Γιάννης Κότσιρας στην «Κ»: Να μοιραστώ τη μουσική μου χωρίς παρεμβάσεις

Γιάννης Κότσιρας στην «Κ»: Να μοιραστώ τη μουσική μου χωρίς παρεμβάσεις

Ηθελα εδώ και καιρό να μπορώ να παίξω σε θεατρικούς χώρους όπου οι συνθήκες και η επαφή με το κοινό είναι διαφορετικές από τις μουσικές σκηνές.

5' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Από τη δεκαετία του ’90 έχει οργώσει με σιγουριά μουσικές σκηνές και μεγάλους χώρους, έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από χίλιες συναυλίες στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο και έχει κυκλοφορήσει 15 προσωπικούς δίσκους. Τώρα όμως ο Γιάννης Κότσιρας έχει άγχος για τη νέα του δουλειά και δεν το κρύβει. «Είναι η πρώτη μου φορά στο θέατρο», εξηγεί γελώντας, μάλλον καθησυχαστικά, για τη θεατρική του εμπειρία, τη μουσικοθεατρική παράσταση «Κατάστρωμα Α» στο θέατρο «Ακροπόλ», σε σκηνοθεσία του Γιώργου Κουτλή και κείμενο του Οδυσσέα Ιωάννου.

Κι όμως, αν γυρίσουμε στο παρελθόν, πριν μπει ακόμη επαγγελματικά στον χώρο του τραγουδιού, είχε δοκιμαστεί σε μικρούς ρόλους. Τότε ήθελε να γίνει ηθοποιός. Ηταν 22 ετών όταν έπαιξε στον «Γενικό Γραμματέα» του Ηλία Καπετανάκη με σκηνοθέτη τον Διαγόρα Χρονόπουλο και στην «Αυλή των θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη που σκηνοθέτησε ο Κώστας Κλεφτόγιαννης. «Μικροί ρόλοι στον Δήμο Αμαρουσίου όπου ξεκίνησα με τη χορωδία της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου και ταυτοχρόνως συμμετείχα σε αυτές τις παραστάσεις στις οποίες τα σκηνικά είχε κάνει ο Γιάννης Τσαρούχης. Εκεί ερωτεύθηκα το θέατρο στο οποίο μπλέχτηκα για λίγο μέσω της μουσικής».

Το 2020 εμφανίστηκε και στην «Ομορφη πόλη» στο Μέγαρο Μουσικής που σκηνοθέτησε ο Γ. Βάλαρης, όμως τώρα «είναι η πρώτη φορά ουσιαστικά στο θέατρο». Στην παράσταση εντάχθηκαν όλες του οι σημαντικές μουσικές στιγμές, αλλά δεν έχει βιογραφικό χαρακτήρα. «Βέβαια όποιος με γνωρίζει καλά θα βρει νύξεις από τη ζωή μου, στοιχεία από μένα όπως ότι προέρχομαι από ναυτική οικογένεια».

Η ιστορία μιας νέας γυναίκας που ξεκινάει να πάει στη Σαντορίνη και ενός μεγαλύτερου άνδρα που φεύγει από την παλιά του ζωή για να πάει στο άγνωστο είναι η ιστορία που θα παρουσιάζεται από τις 28 του μηνός και κάθε Δευτέρα στη σκηνή του «Ακροπόλ». Οι δύο χαρακτήρες της παράστασης θα μπορούσαν, όπως λέει, να είναι οι γονείς του. Περίπου έτσι γνωρίστηκαν αλλά όχι σε καράβι.

Ποια ανάγκη γέννησε αυτή την παράσταση; «Ηθελα εδώ και καιρό να μπορώ να παίξω σε θεατρικούς χώρους όπου οι συνθήκες και η επαφή με το κοινό είναι διαφορετικές απ’ αυτό που συμβαίνει στις μουσικές σκηνές και τα νυχτερινά μαγαζιά. Δεν τα καταδικάζω αλλά έχω ανάγκη να παίξω σε πιο εσωστρεφείς συνθήκες, να μοιραστώ τη μουσική μου χωρίς παρεμβάσεις, τραπέζια, κρατήσεις κτλ.», λέει στην «Κ».

Γιάννης Κότσιρας στην «Κ»: Να μοιραστώ τη μουσική μου χωρίς παρεμβάσεις-1
Φωτ. ANΔΡΕΑΣ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ

Ηθελα εδώ και καιρό να μπορώ να παίξω σε θεατρικούς χώρους όπου οι συνθήκες και η επαφή με το κοινό είναι διαφορετικές από τις μουσικές σκηνές.

Οταν μοιράστηκε την ιδέα του με τον Οδυσσέα Ιωάννου είχε στον νου του κάτι πιο αυτοβιογραφικό, «αλλά μου είπε δεν είσαι μικρός για κάτι τέτοιο; Ηρθε σπίτι μου με τον Γιώργο Κουτλή, μιλήσαμε, μου έκανε ερωτήσεις για τη ζωή μου που λίγο πολύ τη γνώριζε, και έπειτα ξεκίνησε μια συζήτηση των τριών μας για μια θεατρική παράσταση με μουσική. Εχω αγωνία για το πώς θα το δεχτεί το κοινό, αλλά και πώς θα αντεπεξέλθω, γιατί έχω ρόλο μέσα σ’ αυτό. Εμφανίζομαι ως τραγουδιστής και ως μπάρμαν, παίζω τραγούδια βάσει των συναισθημάτων που αναπτύσσονται στο ζευγάρι της ιστορίας που υποδύονται οι Νάνσυ Μπούκλη, Γιώργος Γάλλος, Αρης Τρουπάκης. Εχω κανονικό ρόλο στην παράσταση».

Κάποια σημεία στην εκφορά του λόγου στα οποία ο σκηνοθέτης δίνει μεγάλη σημασία τον δυσκόλεψαν. «Αυτό είναι το καινούργιο τοπίο για μένα, αλλά ευτυχώς έχω καλό δάσκαλο. Ο Γιώργος Κουτλής επιμένει στις τεχνικές εκφοράς, στο πώς χρησιμοποιούμε το κόμμα, πού βάζω παύσεις και άλλες μικρές λεπτομέρειες που με μαγεύουν στις πρόβες. Προσπαθώ να καταλάβω τον κώδικα των ηθοποιών, αλλά δεν σκοπεύω να γίνω ηθοποιός».

Η πατρότητα

Για τους γονείς του μιλάει όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Είναι επειδή τους έχασε ή μεγαλώνει; «Είναι γιατί έγινα κι εγώ γονιός. Ο πατέρας μου έφυγε από τη ζωή πριν από έξι χρόνια, όταν γεννήθηκε ο πρώτος μου γιος, ο Νικόλας. Μετά γεννήθηκε ο Κωνσταντίνος και λίγο αργότερα, άνοιξη του 2020, έχασα και τη μητέρα μου. Οταν έγινα ο ίδιος πατέρας άρχισα να βλέπω τη ζωή μέσα από τα δικά τους μάτια. Συχνά αναρωτιέμαι εκείνοι πώς τα έβγαζαν πέρα. Επιπλέον άρχισα να εκτιμώ όσα μου έλεγε η μητέρα μου αλλά δεν κατανοούσα γιατί δεν ήμουν τότε γονιός. Η μητέρα μου έκανε μεγάλες θυσίες, με έτρεχε σε δραστηριότητες κυρίως αθλητικές γιατί είχα πολλή ενέργεια, ήμουν ζωηρό παιδί. Τη θυμάμαι όταν μου έλεγε το τάδε αντικείμενο είναι πολύτιμο κι εγώ έτρεχα να το σπάσω. Τώρα ζω το ίδιο με τα δικά μου παιδιά. Οτιδήποτε αγαπώ το καταστρέφουν οπότε κι εγώ έπαψα να αγαπώ πράγματα».

Με τους γιους του, έξι και τεσσάρων ετών, ασχολείται πολύ. Για χάρη τους έφτιαξε και το Y4Kinds στο Youtube στην περίοδο του lockdown, προσπαθώντας να βρει τρόπους να εκτονωθούν. Ο χρόνος δεν του περισσεύει γιατί γράφει και τους στίχους των τραγουδιών του τηλεοπτικού «Σασμού» σε μουσική του Νίκου Τερζή. Του αρέσει γιατί πηγή έμπνευσης είναι ανθρώπινες ιστορίες που αγγίζουν την παράδοση της Κρήτης. Βέβαια από το 2004 έγραψε για πρώτη φορά στίχους στο άλμπουμ «30+ Κάτι» και έπειτα στο «Μουσικό κουτί».

Οι γονείς, το «παραμύθι»

Ως ναυτικός ο πατέρας του ταξίδευε πολύ. Ο χρόνος μαζί του ήταν λίγος γιατί έλειπε πολύ. «Εμαθα στην απουσία του, ωστόσο μεγαλώνοντας άρχισαν να βγαίνουν διάφορα θέματα. Σε μια συζήτηση για το τι θα κάνω στη ζωή μου, πρότεινε να γίνω κι εγώ ναυτικός. «Για να λείπω συνέχεια από το σπίτι και να μη βλέπω τα παιδιά μου;», αντέδρασα. Ηταν μεγάλη έλλειψη εκείνη, θα ήθελα να έχω λίγο μπαμπά περισσότερο. Πολύ αργότερα κατάλαβα ότι αναζητούσα το πατρικό κομμάτι και το βρήκα αρχικά στον Μητροπάνο και έπειτα πιο έντονα στον Θάνο Μικρούτσικο. Δεν κατηγορώ τους γονείς, εκείνα τα χρόνια οι πατεράδες δεν ήταν συναισθηματικοί ή τουλάχιστον φανερά». 

Αργότερα, όταν θα μπορούσαν να μιλήσουν με τον πατέρα του, ξεκίνησε η άνοια. «Η μητέρα μου ήταν πάντα το αποκούμπι μου. Χωρισμοί, δυσκολίες, οικονομικά, πολιτικά θέματα, μιλούσαμε πολύ για όλα». Τη θαυμάζει και για έναν επιπλέον λόγο. «Με έμαθε να μην έχω παρωπίδες στην τέχνη. Οσο αγαπώ, λ.χ., τον Δημήτρη Μπάση να μπορώ να έχω ανάλογα συναισθήματα και για συνάδελφο που δεν έχει το ίδιο ρεπερτόριο. Αγαπώ, για παράδειγμα, την Καιτούλα Γαρμπή». Οι απόλυτοι διαχωρισμοί που ξεκίνησαν περίπου τη δεκαετία του ’80 τού φαίνονται τόσο ανόητοι πια. Και θυμάται πάντα όσα του είπε ο Μπιθικώτσης. Οτι τα περισσότερα λουλούδια τα είχε πάρει τραγουδώντας «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ». 

Από το 2014 υπήρξε μια ασυνείδητη αλλαγή. «Νομίζω ότι ξεκίνησε από την εποχή που γνώρισα την Κατερίνα κι άρχισα να αντιμετωπίζω τη ζωή διαφορετικά. Απελευθερώθηκα από το κράτημα να ρίχνω όλο το βάρος μόνο στο ερμηνευτικό μου κομμάτι. Σταμάτησε να με ενδιαφέρει. Ισως αυτό είχε ανάγκη και με το τι ήθελε μέχρι τότε η αγορά. Ισως έπαιξε ρόλο και όλο αυτό που έγινε με τη μνημονιακή Ελλάδα και ότι βγήκαμε οι αντιμνημονιακοί, καλοί ή κακοί όπως θες πες το, και μετά καταλάβαμε ότι όλο ήταν ένα παραμύθι. Η ελπίδα που ήρθε κι έφυγε… Ολα παίζουν ένα ρόλο». 

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή