Πανανθρώπινες αξίες με υπογραφή Σαίξπηρ

Πανανθρώπινες αξίες με υπογραφή Σαίξπηρ

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

WILLIAM SHAKESPEARE

Ρωμαίος και Ιουλιέττα,

Η Κωμωδία των Παρεξηγήσεων

Εισαγωγή-μτφρ. Διονύσης Καψάλης

εκδ. Gutenberg, σελ. 169 και 139, 2018

Μετά τη βράβευση για τη μετάφραση του «Αμλετ», ο Διονύσης Καψάλης συνεχίζει να προσφέρει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό τα απαιτητικά, ποιητικά κείμενα της σαιξπηρικής δραματουργίας. Το «Ρωμαίος και Ιουλιέττα» στην πρώτη του έκδοση είχε παρασταθεί στο Θέατρο Κάππα το 1995, ενώ «Η κωμωδία των παρεξηγήσεων» μεταφράστηκε ειδικά για τη φετινή παράσταση του θιάσου της Κατερίνας Ευαγγελάτου. Είναι γνωστό ότι η σκηνική παρακολούθηση ενός έργου του Σαίξπηρ αποτελεί πνευματική πρόκληση, αλλά μπορούμε επίσης μέσα από την ανάγνωση του ελισαβετιανού θεατρικού με την ιδιότυπη γλώσσα και τις εννοιολογικές συμβάσεις της εποχής, να εντρυφήσουμε στους χαρακτήρες και τα χαρακτηριστικά τους, αναγνωρίζοντας τις πανανθρώπινες αξίες που καθορίζουν διαχρονικά τον βίο μας.

Πανανθρώπινες αξίες με υπογραφή Σαίξπηρ-1

Αξιοπρόσεκτο στοιχείο της τραγωδίας του «Ρωμαίος και Ιουλιέττα» είναι η πρωτοτυπία της ερωτικής γλώσσας, μια λογοτεχνική σύμβαση την οποία ο Σαίξπηρ εκδραματίζει με έναν ακραίο, άκρως απολαυστικό τρόπο. Οι δύο ερωτευμένοι έφηβοι στον πρώτο τους διάλογο προσδίδουν μιαν ιερή, τελετουργική υπόσταση στον έρωτά τους:

– Ρωμαίος: Για τους αγίους οι πιστοί δεν έχουν χείλη;

– Ιουλιέττα: Και τα φυλούν για να προσεύχονται, ικέτη.

– Ρωμαίος: Την προσευχή που τα δικά μου έχουν στείλει, να γίνουν χέρια να σ’ αγγίζουν, άκουσέ τη.

– Ιουλιέττα: Ακούν οι άγιοι τι λες, κι ας μη σαλεύουν.

– Ρωμαίος: Κι έτσι τα χείλη μου την προσευχή τους κλέβουν. [Τη φιλά.] Κι όλο το κρίμα τους το παίρνουν τα δικά σου.

– Ιουλιέττα: Που θέλουν πάλι να τους δώσεις τέτοιο κρίμα.

– Ρωμαίος: Από τα χείλη μου τα οφειλήματά σου; Δώσ’ μου το κρίμα μου ξανά. [Τη φιλά.]

– Ιουλιέττα: Φιλάς με ρίμα. (Πράξη πρώτη, σκηνή 5)

Μέχρι το τέλος που ο πατήρ Λαυρέντιος θα αποκαλύψει την αιματηρή θυσία των δύο νέων, η εκστατική τους κατάσταση θα υπερβεί την εγκόσμια «λογική». Οι δυο τους θα ζουν ένα έμμετρο επιθαλάμιο παραμύθι, μια παρατεταμένη γαμήλια τελετή, που θα εκφράζεται μεταφορικά, μέσα από τα λόγια λατρείας ενός ουτοπικού και απόλυτου έρωτα. Συγχρόνως, σε ένα παράλληλο επίπεδο κυριολεκτικά κυριαρχεί ο βίαιος κόσμος των αντίπαλων οικογενειών τους, των Μοντέγων και Καπουλέτων, μιας απολιθωμένης σύμβασης μίσους. Στις δύο αυτές φατρίες που προσπαθεί απεγνωσμένα να μονοιάσει απευθύνεται ο Ηγεμών της Βερόνας στην αρχή του έργου ως «της δημοσίας τάξεως εχθροί, / που κηλιδώνετε το άχραντο ατσάλι / στο αίμα του πλησίον». Οταν αίφνης σκοτώνεται ο είρων Μερκούτιος, ο εύθυμος, επιστήθιος φίλος του Ρωμαίου, θα εισβάλει ως αλυσιδωτή αντίδραση η παγωμένη τραγικότητα του φαρμακερού θανάτου. Ο Σαίξπηρ εδώ θα απογειώσει την ιλαροτραγωδία της σκηνής και της ζωής.

Πανανθρώπινες αξίες με υπογραφή Σαίξπηρ-2

Το «παραμυθόδραμα»

Στην «Κωμωδία των παρεξηγήσεων» βρίσκεται εν σπέρματι το «παραμυθόδραμα» (romance), ένα νέο είδος που θα επινοήσει στα τελευταία έργα του ο Σαίξπηρ (π.χ. «Περικλής», «Τρικυμία»). Λατινομαθής, με πρόσβαση στις μεσαιωνικές διασκευές της περιπέτειας του Απολλώνιου του Τύριου (χαμένο πρωτότυπο στα ελληνικά του 3ου μ.Χ. αιώνα), ο Σαίξπηρ θα εμπνευστεί από τις φανταστικές ιστορίες με ναυάγια, θαλασσινά τοπία και μαγεία.

Στην «Κωμωδία», δύο ζεύγη διδύμων χαμένα ως βρέφη σε ναυάγιο μεταξύ Εφέσου και Συρακουσών, βρίσκονται κατά λάθος μέσα σ’ ένα αλυσιδωτό μπέρδεμα ταυτοτήτων, αφού και οι τέσσερις συναντιούνται, ενήλικες πλέον στις Συρακούσες, χωρίς να το γνωρίζουν. Λόγω μπερδέματος όψης, σε διαφορετικούς χρόνους πάνω στη σκηνή, μπλέκονται με διαφορετικούς ανθρώπους και πέφτουν ερήμην τους θύματα πλάνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: ο πλανών πλανάται κρατώντας μια χρυσή αλυσίδα-έμβλημα στα χέρια, που δεν του ανήκει, αλλά οι πάντες πιστεύουν ότι είναι δική του. Ο Αντίφιλος ο Συρακούσιος, βρισκόμενος σε τέλεια σύγχιση, μονολογεί: Oποιον κι αν συναντώ με χαιρετά, σαν να ’μουν ο καλύτερός του φίλος, και όλοι με καλούν με τ’ όνομά μου.

Κάποιοι μου προσφέρουν χρήματα, κάποιοι με προσκαλούν, κάποιοι μ’ ευγνωμονούν για ευεργεσίες, κάποιοι μου προτείνουν τα εμπορεύματά τους. Ενας ράφτης μόλις με κάλεσε στο μαγαζί του για να μου δείξει τα μεταξωτά που ’χει αγοράσει για λογαριασμό μου κι εκεί μου πήρε μέτρα. Δεν μπορεί: φανταστικά τεχνάσματα είναι αυτά, και κατοικούν εδώ Λάπωνες μάγοι. (Πράξη τέταρτη, σκηνή 3)

«Η Κωμωδία των παρεξηγήσεων», τόσο ανάλαφρη και ξεκαρδιστική, κρύβει την αγωνία του ανολοκλήρωτου ανθρώπου και την περιπέτειά του μέσα στον ρευστό χωροχρόνο της ζωής. Η έλλειψη και η αναζήτηση του άλλου, δηλαδή η ετεροτοπία, στο διάστημα μιας μόνο μέρας, μεταστοιχειώνει τη σύμβαση του τόπου και του χρόνου. Εντέλει, οι ταυτότητες επανακτώνται και ο άνθρωπος λυτρώνεται-ολοκληρώνεται λίγο πριν ενδώσει στην τρέλα, στον θάνατο, στον παντοτινό χωρισμό από το αγαπημένο πρόσωπο. Και ο δαιμόνιος Σαίξπηρ θα αποδείξει για μια ακόμη φορά με αριστοτεχνικό τρόπο ότι η πραγματικότητα δεν είναι παρά η δίδυμη αδελφή του ονείρου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή