Η λειτουργία και η επισκεψιμότητα τεσσάρων κηρυγμένων ενάλιων αρχαιολογικών χώρων στους Δήμους Αλμυρού και Αλοννήσου, που είναι προς ένταξη πιλοτικά στο πρόγραμμα Υποβρύχια Μουσεία και Καταδυτικά Πάρκα στις Βόρειες Σποράδες και στον Παγασητικό, είναι από τα έργα που θα ξεκινήσουν το 2017 και ξεχώρισε η υπουργός Πολιτισμού Λυδία Κονιόρδου στην πρώτη της συνέντευξη Τύπου.
Εργα που συζητάμε τα τελευταία χρόνια, τα οποία υπολογίζουν οι τοπικές κοινωνίες και θα αποτελέσουν πιλότο για ανάλογες παρεμβάσεις, δημιουργώντας τουριστικούς προορισμούς, αναδεικνύοντας ναυάγια του 4ου και 5ου αι. π.Χ. καθώς και των βυζαντινών χρόνων.
Χρόνια τώρα που ονειρευόμαστε υποβρύχια αρχαιολογικά πάρκα και μουσεία του βυθού, αναφερόμαστε στο παράδειγμα της Ιταλίας στην Μπάια όπου οι καταδυόμενοι ζουν μιαν ανεπανάληπτη εμπειρία, αλλά ξεχνάμε κάτι βασικό: εμείς έχουμε το πλεονέκτημα του Μουσείου Εναλίων Αρχαιοτήτων που γρήγορα λησμονήσαμε.
Εξαγγέλθηκε το 2010 στο πλαίσιο της «Πολιτιστικής Ακτής Πειραιά», έγινε διεθνής διαγωνισμός, το καμαρώσαμε στα σχέδια για την πρωτοποριακή του φόρμα που θυμίζει πλοίο και πριν το δούμε ναυάγησε. Γιατί το σιλό που θα στέγαζε το μουσείο πέρασε μαζί με όλη την περιοχή του λιμανιού στην κινεζική Cosco.
Ρωτήθηκε η υπουργός Πολιτισμού την περασμένη εβδομάδα τι γίνεται σχετικά, απάντησε εκ μέρους της η γ.γ. του ΥΠΠΟΑ, Μαρία Βλαζάκη: «Εγιναν προσπάθειες να εξαιρεθεί το σιλό». Κι αυτό ήταν. Ομως οι συζητήσεις για το Πολιτιστικό Ετος Ελλάδας – Κίνας 2017 θα μπορούσαν να το συμπεριλάβουν. Δεν είναι οποιοδήποτε μουσείο.
Η λειτουργία του θα δημιουργούσε έναν τεράστιο πόλο έλξης επισκεπτών στο λιμάνι του Πειραιά, ιδιαίτερα για όσους καταφθάνουν με τα κρουαζιερόπλοια και δεν βγαίνουν έξω απ’ αυτά. Θα ήταν ένας ιδανικός προορισμός και έσοδα για το ΥΠΠΟΑ. Η αμήχανη απάντηση «είμαστε σε διάλογο» μοιάζει περισσότερο με μια ευκαιρία που χάσαμε.