Στ. Καρτσωνάκης: «Ο Νίκος Γκάτσος έχει συμπυκνωμένο τον ελληνικό λόγο στην καλύτερη μορφή του»

Στ. Καρτσωνάκης: «Ο Νίκος Γκάτσος έχει συμπυκνωμένο τον ελληνικό λόγο στην καλύτερη μορφή του»

3' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για κάποιον που ενδιαφέρεται για το έργο του Νίκου Γκάτσου, το βιβλίο του Σταύρου Γ. Καρτσωνάκη «Νίκος Γκάτσος. Δώστε μου μια ταυτότητα να θυμηθώ ποιος είμαι» (Ποίηση και στιχουργική 1931-1991), που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τον «Μετρονόμο», είναι θησαυρός. Διακρίνεται για την υπευθυνότητα ενός σοβαρού ερευνητή μελετητή, αλλά και την αμεσότητα του καλού δασκάλου.

Δάσκαλος από το 1989 σε σχολεία της χώρας –τώρα στο ολοήμερο του Χαλανδρίου–, και διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο συγγραφέας ασχολείται με το πολυδιάστατο έργο του ποιητή επί τρεις δεκαετίες.

«Οποιος ασχοληθεί με την ελληνική μουσική και εστιάζει στον στίχο, θα πέσει πάνω στον Νίκο Γκάτσο, στον Ακη Πάνου, σε συγκεκριμένους δημιουργούς που έχουν ξεκάθαρο ιδεολογικό υπόβαθρο και ποιητικότητα», λέει στην «Κ». Αυτά τον ενδιέφεραν πάντα. «Ψάχνοντας πιο πολύ το έργο του Γκάτσου, έβλεπα ότι ήταν ένας άνθρωπος απών από παντού, μιλούσε μόνο με το έργο του. Δεν έβρισκα συνεντεύξεις του, φωτογραφίες, κι αυτό ακριβώς με τσίγκλισε: πώς γίνεται ένας άνθρωπος που δημιουργεί από το ’50 και είναι παρών στη ζωή της πόλης να μη θέλει να φανεί;».

Δυσκολίες στην έρευνά του αντιμετώπισε, δεν το αρνείται. Στο πανεπιστήμιο απ’ όπου ξεκίνησε και ήταν αχαρτογράφητο πεδίο, στις βιβλιοθήκες όπου ανέτρεξε, στο Θεατρικό Μουσείο όπου αποδελτίωσε προγράμματα και τον θλίβει που σήμερα είναι κλειστό.

Ο Στ. Καρτσωνάκης αρχίζει από την πρώτη λογοτεχνική παρουσία του Γκάτσου, όταν ήταν 20 χρόνων το 1931, με το διήγημα «Ενας ασήμαντος άνθρωπος». Σύμφωνα με την Αγαθή Δημητρούκα, η οποία μάλιστα χαιρετίζει την έκδοση, «ο Γκάτσος λίγο πριν έρθει στην Αθήνα ήταν ανταποκριτής από την Τρίπολη της σατιρικής εφημερίδας “Λοβιτούρα”».

Ο Καρτσωνάκης ξεδιπλώνει με εμβρίθεια την ιστορία της «Αμοργού» από την εποχή που συναντούσε αμήχανη άρνηση έως την εποχή της καθολικής καταξίωσης. Επίσης το κεφάλαιο των θεατρικών μεταφράσεων, την περίοδο (1953-1961) όπου ο ποιητής εργάστηκε ως ραδιοσκηνοθέτης και μεταφραστής στο Εθνικό Ιδρυμα Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ), τα πρώτα τραγούδια (1958-1965), τα λαϊκά της περιόδου 1965-1976, εστιάζει στη σάτιρα στο έργο του, στην περίφημη «Ελλαδογραφία» από τα «Παράλογα», στα «Κατά Μάρκον» το 1991, σε ανέκδοτους και αμελοποίητους στίχους και πολλά ακόμη.

Ηρωες και αντιήρωες

Ο Σταύρος Καρτσωνάκης υπογράφει μια μελέτη για τον Νίκο Γκάτσο με τίτλο «Δώστε μου μια ταυτότητα να θυμηθώ ποιος είμαι» (Ποίηση και στιχουργική 1931-1991).

Στην 480 σελίδων μελέτη αναφέρεται στον ρόλο των ηρώων και των αντιηρώων, από τον Γιάννη τον Φονιά έως τον μυθικό Κεμάλ, στα ιδεατά κορίτσια, τα «αερικά» του ποιητή. Ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι, την ίδια στιγμή που το ποιητικό έργο του Γκάτσου, όπου η ελληνική παράδοση συναντά τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό, περιμένει να ανακαλυφθεί από την ελληνική κοινωνία, το στιχουργικό λάμπει πανταχού παρόν. «Ηθελα αυτό το βιβλίο να περιλάβει όσο περισσότερες πληροφορίες μπορούσα να συγκεντρώσω. Και περιέχει μόλις το 1/4 του υλικού μου», λέει ο συγγραφέας.

Τι ξεχωρίζει απ’ όλο αυτόν τον πλούτο; «Υπάρχουν κεφάλαια όπως οι “Δροσουλίτες” που είναι μια κορυφογραμμή και τώρα ανακαλύπτει σιγά σιγά ο κόσμος. Το ίδιο πιστεύω και για “Τα Κατά Μάρκον”, έναν αδικημένο δίσκο, εξόχως πολιτικό που δεν ακούστηκε γιατί συνέπεσε με μια παράξενη εποχή (1989-1991), την οποία ήθελε να καυτηριάσει».

Φωτίζονται επιπλέον θέματα και μοτίβα που εμπνέουν τον Γκάτσο, όπως τα παιδιά, τα πουλιά, ο κήπος, η φύση, η μοίρα, η πατρική εστία, η αγάπη, τα σταυρικά σύμβολα κ.ά. «Κάθε ένα απ’ αυτά μπορεί να είναι ξεχωριστό θέμα για διατριβή».

Στ. Καρτσωνάκης: «Ο Νίκος Γκάτσος έχει συμπυκνωμένο τον ελληνικό λόγο στην καλύτερη μορφή του»-1

Συγκρίνοντας τον Γκάτσο με άλλους δημιουργούς, τονίζει «ότι γινόταν διαρκώς καλύτερος. Φτάνοντας προς το τέλος της ζωής του, κάθε του έργο ήταν και πιο ολοκληρωμένο και πιο σπουδαίο, κάτι που δεν πετυχαίνουν πολλοί άλλοι. Συνήθως επαναλαμβάνονται. Εκείνος αντίθετα έμοιαζε πιο απελευθερωμένος. Ο Γκάτσος είναι μεγαλειώδης».

Ο Στ. Καρτσωνάκης υποστηρίζει ακόμη: «Νομίζω ότι συνειδητά σταμάτησε να γράφει ποίηση. Η φιλολογική κριτική μέχρι το 2000 τον παρουσίαζε σαν έναν δημιουργό που ξαφνικά έπαθε μια ανακοπή από την έμπνευσή του και προτίμησε να γράφει τραγούδια. Θεωρώ ότι το έκανε συνειδητά, θέλοντας να συνδέσει την ποίηση με κάτι που απευθύνεται στο κοινό, όπως έκανε ο Λόρκα στην Ισπανία, ο Ντίλαν στις ΗΠΑ. Φαίνεται και από τον τρόπο που χειρίστηκε το υλικό του. Σήμερα καταλαβαίνουμε όλοι ότι ένα τραγούδι σαν το “Παλληκάρι στα Σφακιά” ή κάποιο από τους “Δροσουλίτες” είναι αμιγώς ποιήματα υψηλής αισθητικής».

Επιπλέον αναδεικνύει και τον πολιτικό Γκάτσο. «Σε έργα του όπως τα “Παράλογα”, το “Ρεμπέτικο”, το “Νυν και αεί”, αυτή η πλευρά είναι πολύ έντονη».

Ο 56χρονος συγγραφέας και δάσκαλος θυμάται τα λόγια της Αγαθής Δημητρούκα, «ότι μπορεί κανείς να διδάξει την ελληνική γλώσσα και Ιστορία, και μόνο μέσα από τα τραγούδια του Γκάτσου». Προσθέτει τη γεωγραφία και τα θρησκευτικά. «Ο Γκάτσος έχει συμπυκνωμένο τον ελληνικό λόγο στην καλύτερη μορφή του. Ολα θα μπορούσαν να γίνουν ξεχωριστό εκπαιδευτικό υλικό».

Εχει μάλιστα σχεδιάσει ολόκληρη γιορτή στο σχολείο για την Επανάσταση μόνο μέσα από στίχους του Γκάτσου, κάνοντας διαλόγους. «Τα παιδιά μπορεί να βλέπουν βίντεο, webex, να τους κάνεις χίλιες αναλύσεις και τίποτα να μην τους μείνει. Χρησιμοποιώντας τους στίχους τραγουδιών του ποιητή, θυμούνται περισσότερα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή