Η τραγική ειρωνεία για τη φασιστική πολιτική, γράφει ο Αμερικανός φιλόσοφος Τζέισον Στάνλεϊ στο γνωστό βιβλίο του «How Fascism Works» (2018), είναι ότι η συζήτηση για τον φασισμό γίνεται πιο δύσκολη σήμερα επειδή μοιάζει εκτός τόπου και χρόνου. Η κανονικοποίηση του φασιστικού μύθου «μας κάνει ικανούς να ανεχθούμε όσα κάποτε ήταν ανυπόφορα, κάνοντάς τα να φαίνονται σαν να ήταν έτσι ανέκαθεν», γράφει ο Στάνλεϊ.
Στην πρoμετωπίδα του ένατου βιβλίου του, που παρουσιάστηκε πρόσφατα στην ΕΣΗΕΑ, με τίτλο «Το γκρίζο κύμα. Η νέα Ακροδεξιά και οι συνεργοί της» (εκδ. Τόπος), απότοκο ερευνητικής εργασίας, ο εκλεκτός συνάδελφος Πέτρος Παπακωνσταντίνου –έμπειρος δημοσιογράφος στο διεθνές ρεπορτάζ και συγγραφέας με συγκροτημένο πολιτικό λόγο– γράφει μια φράση από τον βασιλιά Λιρ: «Είναι η αρρώστια του καιρού μας, να οδηγούνε τρελοί στραβούς». Είναι άραγε μόνον η ανάγκη να σχολιάσει τη διεθνή πολιτική κατάσταση που ώθησε τον Παπακωνσταντίνου να γράψει το «Γκρίζο κύμα» τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο; Ή θεωρεί ότι το «φάντασμα της Ακροδεξιάς που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη» έχει ορθολογικοποιηθεί κάνοντάς μας να υποτιμούμε την απειλή; «Η ιδέα στριφογύριζε στο μυαλό μου εδώ και αρκετό καιρό, καθώς την τελευταία διετία η Ακροδεξιά στις διάφορες παραλλαγές της διογκώθηκε διεθνώς όσο ποτέ άλλοτε μετά τη δεκαετία του ’30», απαντά ο συγγραφέας. «Κι όχι μόνο στη Δυτική Ευρώπη, το ιστορικό λίκνο των κλασικών αρχέτυπων, του φασισμού και του ναζισμού, αλλά και στις ΗΠΑ, στη Λατινική Αμερική, στις χώρες που προέκυψαν από τη διάλυση της Σοβιετικής Eνωσης, στα Βαλκάνια, στο Ισραήλ και πάει λέγοντας. Η τελική ώθηση ήρθε στα τέλη της περασμένης χρονιάς, όταν η Ακροδεξιά του Βίλντερς νίκησε στην Ολλανδία, ο ανεκδιήγητος σαλτιμπάγκος Μιλέι στην Αργεντινή, ενώ οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν ορμητική άνοδο της Ακροδεξιάς στις ευρωεκλογές, ιδιαίτερα στις δύο βασικές ατμομηχανές της Ευρωπαϊκής Eνωσης, Γαλλία και Γερμανία. Οπως και έγινε».
«Βρισκόμαστε, λοιπόν, στο πιο εκτεταμένο διεθνώς κύμα προέλασης της Ακροδεξιάς από τη δεκαετία του 1930», διαπιστώνει ο ίδιος στην εκτενή, κατατοπιστική εισαγωγή του στο βιβλίο. Πώς φτάσαμε όμως έως αυτό το σημείο και πώς μπορεί να αναχαιτιστεί αυτό το γκρίζο κύμα; Και, το κυριότερο, τι εγκυμονεί για το μέλλον της Δημοκρατίας;
«Είναι αλήθεια ότι η νέα Ακροδεξιά δεν ήρθε στα πράγματα με τάγματα εφόδου και μελανοχίτωνες όπως οι πρόγονοί της, αλλά μέσα από τηλεοπτικές εκπομπές και δημοκρατικές εκλογές. Γι’ αυτό άλλωστε μιλάω για μεταφασισμό και όχι για νεοφασισμό», απαντά ο συγγραφέας. «Ωστόσο, θεωρώ άκρως ανησυχητικό το γεγονός ότι, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε μέχρι πριν από λίγα χρόνια, η άνοδος της Ακροδεξιάς στην εξουσία θεωρείται πλέον απολύτως αποδεκτή από το σύνολο σχεδόν των συστημικών δυνάμεων – με εξαίρεση, για ευνόητους λόγους, τη Γερμανία. Προσπάθησα λοιπόν να γράψω ένα βιβλίο που θα εκπέμψει σήμα κινδύνου, ελπίζοντας ότι θα προσφέρει χρήσιμες πληροφορίες και υλικό στους αναγνώστες για ένα φαινόμενο που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη».
Η περιήγηση του συγγραφέα σε 32 χώρες και σε βάθος οκτώ δεκαετιών υποστηρίζει δύο ενοχλητικές, για ορισμένους, αλήθειες: ότι η Ακροδεξιά δεν θα είχε φτάσει εδώ που έφτασε χωρίς τη συνενοχή του «ακραίου Κέντρου»· και ότι δεν είναι δυνατόν να περιθωριοποιηθεί αν δεν ανατραπεί η δυστοπική κοινωνική πραγματικότητα, που υποτάσσει τη συνείδηση του πολίτη στο ζωώδες ένστικτο για την επιβίωση του ισχυροτέρου.