«Εσύ τον ξέρεις αυτόν τον Παπαηλιάκη;». Δυο πιτσιρικάδες συζητούσαν μπροστά μου για την τεράστια τοιχογραφία του με δυο στόματα που ενώνονται στην πλατεία Αυδή, αυτό το έργο που έγινε με πρωτοβουλία του Ιδρύματος Ωνάση και μας είχε κλέψει την καρδιά μέσα στην καραντίνα του 2021.
Ο 54χρονος καλλιτέχνης από την Κρήτη περνάει τα τελευταία χρόνια την πιο δημιουργική περίοδο της ζωής του. Oχι πως και παλαιότερα δεν κοπίαζε, δεν πειραματιζόταν, δεν ησύχαζε ούτε λεπτό, λες και τον έτρωγε το σαράκι της δημιουργίας. Τώρα πια όμως, βλέποντας τις στιλπνές γραμμές της ζωγραφικής του, σαν μονοκοντυλιές που δοξάζουν τη δύναμη της απλότητας, καταλαβαίνει κανείς ότι έφτασε εκεί που πάντα ήθελε να φτάσει: σε μια καταδική του προσωπική εκφραστική γλώσσα. Το κατάλαβε όποιος πέρασε πέρυσι το κατώφλι στην Πινακοθήκη Κυκλάδων στη Σύρο για να δει την ωραιότατη έκθεσή του με τίτλο «Ζωοκλέφτης» (σε επιμέλεια του Χριστόφορου Μαρίνου), με πέντε μεγάλες συνθέσεις. Το κατάλαβε και όποιος είδε τη συνεργασία του με τη Νικομάχη Καρακωστάνογλου στο Μουσείο Μπενάκη, όπου οι δυο τους έκαναν μια ωραία συνομιλία με τη λαογραφία. Φέτος επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τον Κάντανο Χανίων, και παρουσίασε εκεί, στο παλιό κατάστημα του αγροτικού συνεταιρισμού, άλλη μια θαυμάσια ενότητα με 17 λάδια σε καμβά και τίτλο «Ο Μικρός και ο Μεγάλος Χρόνος».
Και σε λίγες ημέρες, στις 12/9, στο εναρκτήριο λάκτισμα της εικαστικής σεζόν, ο Παπαηλιάκης, που διδάσκει και στην Αρχιτεκτονική Πατρών, εγκαινιάζει στην Αίθουσα Σκουφά μια ατομική με ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα. Εναυσμα της έκθεσης, μια ορφική επιγραφή που του έδωσε να διαβάσει ο γκαλερίστας Γιάννης Καλλιγάς, με περιεχόμενο που δονεί από την έντασή του. Χαραγμένη πάνω σε χρυσό έλασμα, που βρέθηκε μέσα σε χάλκινη ταφική υδρία του 4ου αι. π.Χ. στα Φάρσαλα της Θεσσαλίας. Ανήκει σε μια κατηγορία επιγραφών με εσχατολογικό περιεχόμενο, που έχουν βρεθεί τόσο στη μητροπολιτική Ελλάδα όσο και στη Μεγάλη Ελλάδα και στη Ρώμη. Ο ορφισμός ήταν μυστικιστικό θρησκευτικό κίνημα για τον εξαγνισμό της ψυχής που έκανε την εμφάνισή του τον 6ο αι. π.Χ. και διαδόθηκε σε όλο τον ελληνικό κόσμο, καλλιεργήθηκε όμως κατεξοχήν στην Αττική, στην Κάτω Ιταλία και στη Σικελία.
Τέτοιες επιγραφές αποτελούν ένα είδος διαβατηρίου για το ταξίδι στον κόσμο των νεκρών, να τους προϊδεάσουν για το τι θα αντιμετωπίσουν. Και τι έλεγε η συγκεκριμένη που ενέπνευσε στον καλλιτέχνη μια σειρά από εικόνες; «Θα βρεις στου Αδη τα παλάτια δεξιά μια βρύση και κοντά της άσπρο κυπαρίσσι· σ’ αυτή τη βρύση μη ζυγώσεις· πιο πέρα θα ‘βρεις να κυλάει απ’ τη λίμνη το κρύο νερό της Μνημοσύνης· από πάνω της θα στέκουν φύλακες· αυτοί θα σε ρωτήσουν, γιατί πας εκεί· και συ να τους πεις όλη, μα όλη την αλήθεια· να πεις είμαι παιδί της Γης και τ’ Ουρανού με τ’ άστρα, με λεν’ Αστέριο· διψώ· μα δώστε μου να πιω από τη βρύση».
Στην Γκαλερί Σκουφά, λοιπόν, θα δούμε σκηνές αρχετυπικές, σκαρωμένες στο μυαλό του Παπαηλιάκη που μπορεί να περάσει από το γκράφιτι της γενιάς Ζ στην αρχαιότητα και να ενώνει με την ωραία του τέχνη από τους διανοουμένους μέχρι και τους πιτσιρικάδες. Τίτλος της έκθεσης, «Ενα λιμάνι στην έρημο» και πρωταγωνίστρια, η μνημοσύνη.