Η Μαρία Γιαγιάννου στην «Κ»: Σε λίγα χρόνια θα αναπολούμε το Facebook με νοσταλγία

Η Μαρία Γιαγιάννου στην «Κ»: Σε λίγα χρόνια θα αναπολούμε το Facebook με νοσταλγία

Ο θάνατος έρχεται όταν η ζωή καταλήγει, αυτό όμως το βέβαιο φαίνεται να αναιρείται ψευδαισθησιακά στα κοινωνικά δίκτυα και ιδίως στο Facebook (fb). Ανθρωποι που πεθαίνουν στη ζωή παραμένουν «ενεργοί» στο Διαδίκτυο, αν κάποιος δεν απενεργοποιήσει τον «τοίχο» τους

5' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο θάνατος έρχεται όταν η ζωή καταλήγει, αυτό όμως το βέβαιο φαίνεται να αναιρείται ψευδαισθησιακά στα κοινωνικά δίκτυα και ιδίως στο Facebook (fb). Ανθρωποι που πεθαίνουν στη ζωή παραμένουν «ενεργοί» στο Διαδίκτυο, αν κάποιος δεν απενεργοποιήσει τον «τοίχο» τους. Γι’ αυτό ουκ ολίγες φορές συμβαίνουν διάφορα τραγελαφικά περιστατικά. Αλλά και ο ζωντανός που δεν βρίσκεται στο fb, για να μιλήσει για τον εαυτό του ή για τα έργα του, καμιά φορά μοιάζει με «πεθαμένος» στην ψηφιακή πραγματικότητα. Η συγγραφέας και επιμελήτρια εικαστικών projects Μαρία Γιαγιάννου είχε την ευφάνταστη ιδέα να γράψει με τη μορφή posts ένα σπαρταριστό αλλά και βαθύ πεζογραφικό δοκίμιο για τον θάνατο στο fb, εικονικό και πραγματικό. Το βιβλίο της με τίτλο «R.I.F. – Ο θάνατος στο φέισμπουκ» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Στερέωμα.

– Πώς προέκυψε η σκέψη να γράψετε ένα πεζογράφημα για τον θάνατο στο fb; Ποιες ήταν οι αφορμές;

– Διαπιστώνοντας ότι φιλικά και συγγενικά πρόσωπα, που είχαν φύγει από τη ζωή, εξακολουθούσαν να δέχονται στα γενέθλιά τους δημόσιες ευχές για μακροημέρευση από friends που αγνοούσαν τον θάνατό τους, ένιωσα αυτή την παραδοξότητα να με κινητοποιεί. Βρέθηκα ακριβώς στην τομή ιλαρού και θλιβερού· έβλεπα ότι υπάρχει εκεί μέσα κάποιος θησαυρός ανθρωπογνωσίας που θα μπορούσα να ψηλαφίσω. Οπως καθετί που λάμπει πάνω στην επιφάνεια του αντιθέτου του, έτσι κι εδώ, στην περίπτωση του Facebook, ήταν ο πανηγυρισμός της ζωής που μου εμφάνισε τον θρήνο του θανάτου.

– Εμένα με σοκάρει πολλές φορές που εμφανίζονται τα γενέθλια ανθρώπων που έχουν πεθάνει και είτε βλέπουμε το πρόσωπο σαν να είναι εδώ είτε διαβάζουμε μηνύματα αγνώστων ή και γνωστών, που από κεκτημένη ταχύτητα γράφουν «χρόνια πολλά».

Τα κοινωνικά δίκτυα είναι και μια ντουντούκα, με την οποία βροντοφωνάζουμε την ταυτότητά μας μέσα από ανακοινώσεις που θεωρούμε ότι τη συνθέτουν.

– Είναι εύλογο να συμβαίνει αυτό, από τη στιγμή που τα νεκρά προφίλ είναι εκεί ενεργά. Ταυτόχρονα, η τεράστια «ποσότητα» επικοινωνίας και δικτύωσης στερεί απ’ όλους εμάς, τους χρήστες, την προσεκτική εστίαση σε πρόσωπα και γεγονότα. Πώς είναι δυνατόν να ξέρεις ή να θυμάσαι ότι κάποιος από τους 5.000 friends σου έχει αποδημήσει εις Κύριον και εις Κυβερνοχώρον, αφού τον ήξερες ίσως και μόνο από μία φωτογραφία; Τα φαντάσματα φοράνε ακόμη τα καλά τους, γενέθλια ρούχα, οι φωτογραφίες και τα posts τους δεν ξεθωριάζουν ποτέ, γι’ αυτό μας ξεγελούν.

– Γιατί φαντάζεστε οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη να μοιράζονται τόσο δημόσια τους θανάτους και τις γεννήσεις των δικών τους ανθρώπων; Τι ανάγκη μας καλύπτει;

– Την άρση της μοναξιάς! Καλούμε τους άλλους να μας αγαπήσουν (ανεξαρτήτως αν εμείς τους αγαπάμε). Αλλά καλύπτει κι ένα είδος καθήκοντος, αφού το χρονολόγιό μας είναι ένα ψηφιακό ημερολόγιο, όπου τέτοιου είδους καταγραφές παραείναι σημαντικές για να λείπουν. Είναι μαζί και μια ντουντούκα, με την οποία βροντοφωνάζουμε την ταυτότητά μας μέσα από ανακοινώσεις που θεωρούμε ότι τη συνθέτουν. Οταν αναγγέλλεις ένα θάνατο, δημόσια και με τρόπο γραπτό, συντάσσεις μια επιστολή προς τους άλλους και προς τον εαυτό σου. Αυτή η επιστολή βοηθάει σημαντικά στο πένθος και ταυτόχρονα είναι ένα memento mori, ένα ενθύμημα θανάτου, που κάτω από τα δικά σου γράμματα φωνάζει: «Ζήσε! Ζήσε όσο προλαβαίνεις!».

– Χρήστες, ακόλουθοι, «τοίχος» και άλλα τόσα σύμβολα μιας ζωής παράλληλης με τη ζωή που δεν χρειάζεται πλέον επεξήγηση στο πού αναφερόμαστε. Πόσο ζωή είναι η ζωή στα κοινωνικά δίκτυα;

– Είναι δυνατή, έχει ζωηράδα και ανταλλαγή. Είναι όμορφη όταν θρέφει την πραγματικότητα, αλλά απαίσια όταν την ξεζουμίζει. Είναι ένα είδος αυτο-μυθοπλασίας, που σημαίνει ότι δίνει σε πολύ κόσμο μια δεύτερη ευκαιρία ύπαρξης. Παραμένει, όμως, μια ζωή σε κάτοπτρο. Το αλυσιδωτό ερώτημα που μου γεννάει η ερώτησή σας είναι πόσες ζωές είναι η ζωή στα κοινωνικά δίκτυα. Για παράδειγμα, η ζωή ενός «παραδοσιακού» αναγνώστη μπορεί να πολλαπλασιαστεί μέσα από τα βιβλία – είναι σε θέση να ζήσει πολλούς παράλληλους βίους διαβάζοντας. Αντίθετα, η ζωή του χρήστη fb όχι μόνο δεν πολλαπλασιάζεται, αλλά διαιρείται κιόλας! Ενώ μοιάζει να τον διευρύνει (λόγω πληθώρας εαυτού), τελικά τον διασπά σε δεκάδες μικροτεμάχια – όπως την ηρωίδα «που φοβόταν το Απέραντο», ενός από τα εμβόλιμα επιτύμβια ποιήματα του «R.I.F.», η οποία μετουσιώνεται σε ένα «τεράστιο παζλάκι».

