Παρακολουθώντας κανείς τον «Ανθρωπο απ’ το Παντόλσκ» του Ντμίτρι Ντανίλοφ, το έργο που ο Γιώργος Κουτλής σκηνοθετεί στο Εθνικό Θέατρο, ίσως θυμηθεί άλλα κείμενα, παραπλήσια: τον «Θαυμαστό καινούργιο κόσμο» του Χάξλεϊ, όπου οι άνθρωποι καταναλώνουν υποχρεωτικά ένα ναρκωτικό για να είναι ευτυχισμένοι· το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» του Μπέρτζες, όπου ένας παραβατικός νεαρός αναμορφώνεται με ανάλογα βίαιο τρόπο· και βέβαια τη «Δίκη» του Κάφκα, όπου ο ήρωας διώκεται από την εξουσία, χωρίς να ξέρει γιατί.
Ο Γιώργος Κουτλής διάβασε το έργο του Ντανίλοφ το 2019, όταν σπούδαζε στη θεατρική σχολή GITIS της Μόσχας. Δεν βαρέθηκε στιγμή την ανάγνωση και ένιωσε ότι το κείμενο διέθετε πρωτότυπη γραφή. Γοητεύτηκε βέβαια και από το θέμα του, αυτή την εκλεπτυσμένη ανάκριση που διενεργεί μια ομάδα αστυνομικών στον ταλαίπωρο Νικολάι, ο οποίος δεν έχει διάθεση να συμμετάσχει σε ασκήσεις παρατηρητικότητας, ούτε και να απαντήσει σε ερωτήσεις για την Ιστορία της πόλης του: είναι απαράδεκτα δυστυχής και δεν αγαπάει το κορίτσι του και τα χόμπι του.
«Οι τελευταίες μου παραστάσεις έχουν μια παρόμοια εσωτερική λογική», λέει ο Γιώργος Κουτλής, «με την οποία κάτι με συνδέει: είναι η συνάντηση ενός ανθρώπου με ένα σύστημα που λειτουργεί με τελείως παράλογους κανόνες. Στο “Talk Show” κάποιος συναντιόταν με το φαινόμενο “ζωή” και προσπαθούσε να το κατανοήσει· στο “Ο σκύλος, η νύχτα και το μαχαίρι” είχε απέναντί του μια άγρια κοινωνία και προσπαθούσε να επιβιώσει· τώρα συναντιέται με τα όργανα καταστολής μιας φιλελεύθερης, καπιταλιστικής κοινωνίας, η οποία έχει υιοθετήσει μοντέρνους μηχανισμούς για να ασκεί βία, με τρόπο πιο ύπουλο από προηγούμενους».
«Ο άνθρωπος απ’ το Παντόλσκ» είναι μια παράσταση λειτουργική, που αν δεν κάνει τον θεατή να στοχαστεί πάνω στην καταναγκαστική ευτυχία, ίσως τον οδηγήσει σε μια αναθεώρηση της ευτυχίας γενικώς. Σίγουρα δεν είναι ο μόνος λόγος που ο Κουτλής περνάει εσχάτως το κατώφλι του Εθνικού Θεάτρου. Γιατί ο σκηνοθέτης είναι επίσης ο πρώτος καλλιτεχνικός υπεύθυνος της νέας Πειραματικής Σκηνής (θα ακολουθήσουν ανά έτος οι Κατερίνα Γιαννοπούλου και Ελένη Ευθυμίου), η οποία είχε διακοπεί επί Λιγνάδη και ενεργοποιείται ξανά.
Υπήρχε ένας ελέφαντας στο δωμάτιο και μπορείς πλέον να μιλήσεις χωρίς φόβο γι’ αυτόν, όπως και για άλλες παθογένειες και να τις αντιμετωπίσεις λίγο πιο εύκολα».
Πρώτη ύλη
Η έμφαση θα δοθεί σε καλλιτέχνες που βρίσκονται στα πρώτα τους βήματα, στην εγχώρια δημιουργία και στον διάλογο πάνω στο τι συνιστά πρώτη ύλη για μια θεατρική παράσταση. Αραγε όλα αυτά συνιστούν μια διαφοροποίηση από κάποιο καθεστώς που ούτε τους νέους ούτε τις αναζητήσεις υποστήριζε; «Ισως, δεν ξέρω», αποκρίνεται ο Γιώργος Κουτλής. «Κοίτα, αναλαμβάνω μια σκηνή που λέγεται “Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών”. Χαίρομαι που υπάρχει και που δίνει δικαίωμα και χώρο στο λάθος, στη δοκιμή, στο πείραμα, στην απόπειρα για πράγματα που δεν έχουμε ξαναδεί. Φυσικά ανεβαίνουν παραστάσεις από πιο έμπειρους δημιουργούς που είναι θαυμάσιες – δεν θεωρώ ότι πρέπει να υπάρχει μόνο το ένα. Σίγουρα όμως πρέπει να υπάρχει και αυτό».
Το σύστημα των τριών υπευθύνων το σχολιάζει με τη φράση «τρία μυαλά καλύτερα από ένα». Ακούγεται ωφέλιμη μια τέτοια συνεργατική προσέγγιση, ειδικά έπειτα από όσα έχουν συμβεί στο ελληνικό θέατρο. Αισθάνεται ο σκηνοθέτης ότι κάτι έχει αλλάξει; «Υπήρχε ένας ελέφαντας στο δωμάτιο και μπορείς πλέον να μιλήσεις χωρίς φόβο γι’ αυτόν, όπως και για άλλες παθογένειες και να τις αντιμετωπίσεις λίγο πιο εύκολα», λέει ο Κουτλής και συμπληρώνει: «Δεν νομίζω ότι έχουν λυθεί όλα και φοβάμαι ότι κάποιες παθογένειες θα εκλείψουν και θα δημιουργηθούν άλλες, πολύ ύπουλες επίσης. Δεν μπορώ όμως να μη χαίρομαι, να μη νιώθω ότι άνθρωποι που θεωρούσαν ότι τους ανήκουν οι ψυχές και οι ζωές άλλων, έχουν αναγκαστεί επιτέλους να μαζευτούν – ελπίζω πολύ, μπορεί λίγο, αλλά τουλάχιστον κάποια πράγματα πρέπει να τα σκεφθούν δύο και τρεις φορές. Οπως όλοι μας – η πατριαρχία είναι βαθιά ριζωμένη μέσα μας».
Μιλώντας για εξουσίες, τι γνώμη έχει για τη συζήτηση περί αυταρχικής ρωσικής νοοτροπίας που άνοιξε μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία; Ο ίδιος έζησε για χρόνια στη Μόσχα, ενώ τα ρωσικά έργα που ανεβάζει (τον «Ανθρωπο απ’ το Παντόλσκ», τους «Παίκτες» στο Θέατρο Κιβωτός και το «Ονειρο ενός γελοίου» στο Πορεία) τα μεταφράζει ο ίδιος. «Πρόκειται για μια χώρα με συνθήκες τελείως διαφορετικές από πολλών άλλων», καταλήγει. «Είναι εκείνη με τη μεγαλύτερη έκταση στον κόσμο. Αυτό δημιουργεί μια διαφορετική αντίληψη της γης, της σχέσης του ανθρώπου με την πατρίδα του. Επιπλέον, η Ρωσία έχει μια βιογραφία –επανάσταση του 1917, εσωτερικές αλλαγές, πτώση του κομμουνισμού, ταραχώδες διάστημα της δεκαετίας του ’90– την οποία δεν μπορούμε να αντιληφθούμε. Κάποια στιγμή, ένας φίλος, άνθρωπος προοδευτικός, μου είπε “δεν μπορείς να αντιληφθείς την έκταση αυτής της χώρας και την ανάγκη της για κάποιον πατέρα”. Δεν ξέρω αν ισχύει, αλλά σίγουρα είναι πολύ ιδιαίτερος λαός. Συνάντησα προφανώς πολύ συντηρητικούς ανθρώπους, αλλά συνάντησα και μεγάλα πνεύματα, ανθρώπους που έχουν τη “ρούσκαγια ντουσά” –τη “ρωσική ψυχή”– η οποία χαρακτηρίζεται από ένα ρομαντισμό απέναντι στη ζωή και στην ύπαρξη, που δεν γίνεται να μη σε γοητεύσει. Είναι η δεύτερή μου πατρίδα και την αγαπάω πολύ, παρά τα προβλήματά της».