Συζητώντας για την τέχνη με τη Μαρίνα Ηλιάδη, στη φιλόξενη αυλή της γκαλερί της

Συζητώντας για την τέχνη με τη Μαρίνα Ηλιάδη, στη φιλόξενη αυλή της γκαλερί της

2' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κάθε φορά που μπαίνω στην δροσερή αυλή της γκαλερί Bernier – Eliades, αισθάνομαι σπίτι μου. Είναι τόσες οι συνεντεύξεις που έχω κάνει στο μικρό της αίθριο όλα αυτά τα χρόνια: από τους Γκίλμπερτ και Τζορτζ, που φορούσαν ολόμαλλα κοστούμια καλοκαιριάτικα, μέχρι τον Τόμας Σούτε, που κάπνιζε το ένα τσιγάρο πίσω από το άλλο, και τον Πιερ Πάολο Καλτσολάρι με μαλλιά και μούσια σε επαναστατική έξαρση, η αίθουσα τέχνης έδωσε σε εμάς τους δημοσιογράφους αλλά και στο κοινό ένα σπάνιο δώρο. Σε μια χώρα όπου ακόμα δεν έχει ανοίξει τις πόρτες της η μόνιμη συλλογή του ΕΜΣΤ, έπεσε στους ώμους γκαλερί και συλλεκτών όπως ο Δάκης Ιωάννου και ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος να μας επιμορφώσουν στο contemporary, αλλά και να δώσουν σε κάποιους Ελληνες καλλιτέχνες την ευκαιρία να δείξουν δουλειές, πιο λοξές, πιο πρωτοπόρες. Χωρίς τη Μαρίνα Ηλιάδη και τον Ζαν Μπερνιέ, την τρέλα και το πάθος τους, σίγουρα η Αθήνα θα είχε στερηθεί πολλά.

Πήγα να δω τη θαυμάσια έκθεση του Τζοβάνι Ανσέλμο και καθίσαμε με την γκαλερίστα Μαρίνα Ηλιάδη στη γνωστή αυλή που φυσάει γλυκά τους θερινούς μήνες. Αθηναία που αγαπά την πόλη της, φρόντισε να παρουσιάσει εδώ μαζί με τον Ζαν Μπερνιέ –πρώτα στη Μαρασλή και μετά στην Επταχάλκου στο Θησείο– μερικές από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της σύγχρονης τέχνης. «Λοιπόν κάποτε η Αθήνα και η Ελλάδα ήταν πολύ αγαπημένος προορισμός για τους μεγάλους καλλιτέχνες. Μόνον που δεν έρχονταν με business class για να φύγουν την επομένη, όπως κάνουν σήμερα. Αλλά ήθελαν να περάσουν καιρό, να δουν τα μνημεία, να μιλήσουν με τους ανθρώπους, να καταλάβουν τι συμβαίνει στον τόπο αυτό. O Μπόις το 1980 είχε εντυπωσιαστεί με την Ελλάδα. Ο Ντόναλτ Τζαντ ήταν μια τρομερή μορφή. Ηθελε να περάσει έναν ολόκληρο μήνα στο Αιγαίο και να δει τους σπουδαιότερους αρχαίους ναούς. Επισκέφθηκε πάνω από 15 νησιά. Κράτησε σημειώσεις, σκέψεις. Ηθελε να κάνει ένα βιβλίο. Δυστυχώς δεν πρόλαβε να το ολοκληρώσει».

Συνεχίζει: «Το να είναι κανείς γκαλερίστας σημαίνει να μαθαίνει από τους καλλιτέχνες του. Εμείς είχαμε την τύχη να συνεργαστούμε με ιερά τέρατα, να δούμε τα ατελιέ τους, να συζητήσουμε για την κοσμοθεωρία τους. Και μπορεί σήμερα όλα να έχουν αλλάξει και μερικές πανίσχυρες αίθουσες να ρυθμίζουν την αγορά, αλλά είμαστε πραγματικά προνομιούχοι που η γκαλερί δημιουργήθηκε και καθιερώθηκε μέσα από αυτές τις συνεργασίες της παλαιάς κοπής. Τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε γίνει αν δεν είχα δίπλα μου τον Ζαν. Μαζί μπήκαμε στην περιπέτεια αυτή το 1977 και, χάρις στο ένστικτο, τις γνώσεις του και κυρίως την αίσθηση του πάνω στην τέχνη, καταφέραμε πραγματικά να έχουμε μια πορεία συγκροτημένη.

»Αυτό μου δίνει πραγματική υπερηφάνεια και για έναν ακόμα λόγο: μια πόλη είναι τα ερεθίσματα που δίνει στους κατοίκους της. Και εμείς νομίζω ότι, σε εποχές που οι Ελληνες δεν είχαν τη δυνατότητα να ταξιδεύουν τόσο πολύ και δεν υπήρχε η διαδικτυακή σύνδεση, ήμασταν ένα παράθυρο στον κόσμο. Μακάρι να είμαστε πάντα. Οι νέες γενιές έχουνε τη δύναμη να συνεχίσουν να το κρατάνε ανοιχτό»…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή