Κοιτάζοντας κατάματα την αλήθεια

Κοιτάζοντας κατάματα την αλήθεια

5' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο ήλιος δύει αλλά η ζέστη δεν έχει ακόμα υποχωρήσει. Το τσιμέντο καίει κάτω από τα πόδια μας. Τα Isobox, τα δεκάδες λυόμενα «κουτιά» που στεγάζουν τα 1.200 άτομα στο Κέντρο Υποδοχής της Σάμου σε ένα παλιό πεδίο βολής πάνω από το Βαθύ, ζεματάνε και αυτά. Κάποια έχουν κλιματισμό άλλα όχι. Ο καταυλισμός ζει την καθημερινή του ρουτίνα. Πολλά από τα 400 παιδιά τρέχουν ασταμάτητα. Μερικά τραγουδάνε «Δυνατά τα δυο μου χέρια τα χτυπώ» (μόνο με μουσική και δικές τους λέξεις, γιατί δεν μιλάνε ελληνικά), έφηβοι σουλατσάρουν με κινητά, οι άνδρες σε κοιτάζουν κατάματα με ένα τόσο ευθύ εξεταστικό βλέμμα, που γυρίζεις το κεφάλι από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες πλένουν ρούχα. Λίγο πιο πέρα οι συγκινητικοί εθελοντές, ο ακούραστος νεαρός γιατρός του ΚΕΕΛΠΝΟ, η αστυνομία, οι σεκιούριτι. Ενας μικρόκοσμος, το τυχαίο δείγμα των ανθρώπων που συναπαρτίζουν το τεράστιο «έθνος του πουθενά». Τους πρόσφυγες.

Μερικά χιλιόμετρα μακρύτερα, οι ντόπιοι. Αλλος μικρόκοσμος. Ορισμένοι είναι εξοργισμένοι από την πτώση του τουρισμού, άλλοι γκρινιάζουν για το κράτος που δεν κάνει τίποτα, άλλοι φοβούνται, συμπονούν, συμμετέχουν ή παραμένουν απαθείς, εκφράζονται, σιωπούν, νιώθουν ενοχές ή ανακούφιση που δεν έχουν την ίδια μοίρα. Τους κοιτάζω στις ταβέρνες, στις παραλίες, στα καταστήματα με τα κακόγουστα τουριστικά είδη. Αναρωτιέμαι: Θα ενδιαφερόταν κάποιος από αυτούς να πάει σε μια έκθεση σύγχρονης τέχνης για τη μετανάστευση, όταν την έχει φάει με το κουτάλι στην καθημερινότητά του, στα κανάλια, στις εφημερίδες, όταν είναι κάτι που πλήττει το δικό του βιοτικό επίπεδο; Και πώς μπορείς να αγγίξεις ένα ζήτημα που διχάζει τόσο, για να επουλώσεις και όχι να ρίξεις αλάτι στην πληγή;

Η πρόκληση

Μπορεί να γίνει μια έκθεση για τη μετανάστευση, χωρίς ευτελισμούς του ανθρωπίνου δράματος, στερεότυπα και εύκολες λύσεις; Αυτή ήταν η δύσκολη πρόκληση που είχε μπροστά της αυτό το καλοκαίρι η Κατερίνα Γρέγου. Η δυναμική Ελληνίδα επιμελήτρια, που ζει στο εξωτερικό τα τελευταία δέκα χρόνια, έχει κερδίσει τον σεβασμό με τον ακαταπόνητο επαγγελματισμό της και τη διαυγή άποψή της για την τέχνη. Προσκλήθηκε στη Σάμο από μιαν άλλη Ελληνίδα της διασποράς, τη Χιόνα Ξανθοπούλου – Schwarz, για να επιμεληθεί στο Art Space στο Πυθαγόρειο το φετινό εικαστικό αφιέρωμα του Φεστιβάλ του Ιδρύματος Schwarz, το οποίο έχει και μουσικό σκέλος με ανερχόμενους διεθνείς σολίστ της κλασικής μουσικής.

Ο θεσμός, που ιδρύθηκε το 2012, έχει δώσει στη Σάμο ένα ουσιαστικό δώρο, όχι μόνον διότι ανακαίνισε με δαπάνες του έναν χώρο που μετετράπη από παλαιό καταρρέον ξενοδοχείο σε κομψό Art Space. Ούτε μόνον διότι ανέδειξε ξανά το όμορφο ρωμαϊκό ωδείο του Πυθαγορείου και συνεισέφερε στην τόνωση της τοπικής οικονομίας, δίνοντας απασχόληση σε αρχιτέκτονες, μάστορες, τεχνικούς και πελατεία σε ξενοδόχους και εστιάτορες. Το σπουδαιότερο είναι ότι η Χιόνα Ξανθοπούλου – Schwarz, αντί να βλέπει την ακριτική θέση ως αχίλλειο πτέρνα, την αντιμετωπίζει ως στρατηγικό πλεονέκτημα. Μία επαρχιακή νήσος της Ελλάδας και μεθόριος της Ευρώπης μετακινείται από την περιφέρεια στο επίκεντρο των εξελίξεων, γίνεται ο λεπτός υμένας που κρατάει ενωμένες δύο ηπείρους, δύο «κόσμους». Είναι η γέφυρα, η σύζευξη ανάμεσα σε μέλη αντιθετικά. Ως εκ τούτου το πρώτο κέρδος δεν είναι μόνον η αναμφισβήτητη ποιότητα των εκδηλώσεων αλλά και η πολιτιστική διπλωματία.

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ξένοι δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, μουσικοί, επιμελητές έχουν συσπειρωθεί γύρω από το Φεστιβάλ, έχουν δηλαδή φτιάξει μια κοινότητα λεπταίσθητων επισκεπτών της Σάμου, που διευρύνεται και που μπορεί να δει την πραγματική κατάσταση σε ένα μέρος το οποίο πασχίζει να δείξει τουριστικά ελκυστικό ενώ ζει το άχθος της οικονομικής και προσφυγικής κρίσης.

Ορισμένοι κάτοικοι, περισσότερο όμως ξένοι επισκέπτες –καθώς φαίνεται και ο δήμαρχος Μιχάλης Αγγελόπουλος, που δήλωσε πως θα το στηρίζει στο διηνεκές–, αντιλαμβάνονται πόσο μεγάλη είναι αυτή η προσφορά σε μια κοινότητα που δοκιμάζεται.

Συγκίνηση και χιούμορ

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο βασικό ερώτημα. Αυτό της έκθεσης. Στο Art Space η Γρέγου αναπτύσσει με οικονομία και ευφυΐα ένα διαφορετικό αφήγημα. Στόχος της είναι η δημιουργία ενσυναίσθησης και το να επιστρατεύσει την αυθεντική συγκίνηση και το χιούμορ που συχνά εξοστρακίζονται από τις εκθέσεις σύγχρονης τέχνης. Τίτλος του αφιερώματος είναι «A world not ours» από το ομώνυμο φιλμ του Mahdi Fleifel (1979), ο οποίος πέρασε μεγάλο μέρος της παιδικής του ηλικίας σε προσφυγικό καταυλισμό του Λιβάνου.

Η Γρέγου δεν στηρίχθηκε μόνον στην εικαστική δημιουργία. Υστερα από επιτόπια έρευνα συμπεριέλαβε ακόμα και μία εθελόντρια ακτιβίστρια Αμερικανίδα, 83 ετών, που ήρθε στη Σάμο από το Σαν Φρανσίσκο για να βοηθήσει. Σπουδαίο είναι και το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που έχει συνθέσει η Κατερίνα Ζαχαροπούλου, το οποίο με πρωτοποριακές δράσεις φέρνει κοντά τα παιδιά του νησιού σε μια νέα οπτική του ζητήματος.

Το «κεντρικό έργο» που επιλέγει, πάντως, η επιμελήτρια και γύρω από αυτό κτίζει την έκθεση είναι ένα εξαιρετικό βίντεο «Exit», συνδεδεμένο ετυμολογικά με τη βιβλική Εξοδο. Παρακολουθώντας το σκέφτηκα ότι τα 21 λεπτά που διαρκεί ήταν από τα πλέον επιμορφωτικά για μένα τα τελευταία χρόνια. Οι γνωστοί αρχιτέκτονες Diller & Scofidio + Renfro μαζί με την επίσης αρχιτέκτονα Laura Kurgan και τον καλλιτέχνη και στατιστικολόγο Mark Hansen συγκέντρωσαν πολλά στοιχεία από έγκυρες πηγές, φτιάχνοντας μια σύνοψη για το μέγεθος, τους λόγους και κυρίως τις συνέπειες της μετανάστευσης στην υφήλιο από το 2008 έως και το 2015. Ευσύνοπτο, με καλά γραφικά, δίνει στον θεατή μια κατανοητή εξέλιξη της μετακίνησης πληθυσμών σε παγκόσμιο επίπεδο και «τροφή» για σκέψη.

Κοντά σε αυτό η Γρέγου τοποθετεί τη δουλειά καλλιτεχνών που έχουν ασχοληθεί εδώ και πολλά χρόνια με το θέμα, επιδεικνύοντας συνέπεια και αφοσίωση στο ανθρωπιστικό τους κίνητρο. Βλέπει κανείς τις βραβευμένες με Πούλιτζερ φωτογραφίες του Γιάννη Μπεχράκη καθώς και εκείνες του Γιώργου Μουτάφη και καταλαβαίνει πως δεν έχουν την εντυπωσιοθηρία του Αϊ Γουέι Γουέι.

Χάρις στο Ιδρυμα, έγιναν και νέες παραγωγές, όπως εκείνη της Αυστριακής Τάνιας Μπουκάλ, που ταξίδεψε μέχρι τη Σμύρνη και φωτογράφισε το παραεμπόριο σωσιβίων στα τουρκικά παράλια. Παρούσες με έργα η Σύρια, γεννημένη στην Ουγγαρία, Ρόζα Ελ Χασάν και η Λιβανέζα Νινάρ Εσμπέρ, που έκανε και μια περφόρμανς στα εγκαίνια. Το βράδυ που άνοιξε η έκθεση, μέλη της θεατρικής ομάδας Σάμου διάβασαν αποσπάσματα συνεντεύξεων που συγκέντρωσε η 83χρονη Αμερικανίδα Σάλι Λατς από πρόσφυγες. Ετσι οι άνθρωποι που πέρασαν στη Σάμο και βρίσκονται στον καταυλισμό απέκτησαν «φωνή». Σημαντική ήταν και η συμβολή της Μαρίνας Γιώτη με ένα βίντεο μνήμη προσφυγιάς από τους Μικρασιάτες συγγενείς της, καθώς και οι Juice Rap News, ένα ραπ συγκρότημα από την Αυστραλία, που αποδομεί με σάτιρα τη ρητορική των ειδήσεων.

«Για μένα η αξία της τέχνης και των καλλιτεχνών είναι πως σε έναν κόσμο όπου όλα πλέον διαμεσολαβούνται και αλλοιώνονται, εκείνοι μπορούν να αρθρώσουν ένα αφήγημα πέρα από τη λογοκρισία, που να μην πολώνει, να μη διχάζει αλλά να μας κάνει να κοιτάμε με συμπόνια κατάματα την αλήθεια», είπε η Κατερίνα Γρέγου στα εγκαίνια. Και έχει δίκιο. Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 15/10.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή