«Περπατώ μες στο δάσος… όταν ο λύκος δεν είναι εδώ…». Ηδη από το 2006 εντοπίζουμε μια σοβαρή πρόταση εκσυγχρονισμού του εφηβικού θεάτρου με την παράσταση του έργου «Η κοιμωμένη ξύπνησε» της Ξένιας Καλογεροπούλου και του Θωμά Μοσχόπουλου. Η «Ωραία Κοιμωμένη» όντως τρυπιέται από το δηλητηριώδες αδράχτι, βυθίζεται σε ύπνο γλυκό, αλλά όχι τόσο σύντομο όπως στο κλασικό παραμύθι. Ο ύπνος της είναι μακραίωνος, η αίσθηση της αχρονίας απλώνεται σε κλίμακα αιώνων και η ηρωίδα ξυπνάει σε έναν καινούργιο κόσμο, όπου καλείται να προσαρμοστεί στο πλαίσιο του τεχνολογικά ανεπτυγμένου πολιτισμού.
Ο Θάνος Τοκάκης «ακολούθησε το νήμα» της παράδοσης του εκμοντερνισμού των παραμυθιών που μας νανουρίζουν τρυφερά πριν από τον βραδινό ύπνο και σκηνοθέτησε τις «Ιστορίες για να μην κοιμάσαι» ως ενιαία παράσταση όχι μόνο για εφήβους αλλά και για ενηλίκους. Πρόκειται για ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα σκηνική σύνθεση και εντελώς καινούργια σκηνοθετική πρόταση στο πεδίο αυτής της δραματουργίας. Επιλέγει τρία από τα πιο ποιητικά έργα του Βρετανού Νόελ Γκρεγκ (1944-2009), ενός ιδιαίτερα επιδραστικού στο νεανικό κοινό θεατρικού συγγραφέα. Η Τζούλια Διαμαντοπούλου μετέφρασε σε γλώσσα θερμή και νεανικά αισθησιακή τα θεατρικά «Tin Soldier», «Hood in the Wood» και «Tasty Tale», που είναι στην πραγματικότητα οι διασκευές των κλασικών παραμυθιών «Ο Μολυβένιος Στρατιώτης», «Χάνσελ και Γκρέτελ», «Κοκκινοσκουφίτσα».
Αλληγορίες και συμβολισμοί
Η σκηνοθεσία αναδεικνύει τα στοιχεία της αλληγορίας, των συμβόλων, του μύθου και των αρχετυπικών αντιθέσεων του καλού – κακού, του σωστού – λάθους, του ωραίου – άσχημου, μέσα σε ατμόσφαιρα αρχικά εξπρεσιονιστική, φοβική και δυστοπική. Σταδιακά ο παραμορφωτικός αυτός χαρακτήρας μεταλλάσσεται με σκηνοθετικούς χειρισμούς ρεαλιστικών και αναμενόμενων σκηνικών σχημάτων. Αυτό που προτείνει ο σκηνοθέτης είναι ένας συγκροτημένος συνδυασμός, μια συνάρτηση στοιχείων των horror movies και των κόμικς, με σαφείς επιρροές από το γοτθικό στυλ των ταινιών του Τιμ Μπάρτον, σύζευξη δαιμονικότητας και αισθησιασμού, εξαιρετικά δουλεμένη σε οπτικό, ηχητικό και ερμηνευτικό επίπεδο.
Το νήμα του εκμοντερνισμού των ιστοριών που μας συντρόφευαν τις νύχτες οδήγησε σε μια παράσταση για όσους είναι ή νιώθουν έφηβοι.
Οι δώδεκα ηθοποιοί, μακιγιαρισμένοι δημιουργικά από την Olga Faleichyk, άλλοτε κινούνται σαν μαριονέτες, μεταμορφώνονται σε θορυβώδες ανθρωπόμορφο δάσος ή σε αποσυναρμολογημένα παιχνίδια που κινούνται ως ένα πρόσωπο, και άλλοτε γλιστρούν σιωπηλά σαν τρομακτικές σκιές στους τοίχους του λιτού σκηνικού που επιμελήθηκε αφαιρετικά ο Πάρις Μέξης. Τα σκηνικά έπιπλα, όπως το κρεβάτι της γιαγιάς και το τραπέζι ροτόντα, το υποβλητικό περιβάλλον του δάσους, ανέδειξαν το σκοτεινό και τρομακτικό στοιχείο των παραμυθιών. Αρμονικός ο συντονισμός των ήχων, των φωνών, των κινήσεων των σωμάτων και ειδικά των χεριών, που επιμελήθηκε η Σεσίλ Μικρούτσικου.
Ο Νικόλας Παπαδομιχελάκης αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες του παράδοξου ρόλου του σοφού Κυρίου Πάπια, μας υποδέχεται ντυμένος με κολάν γεωμετρικών σχεδίων, υλοποιώντας μια κλοουνίστικη και ολίγον αρλεκινίστικη φιγούρα. Η Διονυσία Μπαλαμώτη ως Γκρέτελ με όψη «αγγέλου» και ψυχή «διαβολική», ο Χρήστος Κραγιόπουλος ως βίαιος και απειλητικός Λύκος, η Ευσταθία Λαγιόκαπα ως υστερική μαμά της Κοκκινοσκουφίτσας, η Φανή Ξενουδάκη ως γιαγιά και η Ασημίνα Αναστασοπούλου ως Κοκκινοσκουφίτσα, αναδεικνύουν με τις ερμηνείες τους όλες τις ψυχαναλυτικές προεκτάσεις και τις υφολογικές λεπτομέρειες των παραμυθιών.
Ο Λάμπρος Κωνσταντέας πρωταγωνιστεί σε ένα ιδιαίτερα δραματικό, καθόλου ευχάριστο αλλά δυναμικό φινάλε, εξαιρετικής θεατρικότητας: ως μολυβένιος, με κομμένο πόδι, στρατιώτης, ερωτευμένος με την μπαλαρίνα (έξοχη ως «κούκλα» η Ελένη Μολέσκη), λιώνει μέσα στη φωτιά αργά και σιωπηλά. Το μόνο που απομένει είναι ένα σβολάκι που κάποτε ήταν μια μολυβένια καρδιά… Η απελευθερωτική δύναμη του έρωτα στέλνει στους νεαρούς θεατές το λυτρωτικό μήνυμα: «Αγαπώ, άρα υπάρχω. Ζω». Κι έτσι «θα ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα»…
H κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας του ΑΠΘ, καθηγήτρια στο τμήμα «Ελληνικός Πολιτισμός» του ΕΑΠ.