Βαδίζοντας στην οδό Αντώνη Τραυλαντώνη στου Ζωγράφου, ανάμεσα σε μέτωπα πολυκατοικιών των πρόσφατων δεκαετιών, αναπόφευκτα ξεφύλλιζα στο μυαλό μου τη «Λεηλασία μιας ζωής», αυτό το αθηναϊκό μυθιστόρημά του, γραμμένο στη δεκαετία του ’30. Ξεχασμένος και ο Τραυλαντώνης, αλλά να, που έστω και η αναφορά του ονόματός του στις πινακίδες της οδού προκαλεί συνειρμούς. Θα πρότεινα μια βόλτα γύρω από την παρακείμενη οδό Ανακρέοντος 38, εκεί όπου βρίσκεται το Εργαστήρι του γλύπτη Γιάννη Παππά (1913-2005). Ανήκει πλέον στο δίκτυο επισκέψιμων χώρων του Μουσείου Μπενάκη, μετά τη δωρεά εκ μέρους του γιου του, Αλέκου Παππά.
Και θα το πρότεινα όχι μόνο για την ίδια την επίσκεψη και την επαφή με την καλλιτεχνική διάνοια του γλύπτη και ζωγράφου και τη συγκίνηση του χώρου, αλλά και για όσα μπορεί να προκαλέσει η θέα αυτού του πνευματικού ξέφωτου, αυτής της νησίδας ομορφιάς μέσα στην τυποποίηση της καθημερινότητας.
Αν ανεβεί κανείς την οδό Ανακρέοντος, στου Ζωγράφου, θα γεμίζει το βλέμμα με τα πυκνά μέτωπα των πολυκατοικιών, τόσο πυκνά όπως σε κάθε αθηναϊκή συνοικία. Αλλά εδώ, στου Ζωγράφου, που έως το 1970 ήταν μια ημι-εξοχική περιοχή, με ορίζοντα και αίσθηση του τέλους της πόλης, αυτή η εντύπωση της πυκνότητας ξενίζει όσους φέρουν μέσα τους έστω πολλαπλές εκδοχές από την ιστορία της πόλης. Κάποια μικρά σπίτια της επιζούν, αλλά είναι ελάχιστα. Πρόσφατες ακόμη κατεδαφίσεις σαρώνουν εκείνους τους γραφικούς κύβους, που είχαν όλοι αυλές και τα είχαν όλα σε μικρή κλίμακα. Μικρά παράθυρα, μικρά οικόπεδα, μεγάλη απλωσιά.
Ο Γιάννης Παππάς έζησε εκεί στου Ζωγράφου και στη δεκαετία του 1940, και στον πόλεμο, είδε τη γειτονιά, αυτήν την εξοχική, να υποφέρει και να αλλάζει. Δίπλα σε χαμόσπιτα και παράγκες μέσα στα κατσάβραχα και στις πλαγιές με το χορτάρι της Αττικής, ο Γιάννης Παππάς εμπνεόταν από οικογένειες πολύτεκνες και ταλαιπωρημένες. Επαιρνε θάρρος, γέμιζε δύναμη. Δύσκολες εποχές, αδιανόητες. «Η περιοχή Ζωγράφου», έγραφε ο Γιάννης Παππάς, «ήταν από το 1943 επικίνδυνη. Συχνά άκουγες πυροβολισμούς. Εκανα ένα πρόχειρο χώρισμα στο εργαστήριο και μάζεψα τα παιδάκια της γειτονιάς. Τους έδωσα πηλό και ό,τι άλλο είχα σαν παιχνίδι»… Εικόνες και αισθήσεις μιας εποχής θαμμένης στη μνήμη του χρόνου.
Εκεί, τώρα, προβάλλει ο Μέγας Αλέξανδρος του Γιάννη Παππά, έφιππος… σπουδαία η διά βίου μελέτη του πάνω στον ίππο. Αλλά και στον συμβολισμό του έφιππου ανδριάντα. Σαν Αγιος Γεώργιος χωρίς τον δράκο, σαν πολεμιστής της αρχαίας Θράκης, σαν καβαλάρης στη ροή του χρόνου, ο έφιππος Αλέξανδρος του Γιάννη Παππά προβάλλει μεγαλοπρεπής, ένας αιώνιος έφηβος, μέσα στο ξέφωτο της οδού Ανακρέοντος. Σαν να βγαίνει φως από τον κήπο. Εκεί, το σπίτι της οικογένειας, που τώρα είναι επισκέψιμο μουσείο, εκεί τα παράθυρα που άνοιγαν στη μαγεία και το απέριττο μεγαλείο της Αττικής, εκείνα τα χρόνια πριν χτιστεί η συνοικία του Ζωγράφου, όταν υπήρχαν σκόρπιες επαύλεις, μικρά σπιτάκια, παράγκες και πολλά χέρσα οικόπεδα. Μύριζε η γη της Αττικής, μοσχοβολούσε… μύρωνε ο αέρας. Απλωνε το βλέμμα έως πέρα κάτω στην πόλη.
Σήμερα, αυτά τα μεγαλόπρεπα πεύκα, τόσο πράσινα, τόσο ευεργετικά στη θέα τους, μαζί με τα κυπαρίσσια, προστατεύουν το εργαστήρι του Γιάννη Παππά. Είναι σαν ένας χώρος ονείρου, μια Εδέμ αισθήσεων μέσα στην πυκνή πόλη, ανάμεσα στις πολυκατοικίες, ψηλές στη θέση του χώματος, εκεί όπου πολύτεκνες οικογένειες ζούσαν τη ζωή τους, μακριά από το κέντρο, στην ερημιά της άκρης. Και είναι σαν να υπάρχει ένα ιερό φως, εκεί στην οδό Ανακρέοντος, μια διαρκής υπόμνηση πως η ζωή αξίζει να τη ζει κανείς στην ολότητά της, στο εύρος της δυνατότητας.