Αλέκος Φασιανός: Ζωγραφίζοντας το όραμα που λέγεται Ελλάδα

Αλέκος Φασιανός: Ζωγραφίζοντας το όραμα που λέγεται Ελλάδα

«Αγαπούσε την ποίηση και τους ποιητές και είχε αντλήσει έμπνευση από τη δουλειά τους», λέει στην «Κ» η κόρη του, Βικτωρία.

3' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Και τώρα αυτά που ζωγραφίζω κρατούν φλεγόμενα σπαθιά όπως οι βυζαντινοί άγιοι. Είναι όμως πλάσματα απόκοσμα, της δικιάς μου φαντασίας, όπως προήλθαν μέσα από τις σκοτεινές εκκλησίες. Μου αρέσει η κόκκινη μάζα ή η μπλε, όχι όμως αφηρημένη. Θέλω να συμβολίζει κάτι το χρώμα ή οι γραμμές. Για αυτό πάντα οι φιγούρες που ζωγραφίζω είναι διαλυμένες και ζουν στα λουλούδια. Ισως είναι πεθαμένες».

Αυτά έγραφε σε κείμενό του ο Αλέκος Φασιανός το 1964. Ηταν τότε 29 ετών, και το απόσπασμα υπήρξε η κατακλείδα μιας προσωπικής αναδρομής σε όσους και όσα επηρέασαν την τέχνη του. Ο ίδιος, σε μεγαλύτερη ηλικία, έλεγε θυμοσοφικά, όπως θυμάται η ιστορικός τέχνης Εφη Αγαθονίκου, με την οποία είχε φιλική σχέση: «Ο ζωγράφος όταν είναι νέος μοιάζει με το ποτάμι που βρίσκεται κοντά στην πηγή. Εχει ορμητικότητα που παρασύρει τα πάντα: τις πέτρες, τα ξύλα. Σιγά σιγά όπως το ποτάμι προχωρά, ηρεμεί και κυλά κατασταλαγμένο».

O Αλέκος Φασιανός έφυγε από τη ζωή την περασμένη Κυριακή, σε ηλικία 87 ετών. Τα τελευταία περίπου δύο χρόνια είχε πάψει να ζωγραφίζει. Η πιο πρόσφατη έκθεση από τις πολυάριθμες που έγιναν όλα αυτά τα χρόνια για το έργο του ήταν το 2019 στο Ιδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη. Ο ίδιος είχε ενεργό συμμετοχή στο στήσιμο, σε συνεργασία με τον επιμελητή Τάκη Μαυρωτά, και ο τίτλος της ήταν «Αλέκος Φασιανός – Βαγγέλης Χρονάς. 30 χρόνια φιλίας». Η έκθεση συνδύαζε ζωγραφική και ποίηση.

Αλέκος Φασιανός: Ζωγραφίζοντας το όραμα που λέγεται Ελλάδα-1
«Αθηναϊκό πανόραμα» (1989), λάδι σε μουσαμά. Συλλογή Εθνικής Πινακοθήκης Ελλάδος, δωρεά του καλλιτέχνη.

«Αγαπούσε την ποίηση και τους ποιητές και είχε αντλήσει έμπνευση από τη δουλειά τους», λέει στην «Κ» η κόρη του, Βικτωρία Φασιανού. Ο Λουί Αραγκόν, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Νίκος Καρούζος ήταν μερικοί από τους ποιητές φίλους του. Η προσωπική επαφή και η αγάπη στο έργο τους –επίσης στην ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη, του Γκιγιόμ Απολινέρ, του Ιβ Ναβάρ, στη λογοτεχνία του Κώστα Ταχτσή– απέδωσε εξαιρετικές εικονογραφήσεις εκδόσεων. Αυτή ήταν μια από τις πολλές πτυχές της καλλιτεχνικής δημιουργίας του. Εκτός από τη ζωγραφική, τη συστηματική ενασχόλησή του με τη χαρακτική και τις εφαρμοσμένες τέχνες, δημιούργησε τα σκηνικά για πολυάριθμες παραγωγές θεατρικών έργων, σχεδίασε σημαντικό αριθμό εκδόσεων τέχνης και εικονογράφησε πληθώρα λογοτεχνικών εκδόσεων.

«Δεν ήταν μόνο ζωγράφος, ήταν ένας άνθρωπος που βρισκόταν μέσα σε όλα όσα ονομάζουμε “καλλιτεχνικά δρώμενα”. Αλλά το όραμα που λέγεται Ελλάδα συνδέει το έργο του. Τον ενέπνεε ο ανθρωποκεντρικός ελληνικός πολιτισμός και ο λαϊκός, απλός άνθρωπος», λέει η κ. Αγαθονίκου. «Ο Αλέκος ήταν ο εικαστικός που ζωγράφιζε αυτό που έβλεπε, αυτό που ζούσε. Δεν ήθελε να ακολουθήσει τα ευρωπαϊκά ρεύματα, μολονότι τα μελέτησε», σχολιάζει η ιστορικός τέχνης. «Ως καλλιτέχνης αισθανόταν ότι έπρεπε να κάνει αυτό που είχε μέσα του. Η αρχαιότητα και το Βυζάντιο αποτελούσαν βιώματα που εξωτερικεύτηκαν. Οι επίπεδες μορφές στις συνθέσεις του είναι βγαλμένες από τις αρχαιοελληνικές ληκύθους, τα χρυσά “φώτα” έρχονται από το Βυζάντιο. Επίσης παρατηρούσε τον κόσμο πολύ προσεκτικά και προσπαθούσε να αποδώσει την καθημερινότητα των ανθρώπων. Το πέτυχε με έναν τρόπο ποιητικό και ταυτόχρονα πρωτότυπο», καταλήγει. Ακόμη και την πιο μουντή ημέρα, βγαίνοντας κανείς από τον σταθμό του μετρό «Μεταξουργείο» θα βρει λίγη από τη χαρά της ζωής στη μεγάλη σύνθεση του Φασιανού με τίτλο «Ο μύθος της γειτονιάς μου». Με χρώμα και φως, με κάποια νοσταλγία και τρυφερή ματιά στη γειτονιά όπου μεγάλωσε, ο ζωγράφος περιγράφει σκηνές από τη μεταπολεμική Ελλάδα. «Ηθελε πολύ να υπάρχουν τα έργα του παντού, όχι μόνο στα σπίτια των πλουσίων», τονίζει η κ. Αγαθονίκου. «Για αυτό στα καφέ όπου σύχναζε, διαρκώς ζωγράφιζε. Και χάριζε τα σχέδιά του σε φίλους. Στα πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής του δημιουργίας προσπαθούσε να ζωγραφίσει παραστατικά. Απελευθερώθηκε όταν ανακάλυψε τη μονοκοντυλιά, τη γραμμή που μοιάζει με τη ζωγραφική των παιδιών. Θαύμαζε την απλότητα. Προσπαθούσε να δουλέψει με όσο το δυνατόν λιγότερες κινήσεις, ώστε το αποτέλεσμα να διαθέτει λιτότητα σε συνδυασμό με μια παιδική αθωότητα. Η αισιοδοξία που αποπνέουν τα έργα του είναι μεταδοτική».

Η κηδεία του τελείται σήμερα στο κοιμητήριο Παπάγου στις 2 μ.μ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή