ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗΣ
Επικράτειες
εκδ. Περικείμενο, σελ. 360
Οι τέσσερις πρωταγωνιστές στο μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Βλαχογιάννη (Αθήνα, 1975) είναι μοναχικοί διανοούμενοι, αφοσιωμένοι στην περίσκεψη. Τους απέλπιζε η «πληθυντικότητα», η «πολυμέρεια του κόσμου». Η σκέψη τους άφηνε αδιάρρηκτη την πραγματικότητα, ενώ συχνά υποχωρούσε μπροστά στην ισχύ της πλάνης και της ψευδαίσθησης και άλλοτε παράδερνε σε αμφιβολίες. Κέντρο του στοχασμού είναι το πάσχον εγώ, καθώς όλοι νοσούν, είτε σωματικά είτε ψυχικά, κυρίως όμως μεταφορικά. Η ασθένεια προτείνεται σαν γεωγραφία της ύπαρξης, που επιτάσσει την εταστική αυτοπαρατήρηση. Ο αναστοχασμός ξεκινάει από το σώμα για να απλωθεί μέχρι το άπειρο και την ανυπαρξία.
Στο πρώτο μέρος ο Χάρης Φαμέλης αναζητά καταφύγιο από την αρρώστια στο βιβλίο ενός Γερμανού συγγραφέα, του Ελία Μέτσγκερ. Οι σελίδες μοιάζουν με κάτοπτρα των πιο μύχιων πτυχών της ιδιοσυγκρασίας του. Οι συλλογισμοί του για το απώτερο νόημα των λόγων του Μέτσγκερ επιστρέφουν στη συνθήκη της αρρώστιας. Αποσυρμένος στο σκοτάδι του δωματίου του, ο Φαμέλης συντρίβεται από την ακαταληψία της ύπαρξης. Ο νους του περιπλανάται σε αχανείς επικράτειες, που δεν είναι παρά εσωτερικά τοπία, ένδον βάραθρα, έσω πληγές. Ο χρόνος, σκέφτεται, δεν είναι παρά «μία απέραντη, νυχτερινή, φανταστική επικράτεια – το όραμα κάθε ύπαρξης που εκφράζει την απόσταση που πρέπει να διανύσει ώς τον θάνατο». Κάθε χρονικό άνυσμα συνιστά μια στιγμή στο «ταξίδι επιστροφής στο μεγάλο τίποτα». Κάθε ικμάδα της συνείδησής του σκιαμαχεί στην επικράτεια του πόνου, της μοναδικής, απροσπέραστης βεβαιότητας.
Ο Βλάσης Πετρίδης, από την άλλη, διαφεύγει από την ασθένεια εναποθέτοντας τον χρόνο του στην αίθουσα αναμονής ενός αεροδρομίου. Οπως ο Φαμέλης, ζει και αυτός σε μια χώρα που νοσεί βαριά, διάσπαρτη με ερείπια και εξεγέρσεις. Μια βλάβη στο σύστημα αποσυντόνισε τα δρομολόγια των αερογραμμών. Ωστόσο ο Πετρίδης εκτιμά την αναμονή ως ιδανική συνθήκη περισυλλογής. Οντας συγγραφέας σκέφτεται τον κόσμο σαν κείμενο και τον εαυτό του σαν αποκύημα της γλώσσας. Αδημονεί για τη λυτρωτική απογείωση που θα τον φέρει εκτός κειμένου, σε μια ανεξερεύνητη επικράτεια. Αρνείται να δει στην προσμονή του μια αυταπάτη. Ο τρίτος διανοητής του βιβλίου, ο Ντίνος Χαλάς, νοσεί από πένθος. Προτού η απώλεια συντρίψει τα λογικά του, λιμνάζει στον παραισθητικό χρόνο της αναμονής σε ένα νοσοκομείο. Η συγγραφική του φαντασία είναι η διαφυγή του από τον πόνο. Φαντάζεται έναν μοναχικό άνδρα στο κατάστρωμα ενός πλοίου. Το πλοίο τον ταξίδευε στο «βαθύ σκοτάδι της ατελείωτης νύχτας εκεί έξω». Εξίσου δυσοίωνο είναι το ταξίδι με τρένο του Κ., ο οποίος φοβάται πως η διαδρομή του θα τον αποβιβάσει στην ανυπαρξία. «Το βαγόνι βυθίζεται με τραντάγματα μέσα στη νύχτα, σαν να τον τραβά μαζί του για να τον παρασύρει στο μηδέν».
Ο Βλαχογιάννης συναρμόζει την ιδιότητα του συγγραφέα με εκείνη του εκδότη. Από τις εκδόσεις «Περικείμενο» κυκλοφορούν μία μελέτη του και τέσσερα λογοτεχνικά έργα. Το παρόν, το πέμπτο κατά σειράν, είναι αυτό που λέμε «εγκεφαλικό». Η προσχηματική πλοκή εκχωρείται σε σκέψεις για τα υλικά και τα άυλα της ύπαρξης, σε έναν ατέρμονο, αλυσιτελή στοχασμό. Δίχως αμφιβολία ο Βλαχογιάννης έχει δουλέψει πολύ μεθοδικά το φιλοσοφικό του εγχείρημα και μολονότι εκτιμώ αφάνταστα τους ανθρώπους που προσέρχονται στη λογοτεχνία με σοβαρότητα, έχω τη γνώμη πως δυσκολεύει τον αναγνώστη υπέρ το δέον. Οι συλλογισμοί γίνονται ολοένα και πιο στρυφνοί στην αγωνία τους να διαρρήξουν τα οργανικά και τα ανόργανα μυστήρια. Τα πρόσωπα που επωμίζονται την αναζήτηση νοήματος είναι τόσο προσηλωμένα στον μέσα εαυτό, που αγνοούν εκείνον που τα κοιτάζει.