Μιλώντας με «όρους» ελληνικότητας

Μιλώντας με «όρους» ελληνικότητας

2' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΕΛΛΗΝ, ΡΩΜΗΟΣ, ΓΡΑΙΚΟΣ

Συλλογικοί προσδιορισμοί

και ταυτότητες

Επιστημονική επιμέλεια: Ολγα Κατσιαρδή-Hering, Αναστασία Παπαδία-Λάλα, Κατερίνα Νικολάου, Βαγγέλης Καραμανωλάκης, σειρά: Ιστορήματα, αρ. 7, τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ, εκδ. Ευρασία, 2018

Στο τέλος του 2018 κυκλοφόρησε ο σύμμεικτος τόμος, αποτέλεσμα συνεδρίου που διοργάνωσε το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας στην Αθήνα πριν από δύο χρόνια. Το συνέδριο έχει την καταγωγή του σε προβληματισμούς των διοργανωτών σχετικά με τη χρήση των όρων που απέδιδαν και αποδίδουν την εθνοπολιτισμική μας οντότητα και κυρίως για το δόκιμο της χρήσης του προσδιορισμού «Ελλην» για τους αιώνες πριν από την Ελληνική Επανάσταση και την ίδρυση του ελληνικού κράτους.

Τριάντα πέντε Ελληνες και έξι ξένοι ιστορικοί καλύπτουν το διάστημα από την αρχαιότητα έως την αρχή του 20ού αιώνα. Ανεξάρτητα όμως από την πολυπλοκότητα του αντικειμένου και την πολυφωνία του τόμου, ο αναγνώστης παρατηρεί ότι οι τρεις όροι Ρωμηός, Γραικός και Ελλην βρίσκονταν σε αδιάκοπη χρήση και πολυεπίπεδες ανανοηματοδοτήσεις.

Ετσι, η νοηματική ρευστότητα και το πολυδιάστατο ταξίδι των τριών όρων κατά τη μακρά παρουσία τους στις πηγές είναι που προσδίδουν στο βιβλίο το ιστορικό του βάθος. Οι διαφοροποιήσεις οφείλονται εν μέρει μόνο στην πάροδο των ετών και στις πολιτικές και κοινωνικές τομές. Προφανή τομή αποτελεί η Ελληνική Επανάσταση, όταν οι Ελληνες αναδύθηκαν ως πολιτικό πλέον έθνος στο δικό τους κράτος με την παρουσία των όρων Γραικός και Ρωμηός στις πηγές να μειώνεται.

Ωστόσο, διαφορετικά αλλά σύγχρονα κοινωνικά περιβάλλοντα αντιλαμβάνονταν όρους, όπως ο Ελλην, Ρωμηός/ρωμέικος και Γραικός με τους δικούς τους τρόπους, για να εξάρουν γλωσσικά, θρησκευτικά ή άλλα εθνοτικά χαρακτηριστικά. Οπως ο όρος Greco, ο προσδιορισμός Ρωμηός μπορούσε να σημαίνει τους εθνικά αδιαφοροποίητους ορθοδόξους χριστιανούς ή μπορούσε να σηματοδοτεί διαχωρισμό εκ μέρους, για παράδειγμα, της οθωμανικής διοίκησης από άλλους ορθόδοξους υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συγκεκριμένα Βλάχους, Αλβανούς, Βουλγάρους.

Μιλώντας  με «όρους» ελληνικότητας-1

Τριάντα πέντε Ελληνες και έξι ξένοι ιστορικοί καλύπτουν την περίοδο από την αρχαιότητα έως την αρχή του 20ού αιώνα.

Αλλοτε πάλι, ο προσδιορισμός του ελληνικού από βυζαντινούς λογίους σήμαινε τον αρχαίο, μη χριστιανικό, μη ηθικό, επομένως απορριπτέο λόγο. Αντίθετα, ο ίδιος προσδιορισμός από βυζαντινούς λογίους του 13ου, 14ου και 15ου αιώνα εξήρε τον ελληνικό πολιτισμό της αρχαιότητας ως πηγή αξιακών προτύπων. Πολλούς αιώνες αργότερα για τους λογίους του Διαφωτισμού η αναφορά στην ελληνική αρχαιότητα ήταν επιπλέον έμπνευση ελευθερίας.

Αν σήμερα, την εποχή των identitypolitics, η χρήση εθνοπολιτισμικών προσδιορισμών προκαλεί διεθνείς διαμάχες, αυτό δεν είναι φαινόμενο μόνο του παρόντος. Συχνά στο παρελθόν η επιλογή ενός από τους όρους μπορούσε να ερμηνευθεί ως ενέργεια διάκρισης από κοινότητα που διεκδικούσε επικαλυπτόμενο πολιτισμικό χώρο. Για παράδειγμα, η Καθολική Εκκλησία της Ρώμης χρησιμοποιούσε, όχι τον όρο Romano, αλλά Grecoorientale για τους ορθοδόξους της ανατολής, ώστε να μη νομιμοποιεί έτσι τη διαδοχή της αυτοκρατορίας από το ανατολικό, βυζαντινό της ήμισυ. Η σημασία όμως του όρου Greco δεν συμπίπτει απόλυτα με εκείνη της ελληνικής απόδοσης ως Γραικός.

Οσο για τον προσδιορισμό του Ρωμηού και την ιδιότητα της ρωμηοσύνης, θα ήταν ενδιαφέρον να συσχετιστούν αυτά με την προνομιακή θέση της ελληνικής γραφής και με την κουλτούρα για την οποία η γραφή αυτή αποτελούσε το επικοινωνιακό όχημα μέσα στον πολυπολιτισμικό χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Για παράδειγμα, όταν οι Ελληνες λόγιοι του Διαφωτισμού συνέδεεαν το εθνικό τους παρόν με την αρχαιότητα, ακολουθούσαν ερμηνευτικά σχήματα ιστορικής συνέχειας με την αρχαιότητα, που είχαν εισαγάγει διανοητές του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού σε σχέση με τη ρωμαϊκότητα. Μετά δε την ίδρυση του ελληνικού κράτους και την επικράτηση της εθνικής ιδέας το τι οριζόταν ως ελληνικό είχε πολιτικές συνέπειες διότι καθόριζε το τι έπρεπε να είναι η Ελλάς, όχι πλέον ως γεωγραφική, αλλά ως πολιτική οντότητα, μητρόπολη του ελληνικού.

* Η κ. Κατερίνα Γαρδίκα είναι καθηγήτρια στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή