Κ. Τουρνάς στην «Κ»: Δεν διεκδικώ ένα σουξέ για μια σεζόν

Κ. Τουρνάς στην «Κ»: Δεν διεκδικώ ένα σουξέ για μια σεζόν

Ο Κώστας Τουρνάς μιλάει στην «Κ» για τον νέο του δίσκο και το ελληνικό τραγούδι

4' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν ο έφηβος Κώστας Τουρνάς είπε στον πατέρα του ότι θέλει να γίνει μουσικός, εκείνος απάντησε ότι «οι μουσικοί ζουν με έρανο, πού πας;». Θυμάται ακόμη εκείνη την κουβέντα του, αλλά και τη δική του απάντηση, ότι θα κάνει ό,τι μπορεί για να το αποφύγει. Λίγα χρόνια αργότερα ήρθαν οι επιτυχίες.

Στα 73 του χρόνια σήμερα, ο τραγουδοποιός χαίρεται για το καινούργιο του άλμπουμ με τίτλο «Αθώος» (Μinos – EMI), που περιλαμβάνει 11 νέα τραγούδια, αλλά και τη ζωντανή ηχογράφηση παλιών, αγαπημένων τραγουδιών του όπως: «Ο πιο καλός τραγουδιστής», «Δεν μετανιώνω», «Μην της το πεις», «Ηλιε μου», «Ανθρωπε αγάπα» κ.ά., με τη συμμετοχή των Ελεωνόρας Ζουγανέλη, Γιάννη Κότσιρα, Δημήτρη Τσοπανέλλη και του Ρόμπερτ Ουίλιαμς, ο οποίος δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή.

Τα νέα του τραγούδια μιλούν για τις δικές του αγωνίες για τη ζωή, τους φόβους, την αγάπη, τις σχέσεις. «Οι ανθρώπινες ανάγκες της επιβίωσης ή της καλής ήρεμης ζωής είναι κοινές στους ανθρώπους», λέει από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής. «Εχοντας ζήσει πιο ξένοιαστες εποχές, οι καταστάσεις που μας βασανίζουν ή μας ταλαιπωρούν έχουν γκρι χρώμα, για να μην πω και πιο σκούρο», λέει στην «Κ».

«Ημουν και είμαι αθώος». Νιώθει αυτό που γράφει στον στίχο του; «Ευχαρίστηση νιώθει κανείς μόνο σε στιγμές αθωότητας, δεν νομίζω διαφορετικά. Η λέξη εμπεριέχει και ένα ανθρώπινο ελάττωμα, την αφέλεια.

Αφελής, καλοπροαίρετος ή αισιόδοξος, όλα αυτά τα μαζεύω στην αθωότητα. Παρότι από τις δεκαετίες του ’80 και ’90 και μετά έχουμε πονηρέψει αρκετά, ζούμε την πληροφόρηση και μαζί την παραπληροφόρηση, μεγάλο μέρος των ανθρώπων έχει μια αφέλεια. Γι’ αυτό θεωρούμε συχνά τους εαυτούς μας πλανημένους ή εξαπατημένους από κοντινά μικρά πράγματα ή ευρύτερα κοινωνικά». Και όταν καταπιάστηκε για λίγο με την πολιτική; «Τότε τελούσα εν τη αθωότητί μου».

Γεννήθηκε στην Τρίπολη, έκανε από παιδί μαθήματα κιθάρας, στα 13 του μετακόμισε στην Αθήνα όλη η οικογένεια, δημιούργησε το πρώτο του συγκρότημα και από το 1967 έπαιζε σε κλαμπ. Επειτα ήρθε η εποχή των Poll.

Εχοντας ζήσει πιο ξένοιαστες εποχές, οι καταστάσεις που μας βασανίζουν ή μας ταλαιπωρούν έχουν γκρι χρώμα, για να μην πω και πιο σκούρο.

Πενήντα και πλέον χρόνια στον χώρο της ελληνικής ποπ, πρόλαβε τις καλές εποχές της δισκογραφίας. «Αυτό σταμάτησε από το 2000 και σήμερα οι υπάρχουσες δισκογραφικές είναι ζήτημα αν θα κάνουν πέντε παραγωγές τον χρόνο. Ετσι, είσαι αναγκασμένος να κινηθείς σε ένα άγνωστο, νέο περιβάλλον, στο οποίο είσαι μόνος. Ηταν δύσκολη και για μένα η προ-σαρμογή».

Ζούμε πια στην εποχή του ενός τραγουδιού, που και αυτό διοχετεύεται στο Διαδίκτυο. «Το να κάνω ένα τραγούδι δεν μου λέει τίποτα. Δεν διεκδικώ ένα σουξέ για να έχω μεροκάματο για μια σεζόν, ποτέ δεν έζησα έτσι. Το να γράψω ένα τραγουδάκι σπίτι μου με τα κομπιούτερ, να παίξω λίγη κιθάρα και να το βγάλω στο Ιντερνετ, παραμένει για μένα διαδικασία που δεν έχει νόημα».

Τι τον έκανε να στραφεί στην ποπ, σε μια χώρα που ήταν πολύ ισχυρό το εντόπιο τραγούδι; «Παλιά σε συνεντεύξεις με ρωτούσαν για το αριστερό και το δεξί πεζοδρόμιο της ζωής. Ελεγα ότι με γοητεύει να περπατάω στην κεντρική λωρίδα του δρόμου. Ηταν λίγο σχηματικό, προσπαθώντας να εξηγήσω ότι εκεί ήμουν πιο εκτεθειμένος από ό,τι στη μία ή στην άλλη πλευρά. Με μια κιθάρα ξεκίνησα όταν έγραψα το “Ανθρωπε αγάπα” βγαίνοντας από την αντιπολεμική ταινία του Στιούαρτ Χάγκμαν “Φράουλες και αίμα”. Και αφού είχα βρει τον τρόπο να εκφράζομαι και δεν με γοήτευσε το λαϊκό τραγούδι, τα πράγματα με πήγαν σχεδόν από μόνα τους».

Από τα τραγούδια που άντεξαν στο χρόνο ήταν «Ο Αχιλλέας απ’ το Κάιρο». «Σήμερα μπορεί να μιλάμε ανοιχτά και να διεκδικούμε όλο και περισσότερα για τα έμφυλα ζητήματα, αλλά τότε ήταν ταμπού».

Κ. Τουρνάς στην «Κ»: Δεν διεκδικώ ένα σουξέ για μια σεζόν-1

Το τραγούδι γράφτηκε για τον Γιώργο Μαρίνο, ο οποίος είχε περάσει πολλά για την ερωτική του ταυτότητα. «Εκείνο τον καιρό δουλεύαμε μαζί. Ενα βράδυ ήταν από κάτω η μητέρα του και τον άκουγε να τραγουδά μια αγαπημένη μπαλάντα, η οποία έλεγε “Να ‘χα κι εγώ τη δική μου αγάπη”. Ηταν ανέκφραστη, ακίνητη, ενώ στο πρόσωπό της κυλούσαν δάκρυα. Δεν μου δημιουργήθηκε το αίσθημα να υπερασπιστώ την ομοφυλοφιλία, όσο το τι κάνει η μητέρα, ο πατέρας, ο αδελφός ενός ανθρώπου που διαλέγει αυτόν τον δρόμο. Δέχτηκα πολλές πιέσεις να μην το ηχογραφήσω». Τι χαρακτηρίζει σήμερα το ελληνικό τραγούδι; «Απραξία. Ενώ οι ψυχές είναι φορτισμένες, δεν γράφονται αντάξια πράγματα. Η σύγχυση, ο φόβος που προκλήθηκε από την οικονομική και την υγειονομική κρίση δεν επιτρέπει καλή γραφή. Κι ένα μέρος του θυμού της τραπ βγαίνει από τη σύγχυση. Από τη ραπ μού λείπει η μελωδική γραμμή, που είναι βάλσαμο για τον ανθρώπινο ψυχισμό. Καταλαβαίνετε ότι δεν μπορώ να συμφωνήσω πολύ ούτε με τη ραπ, το χιπ χοπ, την τραπ, διότι δεν μπορεί να εντείνει τους παλμούς της καρδιάς μου μόνο ένας θυμωμένος φρενήρης ρυθμός».

Είχε κι αυτός δυσκολίες στον χώρο. Και τότε έγραψε τραγούδια για τη Ρίτα Σακελλαρίου και τη Δούκισσα με ψευδώνυμο. «Την εποχή του πολιτικού τραγουδιού, 1974-1980, το είδος που υπηρετούσα ήταν πολύ πεσμένο. Εγραψα λοιπόν και λαϊκά, που έφεραν επιτυχίες και χρήματα».

Λέει, ακόμη, ότι «το τραγούδι σήμερα είναι σαν sms». Τελείωσε δηλαδή η εποχή που σηματοδοτούσε κάτι περισσότερο; «Δεν τελείωσε, γι’ αυτό έκανα αυτό τον δίσκο. Πιστεύω ότι αυτά τα άσχημα που ζούμε θα συναντήσουν τις κορυφώσεις τους. Το τραγούδι, για να έρθει πάλι στα ίσα του, θα πρέπει να περάσει η κορύφωση».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή