Το εικονοστάσι της Κυπριάδου

Το εικονοστάσι της Κυπριάδου

Ο Φώτης Κόντογλου, ο Γκρέκο και ο Μιχαήλ Αγγελος στην Αθήνα του 1940

4' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Μια ζωγραφική αυτοπροσωπογραφία και συνάμα το αγιολόγιό του, αυτό ήταν για τον Φώτη Κόντογλου η τοιχογραφία της κατοικίας του στην οδό Βιζυηνού 16 της Κυπριάδου», μας λέει ο καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο ΕΚΠΑ Δημήτρης Παυλόπουλος. Η συζήτησή μας έχει ως αφορμή την έκθεση «Ο Φώτης Κόντογλου και η επιρροή του στους νεότερους» που παρουσιάζεται στο Μουσείο του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή. Μία από τις ενότητές της αφορά τους μύθους και τους ήρωες στο έργο του Αϊβαλιώτη ζωγράφου. Και ίσως ο καλύτερος τρόπος για να δει κανείς τη μνημειακή ζωγραφική του Κόντογλου είναι η νωπογραφία του σπιτιού του, που πλέον εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη.

«Ηθελε να έχει μπροστά του τα πρότυπά του, τις υψηλότερες κορυφές της τέχνης που θαύμαζε», σχολιάζει ο κ. Παυλόπουλος. «Σε αυτό το έργο ο Κόντογλου απεικονίζει τη μυθολογία του συναιρώντας στοιχεία της βυζαντινής και της μεταβυζαντινής παράδοσης σε μια ενιαία αφήγηση. Για εκείνον δεν υπήρξε καμιά διακοπή στο συνεχές της ελληνικής ιστορίας και εφάρμοσε εικαστικά τη συγκεκριμένη εθνοποιητική αντίληψη».

Στην τυπική, λοιπόν, μεσοπολεμική κατοικία που σχεδίασε ο φίλος του ζωγράφου αρχιτέκτονας Κίμων Λάσκαρις, ο Κόντογλου φιλοτέχνησε το καλλιτεχνικό του εικονοστάσι. Ηταν Σεπτέμβριος του 1932. Ο Γιάννης Τσαρούχης έγραψε για τις προτιμήσεις του δασκάλου του: «Η ιδέα να εικονογραφήση το καινούριο σπίτι του […] τον απασχολούσε απ’ την πρώτη μέρα που το κατοίκησε. Εκανε πολλά προσχέδια με μολύβι και μικρές δοκιμές σε φορητό φρέσκο. […] Το όνομα του Σεζάν ήταν απαγορευμένο σ’ αυτό το μοναστήρι. Ομως ο Γκρέκο και ο Μιχαήλ Αγγελος ήταν σε τιμή. Για να γίνουν τα προσχέδια πηγαίναμε στις βιβλιοθήκες και αντιγράφαμε λιθογραφικές εικόνες περιηγητών του 1800 και συχνά φωτογράφιζε με μια “Φόιντ Κλέντερ” με φυσαρμόνικα. Ηταν μια απόλαυση να τον ακούς ν’ αναλύη τον Χριστό της Ομορφοκκλησιάς ή καμιά εικόνα της προτιμήσεώς του με τον Πρόδρομο».

Οπως αναφέρει ο κ. Παυλόπουλος στο κείμενό του για την κατοικία της Κυπριάδου, το οποίο περιέχεται στον πληρέστατο κατάλογο της έκθεσης του Ιδρύματος, για την τοιχογραφία βοήθησαν τον Κόντογλου ο πεθερός του Αθανάσιος Χατζηκαμπούρης και οι νεαροί τότε ζωγράφοι, φοιτητές στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, Γιάννης Τσαρούχης και Νίκος Εγγονόπουλος. Η τοιχογραφία, χωρισμένη σε ζώνες, παρουσιάζει πρόσωπα αγαπητών του ζωγράφων (Πανσέληνος, Θεοφάνης, Θεοτοκόπουλος κ.ά.), ποιητών (Ομηρος), φιλοσόφων (Πυθαγόρας, Διογένης, Πλούταρχος), του Ηροδότου και του Στράβωνος, παραστάσεις από τις πέντε φυλές της γης, αλλά και αρχαίους Ελληνες να προσκυνούν είδωλα. Στη χαμηλότερη ζώνη της τοιχογραφίας, ένα ύφασμα κρεμασμένο σε κρίκους, η ποδέα των εκκλησιαστικών τοιχογραφιών, αποτελεί το μόνο στοιχείο άμεσα σχετισμένο με τη θρησκευτική παράδοση.

Το εικονοστάσι της Κυπριάδου-1
Ο Φώτης Κόντογλου (δεξιά) με τον Γιάννη Τσαρούχη (αριστερά) ντυμένοι μοναχοί. Μετέωρα, 1932. [Από την έκδοση «Ο Φώτης Κόντογλου και η επιρροή του στους νεότερους». Ιδρυμα Γουλανδρή]

 

«Το σπίτι του ήτανε ένας φάρος σε φουρτουνιασμένη θάλασσα» έγραψε ο Εγγονόπουλος, το ίδιο σπίτι που πουλήθηκε για δύο τενεκέδες λάδι.

«Ηταν ένας θαυμαστός εικονογράφος», έγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης για τον δάσκαλό του Φώτη Κόντογλου σε ένα από τα κείμενα της ωριμότητάς του, που αφορούσε τη βυζαντινή τέχνη. Και ο Εγγονόπουλος προσέθεσε ανακαλώντας την εμπειρία του από την οδό Βιζυηνού: «Το σπίτι του Κόντογλου ήτανε ένας φάρος σε φουρτουνιασμένη θάλασσα, μια κιβωτός σε μαινόμενο κατακλυσμό […] Ο Κόντογλου ποτέ δεν ζήτησε πλούτη και δόξες. Αυτό το σπιτάκι το έχτισε με κόπους και μόχθους, βάσανα και λαχτάρες, να κουρνιάση τον εαυτό του και τη φαμελιά του, να φυλάξη τα έργα του, να δέχεται τους φίλους του, να προσφέρη την μεγάλη του καρδιά σ’ όσους τον πλησίαζαν, εχθρούς και φίλους, ν’ ανοίγη τους κρουνούς των γνώσεών του, των άφταστων, σε δίκαιους και άδικους».

Λαδομπογιά και ασβέστης

Το φθινόπωρο του 1941, ο ζωγράφος για να θρέψει την οικογένειά του πούλησε το σπίτι του σε κάποιον φορτοεκφορτωτή του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς για ένα τσουβάλι αλεύρι και δύο τενεκέδες λάδι. Ο νέος ιδιοκτήτης το μεταπώλησε σε έναν αυτοκινητιστή από την Αράχωβα, μαυραγορίτη, κι εκείνος επειδή φοβήθηκε μήπως περάσουν το σπίτι για μουσείο, κάλυψε την τοιχογραφία με ασβέστη, λαδομπογιές και ό,τι άλλο βρήκε πρόχειρο. Οταν είδε ο Κόντογλου τα υπολείμματα ασβέστη έξω από το παλιό σπίτι του, ζήτησε να μπει μέσα. Τότε διαπίστωσε ότι η τοιχογραφία είχε επικαλυφθεί.

Μετά την Απελευθέρωση, το σπίτι μπορούσε να επιστραφεί στον ζωγράφο με νόμο του Θεμιστοκλή Σοφούλη. Ενδιαφέρθηκε όμως και ο αυτοκινητιστής, με αποτέλεσμα η υπόθεση να πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης έως το 1950. Τελικά επιστράφηκε στην οικογένεια, και ο Κόντογλου άρχισε την προσπάθεια να αποκαλυφθεί η τοιχογραφία. Η διαδικασία με χρήση καυστικής ποτάσας ήταν αργή, τον κούρασε και απέδωσε ελάχιστα. Το 1973, αφού ο ίδιος είχε φύγει από τη ζωή, η οικογένειά του την αποκατέστησε με συστηματικό καθαρισμό και την αποτοίχισε στα τέλη του 1977.

Η τοιχογραφία παρουσιάστηκε στην αναδρομική έκθεση έργων του Φώτη Κόντογλου το 1978 στην Εθνική Πινακοθήκη, και χάρη στην οικονομική βοήθεια της οικογένειας Γουλανδρή δωρίστηκε στην Πινακοθήκη ένα χρόνο αργότερα. Η κατοικία της οδού Βιζυηνού ανήκει στην οικογένεια του ζωγράφου, και δεν είναι επισκέψιμη.

⇒ Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή