυψα πολλά παιδιά με ταλέντο και γνώσεις που κινούνται σε διαφορετικά μουσικά είδη. Είμαι λάτρης των επιμειξιών στη μουσική». Ομως, μπορεί να έχουμε μεγέθη ανάλογα εκείνων που σφράγισαν τη δεκαετία του ’60; «Αντί να έχουμε τρεις μεγάλους δεν είναι καλύτερο να έχουμε 20 λιγότερο μεγάλους και να κατανέμεται η ενέργεια σε περισσότερους; Ονειρεύομαι πάντοτε μια καλύτερη εποχή, αυτό με κρατάει μάχιμο».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή