Δύο σύγχρονα ενδιαφέροντα έργα που παρουσιάζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα θα δούμε τον Οκτώβριο ανάμεσα σε δεκάδες φιλόδοξες παραγωγές. Μια αιρετική κωμωδία με στοιχεία θρίλερ, πολύπλοκους χαρακτήρες, διαλόγους με υπονοούμενα, φαντάσματα σε ένα μυστηριώδες πανδοχείο είναι το «John» της βραβευμένης με Πούλιτζερ, Ανι Μπέικερ. Το άλλο έργο αφορά τη στάση της Δικαιοσύνης απέναντι στη σεξουαλική κακοποίηση. Το «Prima Facie» της Σούζι Μίλερ σύμφωνα με τον Guardian είναι ένα έργο που «μας καλεί να δράσουμε και να τα αλλάξουμε όλα». Η Κόρα Καρβούνη και η Λένα Παπαληγούρα μιλούν στην «Κ» και μας συστήνουν τα έργα που πρωταγωνιστούν.
«Είναι μικρό χρέος για μένα»
Μετά την «Κατερίνα» του Αύγουστου Κορτώ, την αληθινή, συνταρακτική ιστορία της διπολικής μητέρας του συγγραφέα που διασκεύασε για το θέατρο ο Γιώργος Νανούρης, η Λένα Παπαληγούρα είχε αποφασίσει να μην ξαναπιαστεί με μονόλογο. «Ηταν συγκλονιστική εμπειρία, σταθμός στη δουλειά και τη ζωή μου, όμως δεν ήθελα να παίξω πάλι μονόλογο, όχι μόνο για να μη συγκριθεί από τον κόσμο αλλά κυρίως να μη συγκριθεί μέσα μου και αρχίσω να σκέφτομαι ποια εμπειρία ήταν η πιο δυνατή».
Το είπε και στον σκηνοθέτη Γιώργο Οικονόμου όταν της πρότεινε το «Prima Facie». Ομως όταν το διάβασε συγκλονίστηκε, όπως λέει, με το θέμα που πραγματεύεται. Ετσι δέχτηκε τον ρόλο της Τέσα που θα παίζει τα Δευτερότριτα στο θέατρο Πορεία από τις 29/10. Υποδύεται μια νέα, επιτυχημένη δικηγόρο που ξεχώρισε από την κατώτερη κοινωνικά τάξη που ανήκε και έφτασε στην κορυφή. Ωσπου ένα βραδινό ραντεβού με κάποιον συνάδελφό της παίρνει απρόσμενη τροπή. Βρίσκεται ανυπεράσπιστη μετά από σεξουαλική κακοποίηση και διαπιστώνει, για πρώτη φορά, ότι οι κανόνες του παιχνιδιού, που και η ίδια κατά καιρούς χρησιμοποίησε, τώρα μπορεί να μην την προστατεύσουν. Επιπλέον συνειδητοποιεί πως η ηθική αντίληψη γύρω από τα όρια της σεξουαλικής κακοποίησης καθορίζεται αποκλειστικά και μόνο μέσα από τις απόψεις της πατριαρχικής εξουσίας.
«Μου αρέσει που η Σούζι Μίλερ στο έργο της καταπιάνεται με το φλέγον θέμα της εποχής, την κακοποίηση, αλλά δεν το κάνει με τον προφανή τρόπο. Αντίθετα συνδυάζει τη σκληρότητα με την ευαισθησία. Και έχει ενδιαφέρον ότι βάζει τον εαυτό της στη θέση του μάρτυρα. Καταγγέλλει ό,τι της συνέβη, αλλά και τεστάρει τον νόμο που μέχρι εκείνη τη στιγμή υπερασπίζεται», μας λέει η Λένα Παπαληγούρα και προσθέτει ότι αν κάτι τη δυσκόλεψε «είναι ο όγκος του κειμένου και οι ψυχικές ταχύτητες που απαιτούνται στην ερμηνεία».
Αληθινά γεγονότα
Το «Prima Facie» που ανεβαίνει σε μετάφραση της Δάφνης Οικονόμου δεν είναι αληθινή ιστορία, όμως έχει κομμάτια από αληθινά γεγονότα αφού η συγγραφέας είναι δικηγόρος και σύζυγος δικαστικού. Επειτα από χρόνια δικηγορίας αποτύπωσε την εμπειρία της από τις δίκες κακοποίησης επειδή θεωρούσε ότι είναι ένα αυτόνομο κομμάτι στη δικαστική λειτουργία.
Το «Prima Facie» άλλαξε παγκοσμίως τον τρόπο με τον οποίο το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης αντιμετωπίζει τη σεξουαλική κακοποίηση.
Το έργο που απέσπασε βραβείο Olivier το 2022 στο West End του Λονδίνου, βραβείο Tony το 2023 στο Broadway της Νέας Υόρκης, προβάλλεται ότι «άλλαξε παγκοσμίως τον τρόπο με τον οποίο το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης αντιμετωπίζει τη σεξουαλική κακοποίηση». «Γιατί από το πρώτο κιόλας ανέβασμά του στην Αγγλία, στο National Theater, προκάλεσε μεγάλες συζητήσεις. Μάλιστα μια παράσταση παρακολούθησε δικαστικός ή ένα σώμα δικαστών –δεν θυμάμαι ακριβώς– και έκτοτε αποφάσισαν να προτείνουν κάποια αλλαγή στον αγγλικό νόμο. Δεν σημαίνει ότι όποιος δει την παράσταση την επομένη θα καταγγείλει κάτι ανάλογο, όμως νομίζω πως δεν θα μπορείς να κάνεις ότι δεν το είδες. Στο έργο της η Μίλερ μας προκαλεί να δούμε τα πράγματα αλλιώς. Οταν το διάβασα αισθάνθηκα σαν να είναι ένα μικρό χρέος για μένα».
Βιασμός και βιαστές
Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και των σόσιαλ μίντια, η Λένα παραδέχεται ότι συχνά έχει την εντύπωση ότι όλα τα πράγματα είναι απλώς ένα στόρι στο Instagram και δεν μένει τίποτα στις ψυχές των ανθρώπων. «Οταν διάβασα το κείμενο ένιωσα να μετακινούμαι λίγο απ’ αυτή τη θλιβερή διαπίστωση, ένιωσα ότι ήρθε να με αφυπνίσει. Η γενιά μου και κυρίως οι προηγούμενες μεγαλώσαμε με την ιδέα ότι ο βιασμός και η κακοποίηση έρχονται από κάποιον άγνωστο που σε στριμώχνει στον δρόμο. Βλέπουμε ότι τα περιστατικά γίνονται από ανθρώπους που τους γνωρίζουμε και μέσα σε σχέσεις».
Η ηθοποιός υπογραμμίζει ότι η πανδημία και το #MeToo άλλαξαν πολύ τα πράγματα, «όμως αισθάνομαι ότι έχουμε μια πλασματική εικόνα της κοινωνίας. Δεν πρέπει να νομίζουμε ότι έγιναν πολλά βήματα. Θυμήσου τη δολοφονία της κοπέλας έξω από το αστυνομικό τμήμα».
Τα Δευτερότριτα θα βρίσκεται στο Πορεία, ενώ στην τηλεόραση παίζει στην αστυνομική σειρά μυστηρίου «Μαύροι πίνακες» του Star σε σενάριο της Σοφίας Καζαντζιάν και του Μάριου Ιορδάνου. Πάνω απ’ όλα βέβαια είναι αφοσιωμένη στους γιους της που φέτος είναι πρωτάκια, ο ένας στο Δημοτικό και ο άλλος στο προνήπιο. «Λίγες ημέρες πήγε σχολείο και ήρθε με κορωνοϊό…».
Μια αιρετική κωμωδία σε ένα σκοτεινό πανδοχείο
Η σκηνή του θεάτρου Δίπυλον που επαναλειτουργεί στη γειτονιά της πλατείας Κουμουνδούρου έχει μεταμορφωθεί σε ένα στοιχειωμένο πανδοχείο για τις ανάγκες του έργου «John» της Ανι Μπέικερ. Η Κόρα Καρβούνη υποδύεται μια μυστήρια ξενοδόχο που ζει με την τυφλή φίλη της κι ένα σκοτεινό παρελθόν. Το έργο, λέει η ηθοποιός που πρωταγωνιστεί με τους Χρήστο Κοντογεώργη, Καλλιόπη Παναγιωτίδου, Γιούλη Τσαγκαράκη, μοιάζει απλό αλλά δεν είναι. Ενα νεαρό ζευγάρι που βρίσκεται στα χωρίσματα επισκέπτεται ένα πανδοχείο στην Πενσιλβάνια κατά τη διάρκεια επίσκεψης σε μνημεία πολέμου. Γνωρίζουν την ιδιοκτήτρια και την τυφλή φίλη της, οι οποίες «φέρουν έναν υπαρξιακό κόσμο διαφορετικό».
Το έργο έχει στοιχεία θρίλερ, αλλά και κωμικά και κυρίως υπαρξιακά. Επικεντρώνεται στις ανθρώπινες σχέσεις και στο πιο ενδιαφέρον για την πρωταγωνίστρια ζήτημα: να σταματήσει κανείς να σκέφτεται τι λένε οι άλλοι γι’ αυτόν. «Το κέντρο της παράστασης είναι το θέμα του εσωτερικού παρατηρητή που πρέπει να αποκτήσει κάθε άνθρωπος προκειμένου να απελευθερώσει τον εαυτό του. Οι σύγχρονοι άνθρωποι, λόγω της ταχύτητας που ζούμε, ξεχάσαμε να εναρμονιστούμε με τον εαυτό μας. Είναι επίσης ενδιαφέρον πώς συσχετίζεται κάθε μια ηρωίδα του έργου με τις κούκλες. Γιατί το απομονωμένο πανδοχείο είναι γεμάτο από μινιατούρες και κούκλες, που η συγγραφέας χρησιμοποιεί για να αυξήσει το τρομακτικό στοιχείο».
Η δική της ηρωίδα έχει βεβαρημένο παρελθόν. «Είναι πονεμένο πλάσμα, με σοφία και βαθιά γενναιόδωρο. Το μόνο κοινό στοιχείο που έχω με τη Μέρτις είναι ότι κι εγώ αγαπάω πολύ τους ανθρώπους και μου αρέσει να τους αγκαλιάζω γι’ αυτό που είναι».
Από το 2000 στο θέατρο έχει παίξει, όπως τονίζει, πολλές φορές τον ρόλο του θύτη και έμαθε ότι οι θύτες έχουν υπάρξει σίγουρα πολύ μεγάλα θύματα. «Αν δεν δικαιολογήσεις το πώς έγινε θύτης ο ήρωας που υποδύεσαι, έχεις πρόβλημα. Οφείλεις να τον υποστηρίξεις κι ας διαφωνείς», λέει η Κόρα Καρβούνη.
Οι σύγχρονοι άνθρωποι, λόγω της ταχύτητας που ζούμε, ξεχάσαμε να εναρμονιστούμε με τον εαυτό μας.
Το έργο, που σκηνοθετεί ο Μιχάλης Πανάδης σε μετάφραση της Χρύσας Κοτταράκου, χαρακτηρίζεται «αιρετική κωμωδία για τον στοιχειωμένο εαυτό μας». Το πανδοχείο, εξάλλου, ήταν νοσοκομείο των βορείων στον αμερικανικό εμφύλιο. Η συγγραφέας εμβαθύνει πολύ στην ανθρώπινη φύση. Θίγει παράλληλα το θέμα της απώλειας και της τρέλας. «Συγκινούμαι με τους χαρακτήρες που παρουσιάζουν τον άνθρωπο σαν ένα όλον. Δεν είμαστε μόνο καλοί και ευχάριστοι, αλλά και κακοί και δυσάρεστοι. Με γοητεύουν οι χαρακτήρες που μπορώ να παίξω και αντιθετικά».
Στην 24χρονη διαδρομή της, η ηθοποιός έζησε την άνθηση και την υποτίμηση του θεάτρου, το κλείσιμό του στην υγειονομική κρίση. «Διάβασα το υπέροχο βιβλίο της Καλογεροπούλου και συγκινήθηκα με τα λόγια της, πόσο χρειαζόμαστε τη μαγεία. Νομίζω ότι πρέπει να επιστρέψουμε σε ένα παιδί μέσα μας, ακόμη και στο ενήλικο θέατρο. Το θέατρο είναι όμορφο να γίνεται μαγικά και να έχει ψευδαισθήσεις. Ο χώρος σκλήρυνε μετά την οικονομική κρίση, τον κορωνοϊό και το #MeToo και σε μια δεκαετία μοιάζει να ξεχάσαμε την αθωότητα και τον ρόλο του παιχνιδιού».
Ποια ανάγκη της καλύπτει η εκπαίδευση νέων αλλά και επαγγελματιών ηθοποιών με την οποία ασχολείται εδώ και χρόνια; «Η υποκριτική είναι ένα επίκτητο επάγγελμα και απαιτεί προσωπική δουλειά. Δεν γεννιόμαστε καλοί ηθοποιοί, αλλά μίμοι. Θέλει δουλειά σκληρή», απαντάει και προσθέτει ότι στην Αμερική δεν υπάρχει ηθοποιός χωρίς τον προσωπικό του coach. Η ίδια γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελλάδα από μπαμπά Αμερικανό και μαμά Ελληνίδα. «Ελληνίδα αισθάνομαι. Οι πόρτες άνοιξαν με το που βγήκα από τη σχολή και μάλιστα απλόχερα, δεν σκέφτηκα ποτέ να φύγω. Η μόνη ανάγκη που μου δημιουργήθηκε κάποια στιγμή ήταν να πάω στο Λονδίνο για ένα μάστερ πάνω στη σκηνοθεσία. Τότε όμως έπαιξα την Ευριδίκη, δεν έγινε. Πάντως ο επόμενος στόχος μου είναι να μπω πιο δραστικά στη σκηνοθεσία».
Φέτος θα είναι στο Δίπυλον από τις 31/10, αλλά και στο «Grand Hotel» στον ΑΝΤ1, σε ρόλο σκοτεινό, γεμάτο μυστικά και ανατροπές.