Στις θάλασσες του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ

Στις θάλασσες του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ

Ο νομπελίστας Βρετανός συγγραφέας, που ξεκίνησε από τον πόλεμο των ανδρών και κατέληξε στο γυναικείο μυστήριο.

6' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Άρχοντας Των Μυγών
μτφρ. Έφη Τσιρώνη
εκδ. Διόπτρα, 2021, σελ. 376

WILLIAM GOLDING
Διπλή Γλώσσα
μτφρ. Ρηγούλα Γεωργιάδου
εκδ. Διόπτρα, 2021, σελ. 224

Από το σπίτι των παππούδων του όπου πέρναγε τα παιδικά του καλοκαίρια, ατένιζε τον Ατλαντικό ωκεανό. Οι μεγάλες, χρυσές αμμουδιές της βόρειας Κορνουάλλης, οι παραλίες του Φιστράλ και του Νιούκι, ήταν μόνο ένα δεκάλεπτο περπάτημα μακριά. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε μόλις ξεκινήσει και τα γερμανικά υποβρύχια τορπίλιζαν ανελέητα τον βρετανικό εμπορικό στόλο. To πεντάχρονο αγόρι έβλεπε από το παράθυρο του τον καπνό των χτυπημένων καραβιών και άκουγε ιστορίες για βάρκες που έφερναν στις ακτές επιζώντες και “κομμάτια από ναύτες”. 

Ο μικρός λεγόταν Γουίλιαμ Γκόλντινγκ και έμελλε να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της Αγγλίας. Γεννήθηκε εκεί, στο Νιούκι της Κορνουάλλης, το 1911, και πρόλαβε από τρυφερή ηλικία να πάρει το διπλό βάπτισμα της θάλασσας και του πολέμου, ενός δίπτυχου που έκτοτε πρωταγωνίστησε στη ζωή και το έργο του. Σπούδασε Αγγλική φιλολογία στην Οξφόρδη, έγραψε ένα βιβλίο με ποιήματα χωρίς μεγάλη επιτυχία και ακολουθώντας τα χνάρια του γυμνασιάρχη πατέρα του, έγινε κι αυτός καθηγητής σε σχολείο. Όμως ο βίαιος και  συναρπαστικός αστερισμός της θάλασσας και του πολέμου, όπου είχε ταξιδέψει από μικρός, τον μαγνήτισε ξανά.

Ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1940, κατετάγη στο Βασιλικό Ναυτικό και βρέθηκε να πολεμάει σε ιστορικές μάχες από τις οποίες βγήκε ηρωικά (και πολύ τυχερά) ζωντανός. Ο Γκόλντινγκ ήταν εκεί, στον πορθμό της Δανίας, το 1941, όταν οι Βρετανοί καταδίωξαν και βύθισαν το γερμανικό θωρηκτό Μπίσμαρκ, αλλά και, δύο χρόνια μετά, όταν μαζί με τους Αμερικάνους επιτέθηκαν στις ακτές της Νορμανδίας, στην πιο διάσημη πολεμική απόβαση της ιστορίας. Εκείνο το βράδυ διετέλεσε διοικητής ενός πλοιαρίου που εξαπέλυε πυραύλους – “τούβλα” όπως τα έλεγαν μεταξύ τους οι στρατιώτες – με τελικό στόχο 750 από αυτά να σκάσουν σε μια έκταση δύο στρεμμάτων στην ακτή, δημιουργώντας μια κόλαση από φωτιά. Εκείνο το βράδυ, ο εικοσιτριάχρονος υποπλοίαρχος, είδε κατάματα την κόλαση του πολέμου. 

Στο δοκίμιο του “Το Κανάλι της Μάγχης”, γράφει με τον συναρπαστικό του τρόπο, για πράγματα που θυμάται από αυτή τη νυχτερινή μάχη: “… το Κανάλι ήταν απέραντο εκείνο το βράδυ, ωκεάνιο, και από πάνω του απλωνόταν μια θάλασσα από κόκκινα αστέρια: ήταν τα φωτάκια από τα αεροπλάνα και τα ανεμόπτερα που πετούσαν προς τα νότια. Πλεάμε όλο το βράδυ προς τα νοτιοανατολικά με μέγιστη ταχύτητα, πάνω από θεοσκότεινα, μαύρα κύματα που έλαμπαν από το πλαγκτόν και – πιθανότατα –  έκρυβαν μέσα τους νάρκες. Έμεινα εκεί για ώρες σε συνεχή επαγρύπνηση, νιώθοντας την ιστορία μέσα στα χέρια μου, σκληρή και βαριά, σαν τούβλο”.
Ένα χρόνο μετά έμελλε να κάνει το ίδιο σε μια άλλη μάχη, έξω από το Βαλχέρεν της Ολλανδίας. Εκεί, όπως και στη Νορμανδία, γλίτωσε τον θάνατο από θαύμα. Η θητεία του στα πολεμικά πλοία κράτησε συνολικά έξι χρόνια, ως το 1946. Μόνο ένα επτάμηνο υπηρέτησε στην ξηρά, σε ένα κέντρο επιστημονικής έρευνας στη Νέα Υόρκη, τελώντας χρέη βοηθού του Λόρδου Τσεργουελ, έμπιστου επιστήμονα στο πλευρό του Τσώρτσιλ. “Η θάλασσα κοίταξε για πολύ καιρό τον Γουίλιαμ Γκόλντινγκ, και αυτός τη θάλασσα”, είχε γράψει ο ιστορικός και συγγραφέας Άντριου Σινκλέρ. 

Το 1954 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο, ο “Άρχοντας των Μυγών”, που τον εκτόξευσε ξαφνικά στο παγκόσμιο λογοτεχνικό πάνθεον – και τον κράτησε εκεί για πάντα. Σε μια σαρκαστική, σκοτεινή παραφθορά του κλασικού παιδικού μυθιστορήματος “Κοραλένιο Νησί” του Ρ.Μ. Μπαλαντάιν, ο Γκόλντινγκ διηγείται την ιστορία μιας παρέας σχολιαρόπαιδων που ναυαγούν σε’ ένα ερημικό νησί, καταλήγοντας να αλληλοεξοντωνονται. Τα έργα ωμής βίας και τα παιχνίδια εξουσίας στα οποία επιδίδονται τα ανήλικα αγόρια αποτελούν σκληρή, σαρκαστική αλληγορία, που παραπέμπει όχι μόνο στην εκπαιδευτική εμπειρία του συγγραφέα και την δια ζώσης επαφή του με την αναπάντεχα σκληρή παιδική βία, αλλά, κυρίως, στην εξάχρονη πολεμική του θητεία. Όπως είχε πει ο ίδιος: “Αν εκείνα τα χρόνια δεν έβλεπες ότι το ανθρώπινο ον είναι ικανό να παράγει κακό όπως οι μέλισσες παράγουν μέλι, θα πρέπει να ήσουν τυφλός”. Οι τραυματικές μνήμες του πολέμου τον ακολούθησαν έκτοτε σαν “γκρίζες σκιές” που τον “κρυφοκοιτάνε πάνω από τον ώμο”, όπως χαρακτηριστικά είχε πει.

Ο στοχασμός του πάνω στο “εγγενές ελάττωμα” της ανθρώπινης φύσης να παράγει κακό, που, όπως πίστευε, είναι αυτό που γεννά και τα ελαττώματα της ίδιας της κοινωνίας, παρέμεινε κοινός στα μεταγενέστερα έργα του. Τον συναντάμε στους “Κληρονόμους” του 1955, όπου οι απλοί και άκακοι Νεάντερταλ συναντούν την σκληρότητα του “Νέου Ανθρώπου” αλλά και στο “Rites of Passage”, ένα βιβλίο του που κέρδισε το 1980 το βραβείο Μπούκερ, όπου το ταξίδι ενός αριστοκράτη πάνω σε ένα ιστιοφόρο ξεκινά με ευχάριστο τρόπο για να καταλήξει σε στιγμές δημόσιας ταπείνωσης. Κάθε έδαφος, κάθε νησί, κάθε πλεούμενο, αποτελεί στον κόσμο του Γκόλντινγκ ένα προσωρινό θέατρο για την άσκηση ανθρώπινης σκληρότητας. Όμως τριγύρω πάντοτε απλώνεται η θάλασσα και το ταξίδι σε αυτήν, σαν κρυφή ελπίδα για τον εξαγνισμό του κακού, για νέμεση κι αναζήτηση αλήθειας. Στο μυθιστόρημα του “Pincher Martin” (1956), βλέπουμε μάλιστα και μια αναφορά στην εμπειρία που είχε ως ναυαγός, όταν το σκάφος του (ένα παλιό, ξύλινο, μεγάλο Ολλανδικό ιστιοφόρο), πάνω στο οποίο είχε μόλις ξεκινήσει μια κρουαζιέρα με φίλους και μέλη της οικογένειας του, εμβολίστηκε από ένα γιαπωνέζικο φορτηγό πλοίο στο στενό της Μαγχης με αποτέλεσμα να βουλιάξει. “Έχω πλεύσει σε αυτήν, έχω πολεμήσει σε αυτήν, εχω φωτογραφίσει στο βυθό της, έχω τρομάξει από αυτήν, κι έχω κάνει οτιδήποτε μπορείς να κάνεις σ’ αυτήν  εκτός από το να πνιγώ”, είχε πει για τη θάλασσα. 

Μισό αιώνα μετά από τον περιβόητο “Αρχοντα των Μυγών”, ο Γκόλντινγκ, έχοντας πια κερδίσει βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας και χριστεί Ιππότης, είναι πια πολύ μακριά από τα χρόνια που ήταν στρατιώτης και δάσκαλος. Ζει στην αρχοντική έπαυλη που έχει αγοράσει στη γενέτειρα του Κορνουάλη και γράφει εκεί αυτό που έμελλε να είναι το τελευταίο του βιβλίο. Δεν πρόλαβε όμως να το τελειώσει, αφού έφυγε από τη ζωή από καρδιακή προσβολή, ετών 82, το 1993. Το βιβλίο ονομάστηκε “Διπλή Γλώσσα” και κυκλοφόρησε το 1995.

Μισό αιώνα μετά τα βίαια αγόρια και το ερημικό νησί, μισό αιώνα γεμάτο με αρσενικούς πρωταγωνιστές που εξερευνούν τα όρια της θάλασσας και της ανθρώπινης σκληρότητας, ο Γκόλντινγκ αλλάζει τα χαρτιά του και τοποθετεί στο κέντρο της ιστορίας του, για πρώτη και τελευταία φορά, μια γυναίκα. Η θάλασσα βέβαια είναι πάντα εκεί – η πρωταγωνίστρια του, η Αριήκη, είναι η μάντισσα στους Δελφούς, και ο Κορινθιακός κόλπος στέκεται λίγο πιο κάτω από τον “ομφαλό της γης” – μισή μέρα περπάτημα από το μαντείο. Στην εποχή που η δόξα της Αθήνας ξεφτάει και έρχεται σιγά-σιγά η κυριαρχία της Ρώμης, ο γηραιός συγγραφέας μας μεταφέρει σε ένα πεδίο που αγαπούσε όλη του τη ζωή, την κλασική Ελλάδα. (Διαβάζοντας το δοκίμιο του για τη μάχη των Θερμοπυλών, “The Hot Gates”(1965), νιώθεις πως βρίσκεσαι εκεί, σε ένα βράχο πάνω από το στενό, παρακολουθώντας τη μάχη που έκρινε την εξέλιξη του δυτικού κόσμου).

Η αφήγηση της ιέρειας γίνεται σε πρώτο πρόσωπο κι είναι ακαταμάχητη, αποτελώντας ελεγειακό και συχνά αυτοσαρκαστικό απολογισμό ζωής και παράλληλα σκιαγράφηση του ιστορικού και κοινωνικού του πλαισίου. Ο Γκόλντινγκ φαίνεται πως καταλάβαινε καλά τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο αλλά και το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα (και στην περίπτωση της Αριήκης, ιδιαίτερα έξυπνη γυναίκα) σε έναν πατριαρχικό κόσμο. “Οι γυναίκες κάνουν λάθος να θεωρούν πως είναι ίσες με τους άντρες – είναι μακράν ανώτερες από αυτούς”, είχε κάποτε πει.

Ξεκινώντας από τον πόλεμο των ανδρών και καταλήγοντας στο γυναικείο μυστήριο, ο Γκόλντινγκ, στα τελευταία του, δε βρίσκει την απόλυτη αλήθεια, όπως δε τη βρίσκει και η τελευταία ηρωίδα του (ή το, τελευταίο του άλτερ έγκο, μπορεί κανείς να πει), στο τέλος της αφήγησης. Μας δίνει όμως μέσα από τό έργο του ένα χάρτη να την ψάξουμε, και αυτός βρέχεται από κάθε του μεριά από τις επτά θάλασσες.

Στις θάλασσες του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ-1
Στον «Αρχοντα των Μυγών» ναυαγεί σε ένα ερημικό νησί μια παρέα σχολιαρόπαιδων και καταλήγουν να αλληλοεξοντώνονται. 

Στις θάλασσες του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ-2
Στη «Διπλή γλώσσα», η αφήγηση της Αριήκης, μιας μάντισσας στους Δελφούς, αποτελεί ελεγειακό και συχνά αυτοσαρκαστικό απολογισμό ζωής του ίδιου του συγγραφέα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή