Τζέιμς Ερλ Τζόουνς: Μαγνήτιζε ακόμη και με τη «θεϊκή» φωνή του

Τζέιμς Ερλ Τζόουνς: Μαγνήτιζε ακόμη και με τη «θεϊκή» φωνή του

Ο Τζέιμς Ερλ Τζόουνς (1931-2024) έγινε μέλος της πολύ εκλεκτής λίστας των «EGOT Winners», δηλαδή των μόνο 21 καλλιτεχνών στην Ιστορία που έχουν κερδίσει τα τέσσερα πιο σημαντικά βραβεία του χώρου: ΕMMY, Γκράμι, Τόνι και Oσκαρ

4' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αμερική, Νοέμβριος του 1969. Οι τηλεοπτικές οθόνες δονούνται από το δεύτερο επεισόδιο του «Sesame Street», της πιο δημοφιλούς και μακρόβιας τηλεοπτικής παιδικής σειράς της χώρας. Ανάμεσα στα αμέτρητα μικρά κωμικά σκετς, τα καρτούν και τα εκπαιδευτικά βίντεο, κάπου στο μέσον της εκπομπής, εμφανίζεται ένας άνδρας με σκούρο δέρμα, ξυρισμένο κεφάλι και μπάσα φωνή, και αρχίζει να απαγγέλλει τα 26 γράμματα του αγγλικού αλφάβητου.

Μιλάει αργά, σταθερά, αφήνοντας λίγα δευτερόλεπτα σιωπής ανάμεσα σε κάθε γράμμα, δημιουργώντας έτσι αναπάντεχα ένα γεγονός μέσα στη φρενήρη, πολύχρωμη ροή του προγράμματος. Είναι λες και όλα έχουν σταματήσει, λες και ο τηλεοπτικός χρόνος τώρα μετράει αλλιώς. Ο 38χρονος Τζέιμς Ερλ Τζόουνς, ανερχόμενος ηθοποιός του θεάτρου, παρουσιάζει τα γράμματα σαν να είναι, θα έλεγε κανείς, χαρακτήρες ή ακόμη και πρόσωπα, το καθένα με τη δική του ξεχωριστή προσωπικότητα. Τα πράσινα μάτια του κοιτούν κατευθείαν τον θεατή και ο θεατρικός, πομπώδης τρόπος με τον οποίο εκφέρει τα ονόματα των γραμμάτων, οι μακρές σιωπές ανάμεσά τους, μαγνητίζουν εκατομμύρια παιδιά, τους μαθαίνουν το αλφάβητο με έναν αξέχαστο τρόπο, και γράφουν Ιστορία.

Η στεντόρεια φωνή του έχει ήδη κατακτήσει το Μπρόντγουεϊ, ο ίδιος είχε κερδίσει ένα βραβείο Τόνι και τώρα, για ενάμισι μόνο λεπτό, αφήνει το χαρακτηριστικό στίγμα της στη μνήμη αμέτρητων παιδιών. «Θα μπορούσες να μαγνητιστείς από τη φωνή του ακόμη και αν διάβαζε τον τηλεφωνικό κατάλογο», διαβάζουμε σήμερα στα σχόλια του συγκεκριμένου βίντεο στο YouΤube, ενώ ένας άλλος χρήστης σχολιάζει: «Είναι λες και ο Θεός απαγγέλλει την αλφάβητο από τον ουρανό».

Η «θεϊκή» αυτή φωνή, μία δεκαετία αργότερα, όταν ανέτειλε το μεγάλο άστρο του Τζορτζ Λούκας και του «Πολέμου των Αστρων» του, θα τρύπωνε μέσα στη μεγάλη μαύρη στολή του Νταρθ Βέιντερ και ταυτόχρονα στη συλλογική μας συνείδηση. Ο Τζορτζ Λούκας και οι συνεργάτες του έφτιαξαν έναν απόλυτα τρομακτικό, φουτουριστικό σαμουράι-γίγαντα, αλλά η φωνή του Τζόουνς ήταν αυτή που του έδωσε αληθινή υπόσταση και ταυτότητα. Φράσεις όπως «όχι, εγώ είμαι ο πατέρας σου» ή «βρίσκω την έλλειψη πίστης σου ενοχλητική» ακούγονται σήμερα ως αποσπάσματα από κάποια βιβλική γραφή, και όχι απλά από μια ταινία του Χόλιγουντ.

Η αξέχαστη αυτή φωνή σίγησε όταν ο Τζόουνς έφυγε από τη ζωή στις 9 Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη. Δεν ανακοινώθηκε αιτία θανάτου, είχε όμως διαγνωστεί με διαβήτη από τα 60 του. Ηταν 93 ετών.

Γεννήθηκε το 1931 στο Μισισίπι και μεγάλωσε με τους παππούδες και τη γιαγιά του. Το αίμα του, θα έλεγε κανείς, ήταν «αμερικανικό», αλλά είχε ταυτόχρονα αφρικανική, Τσερόκι, Τσοκτάου και ιρλανδική καταγωγή. Ανέπτυξε σοβαρό τραυλισμό στην παιδική του ηλικία, κάτι που τον έκανε ανασφαλή και ντροπαλό με τα άλλα παιδιά. Ως φοιτητής του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν σκόπευε να σπουδάσει ιατρική, αλλά σύντομα ανακάλυψε την υποκριτική. Μετά το κολέγιο, υπηρέτησε στον στρατό και στον πόλεμο της Κορέας. Μετακομίζοντας στη Νέα Υόρκη, σπούδασε στο American Theatre Wing και βρήκε δουλειά ως θυρωρός. Το ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ έγινε στα τέλη του 1950, στο έργο «Sunrise at Campobello». Συμμετείχε στο πρόγραμμα «Shakespeare in the Park» και εμφανίστηκε σε μία από τις πρώτες του παραγωγές το 1962. Δύο χρόνια αργότερα, έδωσε μια αξέχαστη ερμηνεία ως πρωταγωνιστής στον Οθέλλο, ένα ρόλο που υποδύθηκε στο μέλλον πολλές φορές. Το 1963 κέρδισε την πρώτη του υποψηφιότητα για βραβείο EMMY για την ερμηνεία του στην τηλεοπτική εκπομπή «East Side/West Side». Την επόμενη χρονιά, έπαιξε στο «Dr Strangelove» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ.

Η μεγάλη επιτυχία στο θέατρο ήρθε με τον πρωταγωνιστικό ρόλο ως μποξέρ στο έργο «Η μεγάλη λευκή ελπίδα», μια παράσταση που του έφερε το πρώτο του βραβείο Τόνι. Πρωταγωνίστησε και στην κινηματογραφική εκδοχή του έργου το 1970, για την οποία έλαβε υποψηφιότητα για Οσκαρ και Χρυσή Σφαίρα.

Συνεχίζοντας να εργάζεται στο θέατρο, εμφανίστηκε σε πολλές παραγωγές του Μπρόντγουεϊ κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980, ανάμεσά τους και σε μια αναβίωση του «Ανθρωποι και ποντίκια» του Τζον Στάινμπεκ το 1974. Το 1987 κέρδισε το δεύτερο Τόνι του για τη δουλειά του στο «August Wilson Fences».

Στη μεγάλη οθόνη υποδυόταν συχνά κυριαρχικούς χαρακτήρες. Πρωταγωνίστησε ως «κακός» στο «Κόναν ο βάρβαρος» του 1982, δίπλα στον Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ, ενώ το 1998 υποδύθηκε ένα βασιλιά στο «Coming to America» στο πλευρό του Εντι Μέρφι. Σε τρεις ταινίες είχε τον ρόλο του ναυάρχου: στο «Κυνήγι του Κόκκινου Οκτώβρη» του 1990, στο «Patriot Games» του 1992 και στο «Clear and Present Danger» του 1994. Το 1994 έγινε η φωνή του Μουφάσα στον «Βασιλιά των λιονταριών».

Πρωταγωνίστησε και στην τηλεόραση, κερδίζοντας δύο βραβεία ΕMMY, το 1991 για τον ρόλο στη δραματική σειρά «Gabriel’s Fire» και τον δεύτερο ρόλο του στη μίνι σειρά «Heat Wave». Εγινε έτσι ο πρώτος ηθοποιός που κέρδισε στην κατηγορία του δράματος δύο βραβεία ΕMMY την ίδια χρονιά.

Παρέμεινε ενεργός έως το τέλος, παίζοντας σε διάφορους ρόλους για τον κινηματογράφο, την τηλεόραση και το θέατρο, ανάμεσά τους και μια παράσταση του «Σοφέρ της κυρίας Ντέιζι» που ανέβηκε στο Μπρόντγουεϊ το 2010, με συμπρωταγωνίστρια τη Βανέσα Ρεντγκρέιβ.

Κατά τη διάρκεια της σχεδόν εξηντάχρονης καριέρας του έλαβε πολλές διακρίσεις, συμπεριλαμβανομένων του τιμητικού βραβείου του Κέντρου Κένεντι το 2002 και ενός τιμητικού βραβείου Οσκαρ το 2011, το οποίο μάλιστα τον έβαλε στην πολύ εκλεκτή λίστα των «EGOT Winners», δηλαδή των μόνο 21 καλλιτεχνών στην Ιστορία που έχουν κερδίσει τα τέσσερα πιο σημαντικά βραβεία του χώρου: ΕMMY, Γκράμι, Τόνι και Οσκαρ.

«Δεν ήταν υποκριτική. Ηταν γλώσσα. Ηταν ο λόγος», απάντησε όταν ρωτήθηκε τι του κέντρισε το πάθος για την ηθοποιία. «Ηταν αυτό που αρνιόμουν στον εαυτό μου όλα εκείνα τα χρόνια, ως παιδί. Και ήταν η ιδέα ότι μπορείς να παίξεις κάπου –όπως ένα έργο του Σαίξπηρ ή του Αρθουρ Μίλερ– και να πεις πράγματα που δεν θα μπορούσες ποτέ να φανταστείς ότι θα πεις ή θα σκεφθείς στη ζωή σου», είχε πει το 1996. «Θα μπορούσες να πεις όλα αυτά τα πράγματα! Και αυτό είναι ακόμη το θέμα, είτε πρόκειται για ταινίες, είτε για τηλεόραση, είτε για κάτι άλλο. Περί αυτού πρόκειται ακόμη».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT