Εντεκα χρόνια χωρίς τον Γιάννη Μόραλη, τον ζωγράφο που ήξερε την τέχνη του βίου

«Για να γίνεις καλή δημοσιογράφος, χρειάζονται τρία πράγματα: να είσαι φιλοπερίεργη, να έχεις “ξεσκονίσει” την κλασική λογοτεχνία και να μαθαίνεις από τις σπουδαίες προσωπικότητες που θα γνωρίσεις στην καριέρα σου. Ειδικά το τελευταίο». Δεν την ξεχνώ αυτή τη συμβουλή. Μου την έδωσε ο Φρέντυ Γερμανός όταν ήμουν 20 χρόνων και την κράτησα μέσα μου σαν φυλαχτό. Στριφογυρίζει στο μυαλό μου αυτές τις ημέρες, που συμπληρώνονται 11 χρόνια από τότε που «έφυγε» ο Γιάννης Μόραλης. Κάθε συνέντευξή μας, κάθε συζήτηση ήταν και ένα μάθημα της τέχνης του βίου, χωρίς καθόλου στόμφο αλλά με πολύ χιούμορ.

Τον θυμάμαι να τρώμε μαζί στου Φιλίππου με τον «κ. Γενικό», τον οδηγό και φύλακα άγγελό του Πασχάλη Νασιούδη. Να ξεκαρδίζεται με την αγαπημένη του φίλη Πέγκυ Ζουμπουλάκη με κάποιο «πιπεράτο» ανέκδοτο. Να κάνει τις βόλτες του στο Κολωνάκι, κομψός όπως πάντα, με την «Καθημερινή» υπό μάλης. Να έχει άδειο το καβαλέτο του στο σπίτι της Αίγινας και να νιώθει νοσταλγία για τη ζωγραφική, καθώς δεν μπορούσε πια να ολοκληρώσει έναν καμβά, δεν τον σήκωναν τα πόδια του. Το καλοκαίρι προτού πεθάνει, μας έλεγε ότι θα γίνει και εκείνος ένας από τους τόσους αγγέλους που ζωγράφισε, με τόση γλυκύτητα και αποδοχή στον θάνατο. «Η ζωή αποκλείεται να είναι συνέχεια ευχάριστη. Φρόντισε να έχεις μια διαδρομή με πολλές μικρές, ευτυχισμένες στιγμές. Να έχεις γεμάτες τις “αποσκευές” σου πριν απ’ το ταξίδι», μου έλεγε συχνά εκείνο το τελευταίο διάστημα.

Οσο προχωρούσαν τα γεράματα, τόσο παρέμενε απόλυτα ευδιάθετος και ζωντανός. Τα παρατηρούσε και τα ζούσε όλα. Ζήτησε, μάλιστα, από τον Πασχάλη να μεταφέρει σε μια από τις κοπέλες που τον φρόντιζαν όσο ήταν κλινήρης να μη φοράει μια συγκεκριμένη μπλούζα, γιατί τον ενοχλούσε το χρώμα της.

Δεν υπήρχε περίπτωση να υπάρχει γυναίκα κοντά του και να μην της δώσει σημασία, να μην την περιποιηθεί στο τραπέζι, να μην την κάνει να αισθανθεί αξιοπρόσεκτη. Εκνευριζόταν με τους νέους άνδρες που δεν ασχολούνταν πολύ με το άλλο φύλο: «Τώρα οι άνδρες είναι μπλαζέ. Είναι τέτοια η ευκολία στο σεξ, που αισθάνονται ψυχολογική κούραση. Γιατί να κυνηγήσουν; Η ευκολία σκοτώνει το πάθος. Εμείς, τότε, μέχρι να τα καταφέρουμε, κάναμε ολόκληρο αγώνα. Είναι δυνατόν να έχεις μπροστά σου έναν θησαυρό, όπως είναι οι γυναίκες, και να μην του δίνεις σημασία;».
Οσο για τη ζωγραφική, ήταν ένα «άχραντο μυστήριο» όπως ο έρωτας: «Ποτέ δεν ξέρεις τι σε έκανε να παραδοθείς σε έναν άνθρωπο, όπως ποτέ δεν ξέρεις τι καθοδηγεί το χέρι σου την ώρα που ζωγραφίζεις». Τυχεροί όσοι τον γνωρίσαμε.
[email protected]