IΤΑΛΟ ΣΒΕΒΟ
Το γέρασμα
μτφρ.: Σώτη Τριανταφύλλου
εκδ. Πατάκη, 2023, σελ. 288
Από τα βάθη του 19ου αιώνα έως σήμερα, το πρώιμο μυθιστόρημα του Ιταλο Σβέβο «Το γέρασμα» μπορεί να μην κατέχει εξέχουσα θέση στην εργογραφία του, όπως η «Συνείδηση του Ζήνωνα», εντούτοις παραμένει ένας άγνωστος μυθιστορηματικός «αστερισμός».
Το έγραψε στο μακρινό 1898, ωστόσο οι κριτικοί εκείνης της εποχής δεν του επιδαψίλευσαν θετικά σχόλια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μείνει στην αφάνεια και να ανασυρθεί από τη λήθη χάρη στον Τζέιμς Τζόις, που όταν το διάβασε αποφάνθηκε θετικά.
Ο Σβέβο, επηρεασμένος από τη φιλοσοφία του Σοπενχάουερ, δημιουργεί δύο δίπολα διαφορετικών ηρώων.
Παρά την ελάχιστη σχέση με τη σημερινή δομή των ερωτικών σχέσεων, τούτο το μυθιστόρημα-ανατομία ενός άδοξου έρωτα μπορεί να διαβαστεί ως μια σπουδή στη ζήλια και στην ταλαιπωρία που υφίσταται ένας άνδρας που θέλγεται από μια «λάθος» γυναίκα.
Κεντρικός ήρωας είναι ο αποτυχημένος συγγραφέας Εμίλιο Μπρεντάνι, ένας κλασικός άνδρας της Τεργέστης (γενέθλιος τόπος του Σβέβο) που στα 35 του αισθάνεται γερασμένος συναισθηματικά. Εως τη στιγμή που γνωρίζει την κατά πολύ νεότερή του Αντζολίνα. Μια νεαρή λαϊκής καταγωγής, καταφανώς εκπάγλου καλλονής, αλλά και ηθικά άσωτης. Ο Εμίλιο είναι πεπεισμένος πως θα καταφέρει να ελέγξει την παρόρμησή του και να μετατρέψει τη θελκτική Αντζολίνα σε παιχνιδάκι του. Φευ, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο.
Τη στιγμή που εκείνος βυθίζεται ολοένα και πιο βαθιά στην παραζάλη του έρωτα και παραδίδεται στη μεθυστική επίδρασή του πάνω του, η ναρκισσευόμενη Αντζολίνα συλλέγει θαυμαστές σαν χάντρες κομπολογιού. Δεν θα αργήσει να ραγίσει το γυαλί ανάμεσά τους και μάλιστα με επώδυνο τρόπο.
Παράλληλα με τη δική του ιστορία, στο «Γέρασμα» αναπτύσσεται και ο πλατωνικός έρωτας της αδελφής του Εμίλιο, της Αμάλια, προς τον γυναικοκατακτητή φίλο του, τον γλύπτη Στέφανο Μπάλι. Η Αμάλια είναι μια μοναχική γυναίκα, παραιτημένη από τη ζωή. Στην πραγματικότητα ο Σβέβο, επηρεασμένος από τη φιλοσοφία του Σοπενχάουερ, δημιουργεί δύο δίπολα διαφορετικών ηρώων. Από τη μια τα παθητικά αδέλφια Μπρεντάνι κι από την άλλη οι «δρώντες» της ζωής, Αντζολίνα και Μπάλι. Η συνάφεια της παθητικότητας με την έντονη δράση θα έχει ως αποτέλεσμα τη συντριβή των μεν και την κατίσχυση των δε.
Το μυθιστόρημα διαπνέεται από μια τραγική αίσθηση της ύπαρξης και της αξεπέραστης απόστασης μεταξύ μιας συνείδησης και μιας άλλης. Η αδιαμφισβήτητα μοντέρνα φωνή του Σβέβο αποτυπώνει με λεπτότητα τις ραγδαίες εναλλαγές στη διάθεση και στην πρόθεση του ήρωα, αξιοποιώντας την ειρωνεία (έως και την κωμωδία καταστάσεων) και τις πολλαπλές οπτικές γωνίες για να αποκαλύψει την αυξανόμενη αγωνία του Εμίλιο, καθώς έρχεται να αναγνωρίσει την ασυμφωνία ανάμεσα στον εαυτό του και στον κόσμο του.
Το αδόκητο τέλος της ασθενικής Αμάλια, σε συνδυασμό με τη φυγή της Αντζολίνα με έναν τραπεζικό υπάλληλο που της υπόσχεται μια ζωή γεμάτη απολαύσεις, αναγκάζει τον Εμίλιο να συνειδητοποιήσει το σταυροδρόμι που έχει φτάσει η ζωή του. Αυτό τον οδηγεί στην απόφαση να παραιτηθεί από τα πάντα: αποφασίζει από εκείνη τη στιγμή και μετά να μην κάνει τίποτα. Προτιμάει να παραδέρνει μηρυκάζοντας το παρελθόν του, καθώς δεν είναι σε θέση να αποδεχθεί το παρόν του ή να σχεδιάσει ένα επαρκές μέλλον.
Οπως ακριβώς συμβαίνει με την Αντα στη «Συνείδηση του Ζήνωνα», έτσι κι εδώ η Ανζ (το άλλο όνομα που της χαρίζει ο Εμίλιο) είναι μια μυθοπλασία ή η φαντασίωση μιας ναρκισσιστικής ψυχής. Είναι το διαρκές ψέμα που φτιάχνει ο πρωταγωνιστής μέσα στο μυαλό του και το οποίο τον οδηγεί σε μια ολέθρια αυταπάτη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως βρισκόμαστε στο γέρμα του αιώνα, με τη λεγόμενη μπελ επόκ να διαμορφώνει ένα κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο επιβιώνουν μόνο οι ισχυροί.
Εκ των πραγμάτων ο Εμίλιο, ένας άβουλος και περιδεής άνθρωπος, δεν γίνεται να βρει στον ήλιο μοίρα και να γευτεί έως την τελευταία σταγόνα του έρωτα που τόσο ποθεί, αλλά και τόσο λίγο είναι σε θέση να αντέξει. Τέτοιοι ήρωες είτε καίγονται νωρίς είτε σβήνουν σταδιακά έως το σημείο του πλήρους αποχρωματισμού τους.