Η Μαρία Γιαγιάννου στην «Κ»: Σε λίγα χρόνια θα αναπολούμε το Facebook με νοσταλγία-1

Nα γράφουμε για να διασωθούμε…

– Το χιούμορ σε όλο το βιβλίο είναι ανακουφιστικό. Πώς να μιλήσεις για κάτι τόσο βαρύ εάν δεν ανασάνεις. Υπάρχουν όμως ατμόσφαιρες στο fb που καμιά φορά δεν σηκώνουν αληθινό, ανόθευτο χιούμορ. Φοβάστε ότι δεν θα συναντηθείτε με αυτούς τους αναγνώστες;

– Το χιούμορ πρέπει να ξαφνιάζει, να έρχεται από εκεί που δεν το περιμένεις. Ετσι ανοίγουν οι γρίλιες στα σκοτεινά, πέφτει το φως του γέλιου κι ανασαίνουμε. Ο Μποντλέρ γράφει ότι το απόλυτο κωμικό χρειάζεται «τεράστια ποιητική ευδιαθεσία». Δεν αξιώνω εδώ το απόλυτο κωμικό, μόνο κάποιες σκωπτικές αιχμές και έναν αστείο υπερτονισμό της παραδοξότητας. Ναι, οι άνθρωποι είμαστε συχνά πολύ σοβαροί, πολύ ευσεβείς απέναντι στον πόνο μας και δεν σηκώνουμε πλάκες. Αξίζει ωστόσο να σηκώνουμε πότε πότε καμιά πλάκα, για να μη μας καλύψει η πλάκα πριν από την ώρα μας.

– Μερικές φορές ο θάνατος συμβαίνει στη ζωή σου όταν αισθάνεσαι ζωντανός στο fb. Το έχετε νιώσει;

– Νομίζω πως μου συνέβη πριν από λίγα χρόνια, όταν λατρεμένο μου συγγενικό πρόσωπο περνούσε μια απειλητική περιπέτεια υγείας. Τα βράδια που επέστρεφα ράκος στο σπίτι και έμπαινα στο Facebook –μιας που είχε πρόσφατα κυκλοφορήσει ένα μυθιστόρημά μου– έβρισκα μηνύματα και αναρτήσεις φίλων με γενναιόδωρα λόγια για το βιβλίο μου. Αυτή η ψηφιακή χαρά ήταν ένα δώρο που πήρα από την πλατφόρμα. Στο «R.I.F.» σημειώνονται τα οφέλη του κοινωνικού δικτύου, δεν είναι «λουδίτικο», δεν πολεμάει την τεχνολογία των social media, αλλά την παρατηρεί με κριτική περιέργεια. Είμαι σίγουρη ότι σε λίγα χρόνια θα αναπολούμε το Facebook με νοσταλγία, όπως και την ιδιαίτερη δύναμη (καλοπροαίρετη ή μοχθηρή) της γραφής των αναρτήσεων.

– Και η διαδικασία της γραφής; Πόσο να ελπίζουμε ως τυπικοί γραφιάδες όταν όλα γράφονται στο fb και την ίδια στιγμή ξεχνιούνται;

– Το μεγάλο στοίχημα είναι αν θα επιβιώσει ακόμη και η ψηφιακή γραφή με την έλευση του Μetaverse (που μέχρι τώρα δεν έχει πείσει αρκετούς επενδυτές). Στο Μetaverse, που σημαίνει μετασύμπαν αλλά στο «R.I.F.» το διαβάζω και ως «Μετά τον στίχο», η γραφή αντικαθίσταται πλήρως από την εικόνα. Η εικόνα, τόσο ανακουφιστική και ήσυχη στις εικαστικές τέχνες, σε ένα σύμπαν επαυξημένης πραγματικότητας θα είναι ναρκωτική και ιλιγγιωδώς παρούσα. Χρειάζεται, λοιπόν, να γράφουμε για να διασωθούμε από τις ψηφιακές εικόνες, να κρατάμε το μυαλό μας σε τάξη. Και αν πάρει τις γραφές μας το ποτάμι της Λήθης δεν πειράζει. Ολο και κάποιο ίχνος μας θα μείνει στις όχθες του Διαδικτύου να θυμίζει ότι είχαμε υπάρξει.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή