Είναι ο κύριος εκφραστής της κρητικής μνημειακής ζωγραφικής στην ηπειρωτική χώρα. Με το έργο του, συμπυκνωμένο χρονικά σε μία εικοσαετία (1527-1546) στα δύο μοναστικά κέντρα, τα Μετέωρα και το Αγιον Ορος, επηρέασε τη θρησκευτική μεταβυζαντινή ζωγραφική όσο κανένας άλλος καλλιτέχνης. Εκ Κρήτης ορμώμενος, ο Θεοφάνης Στρελίτζας-Μπαθάς, γνωστός στο ευρύτερο κοινό ως Θεοφάνης ο Κρης, άφησε το ζωγραφικό του σύμπαν σε καθολικά, τράπεζες, παρεκκλήσια και φορητές εικόνες.
Δύο επιγραφές είναι όλες κι όλες που φέρουν την υπογραφή του. Στον Αγιο Νικόλαο τον Αναπαυσά και στη Μονή Μεγίστης Λαύρας. Μαρτυρούν την καταγωγή του, το μοναχικό του σχήμα, το κύρος της τέχνης του.
Και τι αξιοπερίεργο! Μολονότι εμφανίστηκε στον ελλαδικό ηπειρωτικό χώρο ως ώριμος καλλιτέχνης, κανένα έργο του δεν έχει εντοπιστεί στην Κρήτη, ενυπόγραφο ή μη. Αυτά έως σήμερα, καθώς μια νέα μονογραφία για την καλλιτεχνική παραγωγή και τη ζωή του Κρητικού ζωγράφου του πρώτου μισού του 16ου αιώνα προσθέτει νεότερα στοιχεία.
Ο συγγραφέας της Ευθύμιος Τσιγαρίδας, ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ, μελετώντας τον χρωστήρα του, όχι μόνον εντοπίζει τα πρώτα έργα του Θεοφάνη στην Κρήτη, αλλά στον ίδιο ζωγράφο αποδίδει και άλλες φορητές εικόνες που υπάρχουν στις Μονές Ιβήρων, Παντοκράτορος, Γρηγορίου, στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και στο Μουσείο Ερμιτάζ.
Τέσσερις δεκαετίες μελετά την τεχνική και τις συνθέσεις του Κρητικού ζωγράφου. Με πρωτοπόρο τον αείμνηστο ακαδημαϊκό Μανόλη Χατζηδάκη, στον οποίο αφιερώνει τη νέα έκδοση, εμπλουτίζει συνεχώς την καλλιτεχνική δραστηριότητα του Θεοφάνη σε τοιχογραφίες και φορητές εικόνες του στις Μονές Βαρλαάμ, Μεγίστης Λαύρας, Ιβήρων, Παντοκράτορος, Κουτλουμουσίου, Σταυρονικήτα και Γρηγορίου. Καρπός της πολύχρονης ενασχόλησης είναι και η πρόσφατη δίγλωσση έκδοση «Θεοφάνης ο Κρης» με ένα κείμενο περιεκτικό και με πλούσιο φωτογραφικό υλικό. Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κυριακίδη, με αφορμή το ΙΒ΄ Κρητικό Συνέδριο που διεξάγεται στο Ηράκλειο και ολοκληρώνεται αύριο.
Ο Θεοφάνης ο Κρης είναι η πιο ενδεικτική περίπτωση της θεματικής του συνεδρίου, που αφορά τις «μετακινήσεις-μεταναστεύσεις ανθρώπων από και προς, καθώς και εντός του κρητικού χώρου» κατά τον αρχαίο, βυζαντινό και νεότερο κόσμο. Γεννημένος ενδεχομένως στα τέλη του 15ου αιώνα στο Ηράκλειο, ακολούθησε το επάγγελμα των γονιών Στρελίτζα – Μπαθά που κατέφυγαν στην Κρήτη από την τουρκοκρατούμενη Πελοπόννησο, όταν από τον 14ο αιώνα οι λόγιοι μετακινούνταν στη Δύση και οι καλλιτέχνες στη βενετοκρατούμενη Κρήτη – κύμα φυγής που εντείνεται στο πρώτο μισό του 15ου αιώνα. Μαθήτευσε πιθανότατα στο εργαστήρι του περιώνυμου ζωγράφου Αντρέα Ρίτζου, πρωτοεμφανίστηκε καλλιτεχνικά ως μοναχός στα Μετέωρα το 1527, συνέχισε την καλλιτεχνική του δραστηριότητα με τους δύο γιους του ζωγράφους στο Αγιον Ορος (1535-1546) και στις αρχές του 1559 πήγε στο Ηράκλειο, όπου πέθανε, αφήνοντας διαθήκη με μεγάλη περιουσία στα παιδιά του. Η Μονή του Αγίου Νικολάου Αναπαυσά στα Μετέωρα φέρει την παλαιότερη υπογραφή του «Χειρ, Θεοφάνη Μ (ΟΝΑ)Χ (ΟΥ) ΤΟΥ ΕΝ ΤΗ ΚΡΙΤΗ ΣΤΡΕΛΗΤΖΑΣ». Το 1535 βρίσκεται στο Αγιον Ορος. Διακοσμεί το καθολικό και την τράπεζα, έργο τεράστιο σε έκταση, στη Μόνη Μεγίστης Λαύρας. Εκεί βρίσκεται και η δεύτερη επιγραφή: «ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΚΥΡΟΥ ΘΕΟΦΑΝΗ ΜΟΝΑΧΟΥ».
«Η λιτή αυτή διατύπωση και το προσηγορικό “κυρού”, όπως και η πρόσκληση από το μεγαλύτερο και αρχαιότερο μοναστήρι του Aγίου Ορους δείχνει ότι ο Θεοφάνης ήταν πλέον φημισμένος και καθιερωμένος ως καλλιτέχνης», επισημαίνει ο συγγραφέας. Σε κώδικα της Λαύρας μνημονεύεται και ως διδάσκαλος, ενώ ο γιος του Νεόφυτος, που υπογράφει τις τοιχογραφίες του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1573) στην Καλαμπάκα, τον αναφέρει ως άριστο αγιογράφο. Στον ίδιο καλλιτέχνη αποδίδονται 65 φορητές εικόνες που έχουν εντοπιστεί στα Μετέωρα, σε αγιορείτικες μονές, στην Κωνσταντινούπολη και στην Αγία Πετρούπολη.
«Ο,τι ξέρουμε για το έργο του Θεοφάνους του Κρητός πηγάζει μέσα από αρχειακές πήγες κι από τη μελέτη της τέχνης του», διευκρινίζει στην «Κ» ο κ. Τσιγαρίδας. «Εξαίρετος χειριστής ενός εικονογραφικού προγράμματος καθολικών, παρεκκλησίων και τραπεζών με πολυάριθμες σκηνές και μεμονωμένες μορφές αγίων, επηρεάζει όχι μόνο την τοπική καλλιτεχνική παράδοση αλλά και τους ορθόδοξους λαούς της Βαλκανικής. Τα δάνεια που άντλησε από την παλαιολόγεια ζωγραφική από το Αγιον Ορος και τους Κρητικούς δασκάλους, οι επιρροές από τη δυτική τέχνη της βενετοκρατούμενης Κρήτης, σε συνδυασμό με το πλούσιο εικονογραφικό θεματολόγιο, συνθέτουν “μεγαλοφυούς χειρός έργον”. Οι σκηνές και οι μορφές του εκπέμπουν πνευματικότητα. Δίνουν την εντύπωση ότι είναι φτιαγμένα για την αιωνιότητα».