Οι πρώτοι πολισμάνοι του Μεσοπολέμου

Οι πρώτοι πολισμάνοι του Μεσοπολέμου

Η αρχειακή έρευνα του Αχιλλέα Φωτάκη για την «ξεχασμένη» ίδρυση και τη λειτουργία της Αστυνομίας Πόλεων στην Ελλάδα

6' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 18 Ιανουαρίου 1925, μέσα σε ένα κτίριο της οδού Λέκκα, στην Αθήνα, 30 άνθρωποι συντονίζουν τα ρολόγια τους λίγα λεπτά πριν από τις 6 το πρωί. Βγαίνουν βιαστικά από το κτίριο για να προσεγγίσουν διάφορα κοντινά σημεία στις πλατείες Ομονοίας, Κάνιγγος και Συντάγματος. Στις 6 ακριβώς ξεκινάνε να βαδίζουν με έναν συγκεκριμένο ρυθμό που θα τους επιτρέψει σε 30 με 60 λεπτά, αναλόγως του δρομολογίου που τους έχει ανατεθεί, να καλύψουν μια συγκεκριμένη απόσταση. Ο καθένας τους κουβαλά ένα γκλομπ σε ειδική θήκη της σκούρας μπλε στολής που φοράει και σε μια άλλη κρέμεται η σφυρίχτρα. Πρόκειται για αστυφύλακες του Α΄ Αστυνομικού Τμήματος Αθήνας που εκτελούν περιπολίες κατά την πρώτη μέρα λειτουργίας της Αστυνομίας Πόλεων στην πρωτεύουσα. Οι ίδιες αυτές κινήσεις επαναλαμβάνονταν καθημερινά έκτοτε. Αλλοι περίπου δεκαπέντε άνδρες, χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί κυρίως, επέβλεπαν τη συνεπή τήρηση των δρομολογίων, διεκπεραιώνοντας παράλληλα και άλλες εργασίες στο αστυνομικό τμήμα. Η ίδια διαδικασία επαναλαμβανόταν σε κάθε περιφέρεια κάθε αστυνομικού τμήματος της πόλης, σε κάθε συνοικία και γειτονιά.

Μια έκδοση για την ιστορία της αστυνόμευσης στην Ελλάδα, αυτό είναι το έργο του Αχιλλέα Φωτάκη που πρόσφατα κυκλοφόρησε στα βιβλιοπωλεία, με τίτλο «Αστυνομία Πόλεων. Τα πρώτα βήματα στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου» (εκδ. Θεμέλιο). Η αρχειακή έρευνα για τη συγγραφή κράτησε πέντε χρόνια και το αποτέλεσμα είναι ένα ενδιαφέρον βιβλίο που ασχολείται με ένα θέμα που η υπάρχουσα ιστοριογραφία είχε αφήσει έως σήμερα στην άκρη. Για ποιους λόγους;

«Πολλοί αξιωματικοί της εποχής εκείνης ήταν απόφοιτοι Νομικής, είχαν λόγο ακόμη και στη σύνταξη ή στην τροποποίηση νομοσχεδίων».

«Κατ’ αρχάς, μέχρι το 1974 κανείς δεν επιτρεπόταν να γράψει κάτι τέτοιο δίχως την έγκριση της ίδιας της αστυνομίας. Από εκεί και πέρα, μέχρι τη δεκαετία του 1980 δεν είχαν αναπτυχθεί οι ιστορικές σπουδές στην Ελλάδα, κι οι έρευνες ήταν λιγοστές», λέει ο συγγραφέας όταν τον ρωτάμε γιατί ένας ιστορικός της νέας γενιάς –μόλις 41 ετών, με πρώτες σπουδές στη Νομική σε Ελλάδα και Βρετανία– αποφάσισε να ασχοληθεί με ένα ζήτημα που είναι αφενός παραγνωρισμένο και αφετέρου ιδεολογικά φορτισμένο για την ελληνική κοινωνία. «Πέρα όμως από όσα είπα, υπάρχουν κι άλλων ειδών λόγοι για αυτή την καθυστερημένη ενασχόληση με το θέμα», απαντά. «Λόγω του αντικομμουνισμού μέχρι και την περίοδο της χούντας, η αριστερή ιστοριογραφία κατά τη μεταπολίτευση έθεσε ως προτεραιότητα να ασχοληθεί με τα δικά της ζητήματα: την ιστορία της, τα κινήματα, την εργατική τάξη κτλ. Από την άλλη, η δεξιά ιστοριογραφία πιθανόν στεκόταν αμήχανη και διστακτική ως προς το να αναμοχλεύσει τα εμφυλιακά πάθη».

Αν στα παραπάνω προσθέσει κανείς το γεγονός ότι το ερευνητικό περιβάλλον ήταν αφιλόξενο, με λιγοστούς αρχειακούς τόπους και τεκμήρια κατά κύριο λόγο μη προσβάσιμα στους ερευνητές, εξηγείται το γιατί η ιστορική μελέτη καθυστέρησε τόσο. Οι ελάχιστες αφηγήσεις για την ιστορία της αστυνομίας στον Μεσοπόλεμο προέρχονταν κυρίως από ανθρώπους μέσα από τα ίδια τα σώματα και ήταν ηρωοποιητικές· στα γραπτά τους συνήθως δεν συμμερίζονταν το ενδιαφέρον για μια κοινωνική και πολιτική ιστορία των σωμάτων. Ετσι, πέρα από την πρωτοτυπία του θέματος, ο συγγραφέας θέλησε να μελετήσει την αστυνομία όχι απλώς ως κατασταλτικό μηχανισμό, αλλά ως μηχανισμό διακυβέρνησης.

«Η μελέτη της ιστορίας της αστυνομίας βάζει ένα λιθαράκι στην κατανόηση της κοινωνικής και πολιτικής ιστορίας του Μεσοπολέμου», εξηγεί ο κ. Φωτάκης. «Η ίδρυση του νέου αστυνομικού σώματος εντάσσεται στο εκσυγχρονιστικό πλαίσιο των βενιζελικών μεταρρυθμίσεων της δεκαετίας του 1920 και πολλές φορές συνομιλεί με αυτές τις άλλες μεταρρυθμίσεις (εκπαίδευση, πολεοδομία, νόμοι περί ναρκωτικών φαρμάκων, δικαστήρια κτλ.), εξαιτίας του εκτελεστικού χαρακτήρα της αστυνομικής δύναμης. Πολλοί αξιωματικοί της εποχής εκείνης εξάλλου ήταν απόφοιτοι Νομικής, σε μια εποχή διαδεδομένου αναλφαβητισμού, και ιδρύοντας νομοπαρασκευαστικές επιτροπές μέσα στην Αστυνομία Πόλεων είχαν λόγο ακόμη και στη σύνταξη ή στην τροποποίηση νομοσχεδίων. Επιπλέον, η δημιουργία της Αστυνομίας Πόλεων –θέλοντας και μη– συμμετέχει στον ανταγωνισμό πολιτικών και στρατού, των δύο πόλων εξουσίας του Μεσοπολέμου».

Οι πρώτοι πολισμάνοι του Μεσοπολέμου-1

«Βαδίζετε πάντοτε δεξιά. […] Μην πτύετε καταγής. Είναι ανθυγιεινόν»

Το βιβλίο παρακολουθεί μια ομάδα Βρετανών αξιωματικών που κλήθηκαν το 1918 να δημιουργήσουν την Αστυνομία Πόλεων στην Αθήνα, στον Πειραιά, στην Πάτρα και στην Κέρκυρα. Ετσι ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή με τα βασικά υλικά από τα οποία φτιάχτηκε η ελληνική αστυνομία: τις πρώτες πεζές περιπολίες, το Τμήμα Τροχαίας Κίνησης, τους κανόνες προστασίας των ζώων, τα δακτυλικά αποτυπώματα και τη στατιστική, τις μυστικές υπηρεσίες, τις παρακολουθήσεις, την αστυνομική σχολή της Κέρκυρας, την πρώτη αστυνομική απεργία το 1929, τις εργασίες του Τμήματος Ηθών. Η τάξη, η καθαριότητα, η ησυχία ήταν μείζονα προβλήματα για τους κατοίκους του άστεως τη δεκαετία του 1920. Αρχισαν να απαγορεύονται τα νυχτερινά τραγούδια που συνήθιζαν οι περαστικοί και ξυπνούσαν τις γειτονιές. Απαγορεύτηκε επίσης ο ύπνος σε παγκάκια, πάρκα και κήπους. «Βαδίζετε πάντοτε δεξιά. Μην ίστασθε επί των πεζοδρομίων και εν μέση οδώ συζητούντες. Κινδυνεύετε να παρασυρθήτε από τα τροχοφόρα, παρεμποδίζετε δε την κυκλοφορίαν. […] Μην πτύετε καταγής. Είναι ανθυγιεινόν», τόνιζαν οι πρώτες αστυνομικές διατάξεις.

«Δεν διδάσκομεν, σφυρηλατούμε χαρακτήρας», υπερηφανευόταν η Σχολή της Αστυνομίας για την εκπαίδευση των πολισμάνων. Μετά την ίδρυση του Αρχείου δακτυλικών αποτυπωμάτων οι κουτσαβάκηδες της εποχής ένιωσαν εξευτελισμένοι όταν, αφού συλλαμβάνοντο, υποχρεώνονταν να απλώσουν τα δάχτυλά τους ένα ένα πάνω στη μεταλλική πλάκα του Εργαστηρίου Σήμανσης. Οι πόλεις μεγάλωναν γρήγορα και άλλαζαν, και οι περιπολίες των αστυνομικών με τους χάρτες στα χέρια και τη σφυρίχτρα στο στόμα επόπτευαν τους δρόμους της εκσυγχρονισμένης αστικής ζωής. Ο Γεράσιμος Λιαρομάτης, κατοπινός αστυνομικός διευθυντής Πειραιά, από τους αξιωματικούς της Αστυνομίας Πόλεων που σπούδασε στη σχολή της Κέρκυρας, κι αργότερα ταξίδεψε στο Βέλγιο και στην Αγγλία για επιμόρφωση, κατέγραψε με περηφάνια ότι η Αστυνομία Πόλεων κατάφερε να μπει με άνεση στα Μανιάτικα του Πειραιά, συνοικία στην οποία η Χωροφυλακή, αν αποφάσιζε να μπει, έπρεπε να ετοιμάσει ολόκληρο απόσπασμα πάνοπλων ανδρών.

«Ενώ τελειώνει η Μικρασιατική Εκστρατεία, συνεπώς και ο ρόλος του στρατού ή της “θυγατρικής” του Χωροφυλακής, η ματιά του κράτους στρέφεται προς το εσωτερικό».

«Η πόλη έχει σπουδαία σημασία για την ίδρυση του νέου Σώματος», εξηγεί ο Αχιλλέας Φωτάκης. «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ενώ τελειώνει η Μικρασιατική Εκστρατεία, συνεπώς και ο ρόλος του στρατού ή της “θυγατρικής” του Χωροφυλακής, η ματιά του κράτους στρέφεται προς το εσωτερικό της επικράτειας. Με την έλευση των προσφύγων ο πληθυσμός υπερδιπλασιάζεται στα αστικά κέντρα της Αθήνας και του Πειραιά και αναδεικνύονται νέα αστυνομικά καθήκοντα. Ενώ η Χωροφυλακή επεκτεινόταν μαζί με τον ελληνικό στρατό πέραν της Μικράς Ασίας, τώρα η Αστυνομία Πόλεων έπρεπε να επεκταθεί στους πλέον απομακρυσμένους –και κατά κύριο λόγο προσφυγικούς– συνοικισμούς των Αθηνών και του Πειραιά, στον Ασύρματο ή στη Δραπετσώνα. Επρεπε να ελέγξει κάθε δρομάκι, να διεισδύσει και να έχει γνώση τού τι συμβαίνει στα κατώτερα στρώματα της πόλης».

Οταν ήρθε στην Ελλάδα η Βρετανική Αστυνομική Αποστολή, προσπαθώντας κι αυτή να αναδιοργανώσει τη Χωροφυλακή, διαπίστωσε ότι το 88% των χωροφυλάκων δεν παρέμενε στην ίδια πόλη για πάνω από 6 μήνες. Ο δε αρχηγός της Χωροφυλακής, που προερχόταν πάντα από τη στρατιωτική ηγεσία, δεν ήταν πρόθυμος να αλλάξει αυτό τον ρυθμό μεταθέσεων. Από την άλλη, οι Βρετανοί ήθελαν ένα αστυνομικό σώμα του οποίου τα μέλη να συγχρωτίζονται με τον πληθυσμό των πόλεων, να μαθαίνουν τις συνήθειές του, να γνωρίζουν τα ονόματα των οδών στις οποίες θα περιπολούσαν. «Ετσι τελικά αποφασίστηκε να φτιαχτεί η Αστυνομία Πόλεων, ξεχωριστά από τη Χωροφυλακή», λέει ο συγγραφέας. «Η Πόλεων δεν εφάρμοζε μόνο μια νέα τεχνογνωσία στη “μάχη της με το έγκλημα”, αλλά και μια πολιτική προσέγγισης εκείνων των κοινωνικών στρωμάτων που βρίσκονταν “εις αγαθάς σχέσεις” μαζί της. Προϊόν του καιρού της, η Αστυνομία Πόλεων, απομακρυνόμενη από το σύστημα του χωροφυλακίστικου “βούρδουλα”, αποδεικνυόταν ένα σώμα της ελληνικής αστικής τάξης».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή