Διονύσης Μαρίνος στην «Κ»: «Οσα δεν ζήσαμε είναι δικά μας για πάντα»

Διονύσης Μαρίνος στην «Κ»: «Οσα δεν ζήσαμε είναι δικά μας για πάντα»

Ο συγγραφέας Διονύσης Μαρίνος μιλάει στην «Κ» για τις ανθρώπινες συμπεριφορές και τον γυναικείο ψυχισμό

3' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Γράφει ποίηση, διηγήματα, μυθιστορήματα, κείμενα κριτικά για βιβλία. Πάνω από όλα, όμως, ο Διο-νύσης Μαρίνος παρατηρεί και αφουγκράζεται την ανθρώπινη συμπεριφορά, συμπάσχει και συντονίζεται με το ανθρώπινο δράμα. Το τελευταίο του μυθιστόρημα με τίτλο «Μπλε ήλιος» (εκδ. Μεταίχμιο) μπαίνει βαθιά στον γυναικείο ψυχισμό, αποτυπώνοντας με θαυμαστή λεπτομέρεια τη ρουτίνα της ζωής, αλλά κυρίως την έξαψη και τον σπινθήρα όταν αυτά ανάβουν ακόμη και μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες.

– Πώς γεννήθηκε η ιδέα για το μυθιστόρημά σας;

– Δεν ξέρω πώς γεννήθηκε ακριβώς. Η φύση της ανάγκης ορισμένες φορές είναι αδιευκρίνιστη. Ξέρω όμως πώς απωθήθηκε για χρόνια. Το γεγονός ότι ο «Μπλε ήλιος» περιέχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία μού προκαλούσε μια ανησυχία, την ίδια στιγμή που με έσπρωχνε να μεταφέρω την ιστορία στο χαρτί. Ηταν μια πάλη που κράτησε μέσα μου αρκετό διάστημα και μόνο όταν αισθάνθηκα έτοιμος και ώριμος μπόρεσα να την καταγράψω. Είμαι σίγουρος ότι πριν από πέντε χρόνια δεν θα μπορούσα να είχα γράψει αυτό το βιβλίο· θα με κατάπινε.

– Η κεντρική ηρωίδα σας είναι μια γυναίκα στη μέση ηλικία. Πόσο κοντά νιώθετε στην ψυχοσύνθεσή της; Από πού αντλείτε τα ερεθίσματα για τον ψυχισμό της;

– Εκ των πραγμάτων, δεν μπορώ να επικαλεστώ την εμπειρία. Δεν θα γίνω ποτέ γυναίκα που βλέπει τις χαρές της νιότης να γλιστρούν από τα ακροδάχτυλά της. Σε αυτές τις περιπτώσεις οφείλεις να επιστρατεύσεις την ενσυναίσθησή σου, να αφεθείς, να παρατηρήσεις, να προσπαθήσεις να δεις μέσα από τα μάτια αυτής της γυναίκας. Η Μαριάννα, η κεντρική ηρωίδα του μυθιστορήματός μου, δεν είναι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά πολλά. Προέκυψε από γυναίκες που γνώρισα, που έζησα μαζί τους, που τις συνάντησα τυχαία στον δρόμο.

Πάντα πίστευα, κι έπειτα απ’ αυτό το βιβλίο το πιστεύω ακόμη περισσότερο, ότι οι γυναίκες, σε σχέση μ’ εμάς τους άντρες, είναι ικανές να προσεγγίσουν πολύ πιο βαθιά συναισθηματικά στρώματα. Αυτό τις κάνει πιο γόνιμες, πιο έτοιμες να αντέξουν τα δύσκολα φορτία της ζωής. Η Μαριάννα είναι μια γυναίκα που αντιλαμβάνεται, έστω κι αργά, πως δεν έζησε τη ζωή της, πως της ξέφυγε η χαρά, αλλά αυτό δεν την κάνει μεμψίμοιρη. Αντίθετα, την οδηγεί σε μια καταλλαγή, σε μια πλέρια συνειδητοποίηση της πιο σκληρής αλήθειας. Εντέλει, αυτά που δεν ζήσαμε είναι δικά μας για πάντα.

«Οι γυναίκες, σε σχέση με τους άντρες, προσεγγίζουν πολύ πιο βαθιά συναισθηματικά στρώματα. Αυτό τις κάνει πιο γόνιμες, πιο έτοιμες να αντέξουν τα δύσκολα φορτία της ζωής».

– Εχουν οι άνθρωποι τρόπους να ξεμάθουν τη συνήθεια; Να διαγράψουν νέους κύκλους στη ζωή τους, ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία;

– Οι άνθρωποι είμαστε όντα της συνήθειας. Ακόμη κι αυτοί που αναζητούν να καρυκεύσουν την πλήξη της καθημερινότητάς τους με κάτι διαφορετικό, αναπόδραστα σε μια άλλου τύπου συνήθεια ξεπέφτουν. Οχι, νομίζω πως δεν είναι εύκολο να ξεφύγεις από αυτά που σου έφερε η ζωή· όπως σου τα έφερε. Πώς καις τις γέφυρες αποφασίζοντας να χτίσεις από την αρχή καινούργιες; Χρειάζεται τρομερή ψυχική ετοιμότητα, ακόμη και σωματική, ας μην το παραλείπουμε αυτό, για να κάνεις ένα νέο ξεκίνημα. Οι περισσότεροι δεν το αποφασίζουμε, αφήνουμε το ρεύμα να μας παρασύρει.

– Πεζός λόγος και ποίηση. Ακόμη και δημοσιογραφία. Πώς επικοινωνούν μεταξύ τους μέσα σας οι φόρμες; Τι κοινά και τι διαφορετικό έχουν αυτοί οι τρόποι έκφρασης;

– Το κοινό στοιχείο, φυσικά, είναι οι λέξεις. Οποια φόρμα έκφρασης και αν επιλέξει κανείς, το βασικό εργαλείο του δεν γίνεται παρά να είναι οι λέξεις που θα χρησιμοποιήσει. Αυτό που διαφοροποιεί τη δημοσιογραφία από τη λογοτεχνία είναι το ειδικό βάρος των νοημάτων που προκύπτει από τον συνδυασμό των λέξεων. Η δημοσιογραφία χρησιμοποιεί την τεχνική πλευρά των λέξεων. Τη λιγότερο σημασιολογική. Σε αντίθεση με την πεζογραφία, πολύ περισσότερο με την ποίηση, όπου κάθε λέξη κουβαλάει ένα συμπυκνωμένο νόημα, το οποίο οδηγεί στη διακινδύνευση. Αυτό είναι η τέχνη: ένας άγνωστος, πλην ζωογόνος, κίνδυνος.

– Γιατί επιλέξατε ή σας επέλεξε η γραφή;

– Σίγουρα δεν με επέλεξε η γραφή. Αυτό μπορεί να συμβαίνει σε λίγους. Υποθέτω αν λέγεσαι Φόκνερ ή Κορτάσαρ, η λογοτεχνία θα σου κλείσει το μάτι. Ολοι οι υπόλοιποι την επιλέγουμε· το ίδιο έκανα κι εγώ. Υπήρξα ένας μοναχικός άνθρωπος που του άρεσε να κλείνεται σ’ ένα δωμάτιο, να διαβάζει και να καταγράφει την ανησυχία του. Μου συνέβη αυτό ακριβώς που έλεγε και ο Πασκάλ: όλα ξεκίνησαν από τη στιγμή που ο άνθρωπος δεν μπορούσε να κάτσει ήσυχος στο δωμάτιό του. Δεν θέλει και πολύ να περάσεις από την ανάγνωση στη γραφή. Είναι σαν να κολυμπάς από τη μια όχθη του ποταμού στην άλλη, βέβαιος πως κάποια στιγμή θα πνιγείς. Απλώς δεν ξέρεις πότε και πώς θα σου συμβεί.

Διονύσης Μαρίνος στην «Κ»: «Οσα δεν ζήσαμε είναι δικά μας για πάντα»-1
Το μυθιστόρημα «Μπλε ήλιος» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή