Οι περιπατητές των παλαιών νεκροταφείων είναι πάντα λάτρεις της ιστορίας. Από το Σισλί της Πόλης και το Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών έως το κοιμητήριο της Ερμούπολης, το νεκροταφείο της Βενετίας και εκείνο της οδού Αναστάσεως στον Πειραιά, γράφεται το τελευταίο κεφάλαιο των επιφανών του ελληνισμού. Εκεί βρίσκεται η τελευταία κατοικία πατριαρχών, λογίων, επιχειρηματιών, πολεμιστών, αυτών που πρωτοστάτησαν ώστε το γένος μας να γίνει έθνος. Ανάμεσα σε κίονες, σφίγγες, εξαίσια αγάλματα, οίκους και κυπαρίσσια, διαβάζει κανείς ονόματα που χαράχτηκαν σε μάρμαρο. Στο Λιβόρνο, που τον καιρό της Επανάστασης του 1821 υπήρχε ακμαιότατη ελληνική κοινότητα, υπάρχει ακόμα ένας σιωπηλός μάρτυρας της ένδοξης παρουσίας των συμπατριωτών μας.
Το νεκροταφείο «των εν Λιβόρνω Γραικών της Ανατολικής Εκκλησίας», όπως οι ίδιοι αποκαλούσαν τον εαυτό τους, κινδύνευε τα τελευταία χρόνια από την απόλυτη φθορά του χρόνου και την έλλειψη φροντίδας. Τα 240 ταφικά μνημεία, κάποια εκ των οποίων γνωστών οικογενειών –Τοσίτσα, Σκαραμαγκά, Μαυροκορδάτου, Ροδοκανάκη, Μεταξά, Πανά, Πάλλη κ.ά.– ήταν σε κακή κατάσταση. Ο κοιμητηριακός ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου είχε αρχίσει μάλιστα να καταρρέει εξωτερικά και εσωτερικά από την υγρασία. Ενα πρώτο βήμα για τη σωτηρία του έγινε πρόσφατα καθώς τον περασμένο Σεπτέμβριο μπήκε επιτέλους στον κατάλογο των σημαντικών ιστορικών νεκροταφείων της Ευρώπης. Το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Mεταβυζαντινών Ερευνών της Βενετίας, στη δικαιοδοσία του οποίου ανήκει το ιστορικό κοιμητήριο, κατέθεσε έπειτα από παρότρυνση της αρμόδιας διεύθυνσης του υπουργείου Πολιτισμού τη σχετική αίτηση στην Ενωση Σημαντικών Κοιμητηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Η προσπάθεια για τη σωτηρία του κοιμητηρίου ξεκίνησε από το 2018 όταν ο καθηγητής του ΑΠΘ Χρήστος Αραμπατζής, τότε πρόεδρος της Εποπτικής Επιτροπής του Ινστιτούτου (2018-2023), ήταν αυτός που σήμανε συναγερμό για τη διάσωση του μνημειακού συνόλου. Απευθύνθηκε κατόπιν συνεννόησης με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών και την τότε πρέσβειρα Ρώμης Τασία Αθανασίου, στην ομάδα των καθηγητών της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΑΠΘ (Μαρία Αρακαδάκη, Γ. Καραδέδο, Χ. Ιγνατάκη, Στυλιανή Λεφάκη), η οποία προχώρησε την υλοποίηση της πρώτης μελέτης για τη στήριξη-διάσωση του ναού, υψώνοντας μεγάλο προστατευτικό στέγαστρο που κάλυψε όλο τον ναό και απέτρεψε περαιτέρω ζημιές από τις καιρικές συνθήκες. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν στη θητεία του νέου προέδρου, επίσης καθηγητή του ΑΠΘ, Βασίλη Κουκουσά και τον Οκτώβριο του 2022 πραγματοποιήθηκαν τα θυρανοίξια του ναού, και έτσι είναι εκ νέου επισκέψιμος, ικανοποιώντας πάγιο αίτημα των ιταλικών αρχών και του δήμου του Λιβόρνο που πίεζαν προς την κατεύθυνση αυτή. Τώρα μένει και η φροντίδα των ταφικών μνημείων. Το Ελληνικό Ινστιτούτο έχει καταθέσει και τις απαραίτητες μελέτες συντήρησης και αποκατάστασης στις αρμόδιες ιταλικές υπηρεσίες για την αισθητική αναβάθμιση του περιβάλλοντος χώρου και αναμένει την έγκρισή τους, ώστε να προχωρήσει η εφαρμογή τους. Ας μην ξεχνάμε, πάντως, πως εμείς οι Ελληνες χρωστάμε στο Λιβόρνο και κάτι ακόμα. Τη ναυπήγηση του θωρηκτού «Αβέρωφ», χάρις στο οποίο αυξήσαμε την επικράτειά μας. Και μπορεί σήμερα το Λιβόρνο να μην έχει μεγάλη ελληνική κοινότητα, είναι όμως υποχρέωσή μας να διαφυλάσσουμε τα προγονικά μας ίχνη.