Η άβολη κληρονομιά του Ολοκαυτώματος και η Θεσσαλονίκη

Η άβολη κληρονομιά του Ολοκαυτώματος και η Θεσσαλονίκη

Προβλήθηκε πρόσφατα στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης η πολυαναμενόμενη «Η πόλη και η πόλη» των Σύλλα Τζουμέρκα και Χρήστου Πασσαλή.

3' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Προβλήθηκε πρόσφατα στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης η πολυαναμενόμενη «Η πόλη και η πόλη» των Σύλλα Τζουμέρκα και Χρήστου Πασσαλή. H ταινία αποτελεί συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και την επιμελήθηκε ο Ορέστης Ανδρεαδάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής και ψυχή του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης τα τελευταία χρόνια.

Η ταινία δέχθηκε εξαιρετικά σχόλια, όπως, για παράδειγμα, στην Μπερλινάλε, όπου πρόσφατα προβλήθηκε, αλλά αυτομάτως ξεσήκωσε –αναμενόμενες– αντιδράσεις. Μέρος των αντιδράσεων οφείλεται στο υβριδικό φορμά της. Η ταινία κινείται μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας. Επιμένει να χρησιμοποιεί ως μυθοπλαστική βάση πραγματικά γεγονότα και πρόσωπα, ενώ παρεμβάλλει τεκμηριωτικό υλικό μέσα στην αφήγηση, παίζοντας με τον ιστορικό χρόνο και χώρο. Εξι διαφορετικά επεισόδια της εβραϊκής ιστορίας της Θεσσαλονίκης ξετυλίγονται σπονδυλωτά με ιστορικά ελλειπτική αφήγηση, παρά την παρουσία τεκμηριωτικών περιγραφών. Τα επεισόδια αυτά καταγράφουν το πογκρόμ του Κάμπελ, το Μπλόκο της Επανομής, τους εξευτελισμούς στην πλατεία Ελευθερίας, ενώ θίγουν με οξύτητα ζητήματα όπως ο δωσιλογισμός, η απονομή δικαιοσύνης και η μεταπολεμική αμνησία γύρω από το γεγονός της εξόντωσης.

Πρόκειται για μια σκληρή, ωμή ταινία. Η τεχνική της φέρνει τον θεατή στο όριό του. Τον πιέζει, τον κάνει να νιώσει άβολα, ανασφαλής, έως και ανεπαρκής έναντι του θεάματος που παρακολουθεί. Το βασικό αφηγηματικό όπλο της βρίσκεται στην επιλογή των σκηνοθετών να αφηγηθούν την ιστορία του Ολοκαυτώματος μέσα από το παρόν της σύγχρονης πόλης. Δεν χρησιμοποιούν τις συνηθισμένες τεχνικές (π.χ. αναπόλησης ή κάποιας ερευνητικής διαδικασίας), αλλά τοποθετούν τις ιστορικές σκηνές στον σύγχρονο ιστό και σκηνικό της πόλης. Ετσι, ο πρώτος Εβραίος επιζών των στρατοπέδων που επιστρέφει στην πόλη συναντά την αδελφή του μέσα στην κίνηση της σύγχρονης πόλης. Μια εβραϊκή ταφή του Μεσοπολέμου λαμβάνει χώρα στη σημερινή πανεπιστημιούπολη, με τα γκράφιτι, στον χώρο δηλαδή όπου ήταν κάποτε το παλιό εβραϊκό νεκροταφείο πριν καταστραφεί κατά την Κατοχή. Στη δε πλατεία Ελευθερίας, την ώρα των ταπεινωτικών βασανιστηρίων δουλεύει μια μπουλντόζα, από αυτές που ταλαιπωρούν εδώ και καιρό τον μαρτυρικό τόπο μνήμης της Θεσσαλονίκης.

Η οπτική αυτή, μάλλον μοναδική, υποχρεώνει, χωρίς υπεκφυγές, τη σύγχρονη πόλη να αναμετρηθεί με το παρελθόν της. Δεν έχει περάσει και τόσο πολύς καιρός από την εποχή που οι δημοτικές αρχές θεωρούσαν ότι το Ολοκαύτωμα δεν αφορούσε τη Θεσσαλονίκη επειδή οι Εβραίοι της εξοντώθηκαν στην Πολωνία. Οι Πασσαλής και Τζουμέρκας, τοποθετώντας τους Εβραίους κατοίκους της Κατοχής και του Μεσοπολέμου στο κάδρο της σημερινής πόλης, φέρνουν την πόλη, τους θεσμούς και τους κατοίκους της αντιμέτωπους με τα μεγάλα ταμπού της μνήμης στο σήμερα. Η μνήμη των νεκρών μετατρέπεται σε μια δυναμική, σύγχρονη διαδικασία και η διαπραγμάτευση του παρελθόντος εντάσσεται σε μια ζωντανή και άμεση σχέση με την πόλη, σχέση με παρελθόν, παρόν και μέλλον.

Η μνήμη των νεκρών μετατρέπεται σε σύγχρονη διαδικασία και η διαπραγμάτευση του παρελθόντος εντάσσεται σε μια ζωντανή σχέση με την πόλη.

Ειπώθηκε επικριτικά για την ταινία ότι δεν αφορά το Ολοκαύτωμα παρά μόνον ως πρόσχημα. Η επίκριση αυτή θα μπορούσε να είναι και έπαινος. Η ταινία μιλάει για την ανθρώπινη φύση, με τον τρόπο (αλλά και τη δραματουργική τεχνική) του Θανάση Βαλτινού ή του Νίκου Δαβέττα. Βλέπει επίσης το Ολοκαύτωμα όπως κάθε σύγχρονη, ανοιχτή, καλλιτεχνική αλλά και επιστημονική ματιά: ως ένα ζήτημα που αφορά όχι μόνο τα μέλη της εβραϊκής κοινότητας, αλλά αφορά το σύνολο της σύγχρονης κοινωνίας. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ταινία αποτελεί μια απάντηση της κοινωνίας των πολιτών έναντι της σιωπής και εξισορρόπησης των κυβερνήσεων, των θεσμών και της επίσημης εκδοχής τού πώς πρέπει να μνημονεύονται οι άνθρωποι και το θέμα.

Με άλλα λόγια, η ταινία είναι μια βασανιστική υπενθύμιση των όσων ανείπωτων πέρασαν οι Εβραίοι της εποχής, με μια καλλιτεχνική ματιά που απαιτεί να βγούμε από τις κατεστημένες φόρμες προσέγγισης του θέματος. Πέρα και πριν από «μια ταινία για το Ολοκαύτωμα» είναι μια ταινία για τη Θεσσαλονίκη και τη νευρωτική, ενοχική, αναμέτρηση της με το παρελθόν. Αποτελεί ευτύχημα ότι δύο καλλιτέχνες από τη νέα γενιά του ελληνικού κινηματογράφου επέλεξαν να ασχοληθούν με ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, με εμφανή ανιδιοτέλεια, αλλά και άγνοια ή περιφρόνηση των εσωτερικών συσχετισμών και πολιτικών της μνήμης της τοπικής κοινωνίας. Η τέχνη και η καλλιτεχνική ελευθερία οφείλουν να υπερβαίνουν τις μικρότητες και τη συγκυρία. Η πόλη και η πόλη συνοψίζει, αντικατοπτρίζει αλλά και αναδεικνύει, ακόμη και μέσω της επικριτικών σχολίων εις βάρος της, όλα τα καίρια ζητήματα της συζήτησης γύρω από το Ολοκαύτωμα στην Ελλάδα σήμερα και γι’ αυτόν τον λόγο θα αποτελέσει σταθμό στις δημόσιες αναπαραστάσεις του θέματος εις το διηνεκές.

* Επίκουρος καθηγητής Ιστορίας στην έδρα Εβραϊκών Σπουδών στο ΑΠΘ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή