Βρίσκεται σε μια περιοχή μακριά από τα αστικά κέντρα. Δυσπρόσιτη αλλά με μια άγρια ομορφιά. Για να φτάσει κανείς χρειάζεται τουλάχιστον τρεις ώρες οδήγηση από την Αθήνα και στο τέλος να ανέβει τους φιδογυριστούς δρόμους μετά την Ανδρίτσαινα σε υψόμετρο 1.130 μέτρων. Ωστόσο το θέαμα είναι μοναδικό. Αν και βρίσκεται κάτω από ένα στέγαστρο από το 1987 –καθόλου κολακευτικό αλλά απαραίτητο για την προστασία του– ο ναός του Επικουρίου Απόλλωνος, στις αρχαίες Βάσσες της Αρκαδίας, είναι ένα εντυπωσιακό, επιβλητικό, μνημείο –έργο που αποδίδεται στον Ικτίνο– που συνδυάζει τους τρεις αρχιτεκτονικούς ρυθμούς της αρχαιότητας. Δεν είναι τυχαίο που ήταν το πρώτο ελληνικό μνημείο το οποίο εντάχθηκε στον κατάλογο με τα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO το 1986. Η μαρμάρινη ζωφόρος του είναι στο Βρετανικό Μουσείο.
Οταν επισκεφθήκαμε τον ναό πριν από μερικά χρόνια για την «Κ» (19/3/2018) είχαμε διαπιστώσει ορισμένα προβλήματα στο προσωρινό στέγαστρό του, φθορές και υγρασίες στη βάση και τους κίονες του ναού που είναι κατά βάση φτιαγμένος από ασβεστόλιθο και για αιώνες στο έλεος των στοιχείων της φύσης – βροχές, χιόνι, παγετός είναι συχνά φαινόμενα στην περιοχή. Είδαμε επίσης το αφανές αλλά τιτάνιο επιστημονικό έργο που πραγματοποιείται εδώ και σχεδόν 24 χρόνια. Αθόρυβα αλλά χειρουργικά, όπως χρειάζεται όταν καλείσαι να μετακινήσεις έναν ολόκληρο –και ολόσωμο– κίονα. Πράγματι, για να γίνει η αποκατάσταση του ευαίσθητου μνημείου οι ειδικοί πρέπει, πρακτικά μιλώντας, να μετακινήσουν ολόκληρους κίονες για να συναρμολογήσουν λίθους που βρίσκονται στο δάπεδο και στα θεμέλια του ναού. Σαν ένα «Τζένγκα» αλλά με αρχαιότητες του 5ου αιώνα π.Χ.
Η φωτογραφία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το υπουργείο Πολιτισμού δείχνει ακριβώς αυτό. Την απομάκρυνση ενός κίονα από τον ναό, δεμένου με έναν μεταλλικό νάρθηκα, και από κάτω, στο φόντο, οι εργάτες να παρακολουθούν το σπάνιο θέαμα –με κομμένη την ανάσα στοιχηματίζω– μέχρι να ολοκληρωθεί η μετακίνηση. Αυτό που δεν φαίνεται είναι ότι επανατοποθετήθηκαν στην πρόσοψη του ναού τρία αρχιτεκτονικά μέλη του. Το ένα ύστερα από επτά αιώνες και τα άλλα δύο έπειτα από περίπου δύο αιώνες αποκαθιστώντας τη συνέχεια του βόρειου επιστυλίου του ναού για πρώτη φορά μετά το 1812.