Το αμάρτημα και η νεοαστική ηθική

Το αμάρτημα και η νεοαστική ηθική

Το έργο «Ημέρα Κυρίου» του Γιάννη Τσίρου, σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη, στο θέατρο «Σταθμός»

3' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ματθαίου: Αν υπάρχει κάποιος εκεί πάνω, νομίζω ότι εξάντλησε όλη την τιμωρία Του… Δεν υπάρχει πια λόγος ν’ ανησυχούμε… Μυρίζουν και τα τριαντάφυλλα, δεν ξέρω αν το πρόσεξες; Και το ποτισμένο γρασίδι… Αν δεν απολύσεις τον Κηπουρό, πες του τουλάχιστον να ρίχνει περισσότερο νεράκι…

Με το καινούργιο έργο του, ο Γιάννης Τσίρος προεκτείνει τη δραματουργία του «ξένου» και συνδέει το αίσθημα του φόβου για έναν δυνητικό εχθρό με τις ανασφάλειες της αστικής τάξης. Ανακυκλώνει τα ναυάγια των προσωπικών και οικογενειακών σχέσεων, τα αδιέξοδα, τις εμπλοκές, τα οξύμωρα σχήματα αγάπης και μίσους, τις βαριές ενοχές, αλλά και τις προσωπικές ματαιώσεις που λειτουργούν ως κεραυνοί και διαρρηγνύουν κάθε αστική ευπρέπεια, τάξη και ισορροπία. Στον λόγο των δραματικών προσώπων παρεμβάλλονται αναφορές σε ένα τραυματικό παρελθόν, σε ένα «εξ αμελείας έγκλημα» που έχει διαπράξει το ζευγάρι των πρωταγωνιστών.

Η αστική ισορροπία του κυρίου Ματθαίου και της συζύγου του Ιουλίας εκτίθεται σε διάφορους κινδύνους, αλλά φροντίζουν να δημιουργούν και δικλίδες ασφαλείας που να τους προστατεύουν από τους κινδύνους αυτούς: ο μαντρότοιχος, οι κάμερες ασφαλείας, ο ιδιωτικός φύλακας.

Η σκηνοθεσία διάβασε το έργο σωστά, με γνώση του ρεαλισμού αλλά και του συνόλου της δραματουργίας του Τσίρου. Ο Μάνος Καρατζογιάννης ανέδειξε τη σημειολογία του ξένου, του «διαφορετικού», του εξωτερικού αόρατου εχθρού που απειλεί την αστική ζωή κι επιβουλεύεται την ηρεμία του ζευγαριού. Εδωσε έμφαση στη δομή ενός αστυνομικού μυστηρίου, όχι τόσο με την κλασική έννοια του who done it, αλλά με την έννοια του σασπένς που κυοφορεί η αποκάλυψη του αμαρτήματος που έχει συντελεστεί στο παρελθόν και βασανίζει τους ήρωες στο παρόν. Τόνισε την ύπαρξη ενός καλά κρυμμένου μυστικού, εμβάθυνε στη συναισθηματική υφή της προσωπικότητας των δύο συζύγων και τους τοποθέτησε αντιθετικά στις σεζλόνγκ του κήπου. Διατήρησε ωραία τις σιωπές, τα βλέμματα και αρωμάτισε τον σκηνικό χώρο της παράστασης με το άρωμα της Λούλας Αναγνωστάκη, με τη μυρωδιά των ωραίων τριαντάφυλλων της δραματουργίας της. Η αντιστοιχία έργου και παράστασης είναι μια κατάκτηση του σκηνοθέτη, ο οποίος εργάστηκε και αφαιρετικά στον ρεαλισμό, με σημειολογική σχεδόν εμμονή στη λεπτομέρεια των φωνών, των κινήσεων και των εκφράσεων των δραματικών προσώπων. Ανέδειξε στους δεύτερους ρόλους το «ευθύ» και «καθαρό» βλέμμα της Λένας, της νεαρής οικιακής βοηθού, που με αυτοσυγκράτηση ερμήνευσε η Aναστασία Παντούση.

Μια ισορροπημένη παράσταση, με αίσθηση του μέτρου σε όλα τα επίπεδα, υποκριτικής, σκηνογραφικής, ερμηνευτικής υφής.

Ο Μάξιμος Μουμούρης ως κύριος Ματθαίος συγκέντρωσε όλη τη δυναμική του ρόλου σε ένα σοβαρό, πυκνό παίξιμο, που προσδίδει στην εξωστρέφεια αυτού του ρόλου τη βαρύτητα που του αρμόζει. Ο ηθοποιός αξιοποίησε τη διδασκαλία της ερμηνευτικής στάσης που ρίχνει το βάρος στον σύγχρονο αστικό τρόπο ζωής ενός επιχειρηματία, του οικονομικά επιτυχημένου και καλά γυμνασμένου, δυναμικού κυρίου Ματθαίου. Βάζει τους «κανόνες», οριοθετεί τις σχέσεις, λειτουργεί σε αντιδιαστολή με τη Φαίη Ξυλά, η οποία, ως σύζυγος Ιουλία, προσδίδει στον ρόλο της τη βαρύτητα της εσωστρέφειας που επίσης του ταιριάζει. Και οι δύο ζωγραφίζουν διακριτικά με ωραίες κι αισθητικές πινελιές τον σκοτεινό και δραματικό πυθμένα της προσωπικότητάς τους, του ενοχικού υπαρξιακού βάθους, του καλά κρυμμένου μυστικού τους, πίσω από τη λάμψη του νεοαστικού τρόπου ζωής τους. Η Φαίη Ξυλά έχει τα ξεσπάσματά της, άλλοτε με έλλειψη ψυχραιμίας και άλλοτε συγκρατημένα, λειτουργεί σε ένα καταθλιπτικό υπόβαθρο μεταξύ αλκοολισμού και αγχώδους διαταραχής, διασφαλίζοντας με την ερμηνεία της την υφολογική ισορροπία της παράστασης. Τέλος, ο Βασίλης Αθανασόπουλος ερμηνεύει με ιδιαίτερη ζωτικότητα τον ρόλο του φύλακα του σπιτιού, που προφυλάσσει το ζευγάρι από όλους τους πιθανούς κινδύνους που ελλοχεύουν. Διατηρεί μια αμφιλεγόμενη στάση απέναντι στην οικιακή βοηθό, ασκώντας με τον τρόπο του τη δική του εξουσία πάνω στην ευάλωτη θηλυκή ύπαρξη.

Η σκηνογραφική δουλειά της Τέτας Τσαβδαρίδου προτείνει έναν ωραία σχεδιασμένο χώρο κήπου αστικής κατοικίας, της οποίας μεγάλο χώρο καταλαμβάνει η διακριτικά φωτισμένη πισίνα – σύμβολο όχι μόνο της αστικής ευπορίας, αλλά και της ρίζας του κακού που βαραίνει τις συνειδήσεις των δύο πρωταγωνιστών.

Η «Ημέρα Κυρίου» είναι μια ισορροπημένη παράσταση, με αίσθηση του μέτρου σε όλα τα επίπεδα, υποκριτικής, σκηνογραφικής, ερμηνευτικής υφής. Αναδεικνύει, τέλος, τον λανθάνοντα εχθρό στο πρόσωπο του μουσουλμάνου κηπουρού, ο οποίος όμως δεν αποκαλύπτεται ποτέ στη σκηνή.

* Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας του ΑΠΘ, καθηγήτρια στο Τμήμα «Ελληνικός Πολιτισμός» του ΕΑΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή