Είναι παράξενο. Γνωρίζοντας το τέλος του Ρόμπερτ Σούμαν (1810-1856), πώς βυθίστηκε στην τρέλα, την απόπειρα αυτοκτονίας στα νερά του Ρήνου και τον εγκλεισμό του σε φρενοκομείο, όπου τελείωσε τις μέρες του, ο γλυκός ήχος των έργων του για φωνή και πιάνο μοιάζει σχεδόν παράταιρος. Ωστόσο, τα περίφημα λίντερ του φαινομενικά μόνο μοιάζουν να είναι το αποτέλεσμα ενός ήρεμου νου που ονειροπολεί και νοσταλγεί, ερωτεύεται και πονάει, δίχως όμως να εκφράζει τον σπαραγμό που έκρυβε μέσα του ο συνθέτης. Οι ερμηνευτές των έργων του έχουν να λένε πως μέσα σε αυτή την απατηλή γαλήνη κρύβονται η τρικυμία και η καταιγίδα. Τα τραγούδια του Σούμαν χαρακτηρίζονται από μιαν υπόγεια ένταση, που χωρίς να αναδύεται με όλη της την ορμή, αφήνει τις ρωγμές της.
Επίσης, τα λίντερ του Σούμαν, οι στίχοι και οι ποιητές που επέλεγε να μελοποιήσει, έχουν το δικό τους βάρος, καθώς, προτού γίνει ο συνθέτης που γνωρίσαμε (και ο πιανίστας που, τελικώς, δεν κατάφερε ποτέ να γίνει ολοκληρωμένα: ένα δικής του ευρεσιτεχνίας δέσιμο των δαχτύλων του παραλίγο να τον οδηγήσει όχι στην ενδυνάμωση και στην ευλυγισία, αλλά στην αγκύλωση), ο Σούμαν ονειρευόταν ζωή ποιητή.
«Ο Σούμαν δεν κατάφερε ποτέ να γράψει μια επιτυχημένη όπερα, πολλά τραγούδια του, όμως, έχουν καθαρά θεατρικό χαρακτήρα».
Το ρεσιτάλ μουσικής δωματίου που θα δοθεί την Παρασκευή 20 Ιανουαρίου, στην κεντρική αίθουσα εκδηλώσεων του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» από τη μεσόφωνο Λένια Ζαφειροπούλου και την πιανίστα Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου με τίτλο «Ο Robert Schumann και τρεις ποιητές», αναδεικνύει αυτόν τον συνδυασμό νηνεμίας και τρικυμίας στη συνείδηση του συνθέτη και την ίδια στιγμή την ιδιαίτερη σχέση που είχε με τη γραφή. Στην ιδιαίτερη αυτή συναυλία, θα ακούσουμε λίντερ του Σούμαν σε ποίηση Χάινριχ Χάινε, Χαν Κρίστιαν Αντερσεν και Γιουστίνους Κέρνερ (Εργο 24, 40 και 35 αντίστοιχα στην εργογραφία του συνθέτη). Οπως μας λέει η Λένια Ζαφειροπούλου, «κάνοντας πρόβα γι’ αυτό το ρεσιτάλ, θαυμάζαμε πάλι με την Αλεξάνδρα πόση αντοχή απαιτεί από σένα ο Σούμαν: ψυχική και σωματική. Μοιάζει παράξενο, αλλά παρόλο που ο ίδιος δεν κατάφερε ποτέ να γράψει μια επιτυχημένη όπερα, πολλά τραγούδια του έχουν καθαρά θεατρικό χαρακτήρα. Που σημαίνει ότι δεν απαιτούν από σένα απλώς να αφηγηθείς, αλλά σε απαιτούν ολόκληρο, όλο σου το σώμα, όλο σου το εκφραστικό εύρος, τη διάθεσή σου, όλη σου την ικανότητα να γίνεις κάποιος άλλος. Και σ’ έναν κύκλο τραγουδιών αυτό αλλάζει περίπου κάθε τρία λεπτά. Στο τέλος της πρόβας ή του ρεσιτάλ είναι σαν να έχεις παίξει είκοσι διαφορετικούς ρόλους που όλοι λίγο-πολύ ρέπουν προς το ακραίο. Υστερα ο Σούμαν είναι ένας απαράμιλλος μάστορας στην ειρωνεία. Δεν είναι απλός προσήλυτος του ρομαντικού κινήματος, είναι σαν το ρομαντικό κίνημα να πηγάζει από μέσα του. Και αυτό του δίνει την άδεια να το παρωδεί, όπως κοροϊδεύουμε τα κουσούρια του εαυτού μας που τα αγαπάμε και μαζί τα σιχαινόμαστε. Αυτό σημαίνει ότι ο Σούμαν ζητάει από σένα στη σκηνή να διεκτραγωδήσεις και μαζί να παρωδήσεις τον εαυτό σου, χρησιμοποιώντας και για τις δυο δουλειές τις ίδιες νότες και το ίδιο κείμενο.
»Με ενθουσιάζει το πώς ο Σούμαν αφήνεται να μεταμορφωθεί, περνώντας μέσα από την προσωπικότητα των τριών ποιητών. Πώς γίνεται πικρός, δυσοίωνος και παραμυθένιος στον Αντερσεν, σαρκαστικός, σπαρακτικός, αλλά και κλοουνίστικος στον Χάινε και μελαγχολικός και μυστικιστικός στον Κέρνερ.
»Κάποια από αυτά τα τραγούδια τα τραγουδώ από 20 ετών. Και αναγνωρίζω σ’ αυτά τη μεγάλη τέχνη, απ’ το γεγονός ότι προσαρμόζονται μέσα μου καθώς περνούν τα χρόνια και μου δείχνουν σε κάθε μου ηλικία και μιαν άλλη τους όψη».
«Το αλλόκοτο, το εξωφρενικό, το ακραίο και το μυστηριακό…»
Από τη δική της σκοπιά, η ξεχωριστή πιανίστα Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου εξομολογείται στην «Κ»: «Στους κύκλους τραγουδιών του Σούμαν που ερμηνεύουμε στο ρεσιτάλ με τη Λένια, διασταυρώνονται οι μαγεμένοι κόσμοι των κολοσσών της ποίησης. Περιγράφονται οι κινήσεις της ψυχής, τα ρήγματα και οι συγκινήσεις, όπως τις είδαν οι ρομαντικοί ποιητές, ακολουθώντας τον μίτο και τους ελιγμούς μιας ψευδαίσθησης μέσα από τη μεταμορφωτική δύναμη της φαντασίας που ανασυνθέτει συνεχώς τον κόσμο. Αλλά επειδή οι βαθύτερες πραγματικότητες της ζωής παραμένουν πάντα κρυφές και ανεξήγητες, το διπλό, το αλλόκοτο, το εξωφρενικό, το ακραίο και το μυστηριακό κάνουν συνεχώς την εμφάνισή τους.
»Η Λένια έχει μεταφράσει εξαιρετικά, όπως πάντα, τα ποιήματα στα ελληνικά, που θα μπορούν οι ακροατές να παρακολουθούν είτε σε παράλληλη προβολή είτε μέσα από το σπάνιο χάρισμα της παραστατικής της αφήγησης. Ο Σούμαν, απαράμιλλος τεχνίτης της ρομαντικής πολυφωνίας, θέλει στα τραγούδια του τη φωνή να αφηγείται θεατρικά και το πιάνο να τραγουδά αφηγηματικά. Είναι μια συναυλία στο κόσμο της Ουτοπίας».
Η Λένια Ζαφειροπούλου έχει πίσω της, πέρα από την ερμηνεία στο λυρικό τραγούδι, το δικό της λογοτεχνικό και μεταφραστικό έργο. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι στις μεταφράσεις της περιλαμβάνεται η ανθολογία-CD «Οταν ο νους σου βράζει κι η καρδιά», με ποιήματα των Γκαίτε και Χάινε (Πατάκης), τα «Σονέτα» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, καθώς και το ποίημά του «Ο βιασμός της Λουκρητίας» (Gutenberg), ενώ δικά της ποιήματα έχουν βραβευθεί στη χώρα μας και έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά και συμπεριληφθεί στις ανθολογίες νεοελληνικής ποίησης Kleine Tiere zum Schlachten και Dichtung mit Biss.
Τα τραγούδια του Σούμαν δείχνουν να της ταιριάζουν ιδιαίτερα. Είναι έτσι κι αλλιώς δύσκολο να παραμείνει κάποιος αδιάφορος στο ηχόχρωμα ενός συνθέτη με ένα δικό του «αυτί» στη λογοτεχνική γραφή. Ο Τομ Μακλίς, καθηγητής Φυσικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου του Γιορκ, στο βιβλίο του «Η ποίηση και η μουσική της επιστήμης. Συγκρίνοντας τη δημιουργικότητα στην επιστήμη και την τέχνη» (Tom McLeish, The Poetry and Music of Science. Comparing Creativity in Science and Art, Oxford University Press), αναφέρει ότι συχνά ο Σούμαν έφερνε στο μυαλό του τον Μπετόβεν και πώς μεταμόρφωνε μουσικά ένα άκρως προσωπικό, δικό του αφήγημα, που περιλάμβανε σκέψεις περί αθανασίας και περί ηρώων που πέφτουν και ξανασηκώνονται ή πώς ο Μέντελσον άντλησε τόσο δυνατή έμπνευση από το σαιξπηρικό «Ονειρο θερινής νυκτός» για να γράψει την αριστουργηματική εισαγωγή του στην ομότιτλη σκηνική μουσική του. Ο ίδιος ο Σούμαν αισθανόταν συχνά μιαν εσωτερική σύνδεση ανάμεσα σε μια μουσική σύνθεση και ένα τοπίο, ιστορικό ή φυσικό, βιώνοντας, μαζί με έναν φίλο του, τη φαντασίωση ότι έχουν μεταφερθεί στη μεσαιωνική Σεβίλλη απλώς και μόνον ακούγοντας μια σονάτα για πιάνο του Σούμπερτ.
Ο Σούμαν κατακλυζόταν από σκέψεις, ιδέες, εμμονές (είναι αυτές που στα 46 του θα τον οδηγήσουν στην τρέλα): «Μερικές φορές», έγραφε στον δάσκαλό του του πιάνου, «θέλω να κομματιάσω το πιάνο, δεν μπορεί να χωρέσει τις σκέψεις μου…».
Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός», πλατεία Αγ. Γεωργίου Καρύτση 8, Αθήνα. Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023, ώρα έναρξης 8.30 μ.μ. Οι στίχοι θα προβάλλονται σε ελληνική μετάφραση της Λένιας Ζαφειροπούλου.