Μάρθα Καραγιάννη: Η σταρ της διπλανής πόρτας

Μάρθα Καραγιάννη: Η σταρ της διπλανής πόρτας

Από τα 17 της λάτρευε δευτεραγωνιστικούς ρόλους, τύπους ανθρώπινους. Η κινηματογραφική Μάρθα Καραγιάννη τους κέρδιζε με το ταμπεραμέντο, την καπατσοσύνη, την αμεσότητα.

4' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την παρατηρούσα καθώς έφτιαχνε καφέ, «μόνο ελληνικό έχω», με προειδοποίησε. Ευγενική, χωρίς θεατρικές διαχύσεις, με την ηρεμία γυναίκας χορτασμένης και μια απορία για τη συνέντευξη: «Ποιους απασχολούν όλα αυτά;». Μια μπαντάνα σκέπαζε τα μαλλιά, ένα φαρδύ φόρεμα το σώμα και σίγουρα δεν θύμιζε το λαχταριστό μελαχρινό κορίτσι που ξετρέλαινε όσους δεν προτιμούσαν τις ξανθιές.

Η κινηματογραφική Μάρθα Καραγιάννη τους κέρδιζε με το ταμπεραμέντο, την καπατσοσύνη, την αμεσότητα. Δεν ήταν ντίβα όπως η Ζωή Λάσκαρη, ούτε ντάμα σαν τη Μαίρη Χρονοπούλου, αλλά η μεσογειακή χυμώδης γυναίκα με το καθαρό βλέμμα που δεν αντιμετώπιζε αφ’ υψηλού τους άντρες. Ο δικός της αισθησιασμός έσμιγε με το σκέρτσο, το τσαγανό, τη ζωηράδα, την ευθύτητα. Δεν είναι τυχαίο που έδεσαν τόσο ταιριαστά στην οθόνη με τον Κώστα Βουτσά, κι αυτός το καλό παιδί της διπλανής πόρτας.

Από τα 17 της λάτρευε δευτεραγωνιστικούς ρόλους, τύπους ανθρώπινους. «Οι ρόλοι που έχω κάψα να παίξω είναι ρόλοι καρατερίστας», έλεγε τη δεκαετία του ’80 στη Σπεράντζα Βρανά. Ηταν στο Περοκέ όταν πρωτοβγήκε στο θέατρο, τότε λάτρεψε τον ρόλο της γριάς που έπαιζε στην παράσταση η Μαρίκα Νέζερ. Χρόνια μετά, ο Πρετεντέρης τής έγραψε ένα ρόλο σε μια κωμωδία όπου έπρεπε να εμφανιστεί σαν γριά κι έπειτα νέα. «Ημουν τρισευτυχισμένη! Οπότε στην πρόβα μού λέει ο Πρετεντέρης: “Είσαι πολύ νέα και πολύ όμορφη για να κάνεις μια εβδομηντάρα. Σκέφτηκα να σε βάλω στη δεύτερη πράξη, ή καθόλου”. “Οχι, μη μου το κάνεις αυτό!” έμπηξα τις φωνές».

Ηθελε να παίξει ρόλους ντάμας. Για το ίδιο θέμα είχε πει στον Αρη Δαβαράκη: «Χρόνια τώρα περιμένω πώς και πώς να μεγαλώσω, να έρθει η στιγμή να κάνω άλλα πράγματα».

Ηταν παιδί χαρισματικό. Η μητέρα της, Δόμνα, από το Μπακού και ο πατέρας της, Χαρίλαος, από το Αικατερινοντάρ γνωρίστηκαν και αγαπήθηκαν στο ποντιακό χοροδιδασκαλείο που λειτουργούσε στη Δραπετσώνα τη δεκαετία του ’30. Οταν γεννήθηκε η Μάρθα, στο Κερατσίνι ήταν η «κούκλα» της γειτονιάς.

Μια χολιγουντιανή ταινία με τη Σίρλεϊ Τεμπλ την ξετρέλανε. Επειτα θαμπώθηκε από την Εστερ Ουίλιαμς. Επτά χρόνων την έγραψαν στη σχολή χορού του Αδάμ Μοριάνωφ και έπειτα στο παιδικό μπαλέτο της Λυρικής.

Ξεκίνησε το 1957 στην επιθεώρηση «Ελέφαντες και ψύλλοι» με τον θίασο των Χατζηχρήστου, Ντιριντάουα, Μαυρέα. Είχε πικρίες για την αντιμετώπισή της τα πρώτα χρόνια στην επιθεώρηση. «Δεν μου αρκούσε να βγαίνω σαν όμορφη με το μπικίνι μου και να χορεύω». Ετσι, παρακάλεσε τον Γιώργο Γιαννακόπουλο: «Βάλτε μου και μένα να πω κανένα κωμικούλι». Και τότε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου τής απάντησε: «Αμα πεις και τα κωμικά, τότε εμείς οι κωμικοί πρέπει να πάμε στο σπίτι μας».

Ξεκίνησε το 1957 στην επιθεώρηση «Ελέφαντες και ψύλλοι» με τον θίασο των Χατζηχρήστου, Ντιριντάουα, Μαυρέα.

Φίνος, Δαλιανίδης

Στο σινεμά πρωτόπαιξε το 1965 στην ταινία του Φίνου «Η άγνωστος», σε σκηνοθεσία Ορέστη Λάσκου, με τη μεγάλη Κυβέλη σε έναν μικρό ρόλο. Ομως αγαπήθηκε από τα μιούζικαλ του Γ. Δαλιανίδη και τις κωμωδίες, όπως «Ζητείται ψεύτης».

Για πολλούς ήταν η ταλαντούχα σουμπρέτα, όμως ο Γ. Δαλιανίδης πάσχισε να την αποσυνδέσει απ’ αυτή την εικόνα. Στην ταινία «Οι θαλασσιές οι χάντρες» το 1967 εμφανίζεται ως κωμική ηθοποιός. Δραματικό ρόλο στον κινηματογράφο έπαιξε μόνο έναν, την Πέρσα στο «Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα» του Νίκου Φώσκολου. Ομως η παράσταση που πάντα ανέφερε ήταν το «Καμπαρέ» που ανέβασε το 1962 με δικό της θίασο στο θέατρο Καλουτά, με σκηνοθέτη τον Αλέξη Σολομό.

Οταν πρωτοβγήκε στο θέατρο, η κυρα-Δόμνα τη συνόδευε παντού. «Καθόταν στην πλατεία και κοιμόταν. Μόλις όμως άκουγε την εισαγωγή της πόλκας που χόρευα, ξύπναγε αμέσως, με χειροκροτούσε και ξανακοιμόταν», είχε πει στη Βρανά.

Μάρθα Καραγιάννη: Η σταρ της διπλανής πόρτας-1
Η Μάρθα Καραγιάννη με τον Αμερικανό ηθοποιό Ρόμπερτ Μίτσαμ, το 1958, στο παλιό αθηναϊκό νυχτερινό κέντρο «Σπηλιά του Παρασκευά». [ΑΡΧΕΙΟ ΜΑΡΘΑΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ / ΕΚΔΟΣΗ «ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΗΘΟΠΟΙΟΙ»]

Η Μάρθα Καραγιάννη είχε παντρευτεί τον ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Δημήτρη Στεφανάκο, έζησε την απώλεια ενός παιδιού τρεις μέρες μετά τη γέννησή του. «Εκλαψα, υπέφερα, έπεσα σε κατάθλιψη». Χώρισε λίγους μήνες μετά. Μεγάλος έρωτας ήταν η 12χρονη σχέση της με τον τερματοφύλακα του Παναθηναϊκού Βασίλη Κωνσταντίνου. Ο Μάκης Δελαπόρτας στη σειρά της «Κ» «Μεγάλοι Ελληνες Ηθοποιοί» είχε αναφερθεί στη συνάντησή της με τον Ρόμπερτ Μίτσαμ, ο οποίος γοητεύθηκε όταν την είδε να χορεύει στη «Σπηλιά του Παρασκευά», και αργότερα στη γνωριμία της με τον Ζαν Πολ Μπελμοντό, όταν ήρθε το 1962 φιλοξενούμενος της Μελίνας. Η ηθοποιός είχε πει: «Οταν είσαι 20 χρονών και έχεις να διαλέξεις ανάμεσα στον Σαρτρ και σ’ έναν ποδοσφαιριστή, θα είσαι βλάκας αν δεν πας με τον ποδοσφαιριστή. Βέβαια, στα πενήντα σου θα είσαι βλάκας αν δεν πας με τον Σαρτρ».

Δεν αισθανόταν σύμβολο του σεξ. «Οι άλλοι με έβλεπαν έτσι. Ημουν όμως βαθιά ερωτικό άτομο. Και έζησα ως γυναίκα και ως θηλυκό πολλές εμπειρίες. Ομως, όλα αυτά έχουν και ένα τέλος. Γιατί κι αν η ψυχή λαχταράει, το σώμα σε προδίδει. Δόξα τω Θεώ κατάφερα να γλιτώσω από αυτή την παγίδα της ωραίας και μοιραίας γυναίκας. (…) Ο άνθρωπος που γερνάει σημαίνει πως έχει ζήσει».

Η μητρότητα ήταν ένα αγκάθι στη ζωή της αλλά, όπως είχε πει, «δεν μπορεί όλοι να γίνουμε γονείς». Λάτρευε τα μεγάλα ταξίδια και τα χάρηκε: Κίνα, Ιαπωνία, Αίγυπτος, Ινδία, Νεπάλ, Σιγκαπούρη, Ιράν, Περού, Αμαζόνιος, Ανταρκτική. Από τα 50 της και μετά δέθηκε με καλούς, διαλεχτούς φίλους, όμως το βασικό στήριγμά της μέχρι το ξαφνικό τέλος της ήταν η φίλη, συνάδελφος και συγκάτοικός της Ντόρα Δούμα.

«Δεν θέλω να παίζω στο θέατρο μέχρι να πεθάνω», είχε εξομολογηθεί στη Βρανά δεκαετίες πριν. «Θέλω μόνο να μη φύγω απ’ το θέατρο χωρίς να έχω κάνει κάτι πολύ καλό».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή