Μισέλ Βόλκοβιτς στην «K»: Αγγελιαφόρος Ελλήνων συγγραφέων

Μισέλ Βόλκοβιτς στην «K»: Αγγελιαφόρος Ελλήνων συγγραφέων

7' 53" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Το κείμενο είναι ένα ζωντανό πλάσμα. Χορεύεις μαζί του. Το σπουδαίο είναι να πιάσεις το πώς ανασαίνει, το πώς κινείται», λέει από το Παρίσι ο εξέχων νεοελληνιστής Μισέλ Βόλκοβιτς, ο σπουδαιότερος μεταφραστής στα γαλλικά ελληνικών έργων και εκδότης στη Γαλλία αποκλειστικά ελληνικών βιβλίων. Επειτα από 40 χρόνια ισχυρής σχέσης με τη γλώσσα μας και έχοντας μεταφράσει σχεδόν ό,τι επιθυμούσε –250 συγγραφείς–, ετοιμάζει τώρα νέες «σοδειές».

Αρχισε να μαθαίνει ελληνικά το ’78, στα τριάντα του, μήνες πριν ταξιδέψει στη χώρα μας. Η συνάντηση με την Ελλάδα και τις κρυφές της όψεις, «καμπή» στη ζωή του. Ανακαλύπτει ποιητές και συγγραφείς που τον συναρπάζουν. Τρία χρόνια αργότερα δημοσιεύεται σε εφημερίδα «η πρώτη μου σοβαρή δουλειά, ένα κείμενο του Δρακονταειδή». Ακολουθούν πλήθος άλλα –ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, δημοτικά τραγούδια, ρεμπέτικα. Μεταφράζει σχεδόν όλους τους σύγχρονους Ελληνες ποιητές και συγγραφείς. Εκδίδει ανθολογίες σύγχρονης ελληνικής ποίησης. 

Αναλαμβάνει την ποιητική σειρά Cahiers grecs των εκδόσεων Desmos. Διδάσκει λογοτεχνική μετάφραση στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού και στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Λογοτεχνικής Μετάφρασης στο Βέλγιο. Τιμάται με τα βραβεία Nelly Sachs, Laure-Bataillon και Amedee-Pichot, το βραβείο Δαίδαλος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων, ενώ παρασημοφορείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Πρoκόπη Παυλόπουλο, με τον Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής, μαζί με τον άλλο σπουδαίο πρεσβευτή των ελληνικών γραμμάτων στην Ιταλία, μεταφραστή και εκδότη Νικόλα Κροτσέτι. Ως συγγραφέας εκδίδει οκτώ έργα.

Μισέλ Βόλκοβιτς στην «K»: Αγγελιαφόρος Ελλήνων συγγραφέων-1

Με τον Μένη Κουμανταρέα. «Η μετάφραση είναι μια σύνθετη τέχνη, ένα ιδιαίτερο είδος γραψίματος, μια δεύτερη γραφή», τονίζει ο Μισέλ Βόλκοβιτς.

Οταν σκέφτεται την Ελλάδα, «ένας στρόβιλος από αναμνήσεις» του έρχεται στον νου. «Οχι τα νησιά, όχι τα αρχαία, αλλά δρόμοι της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, φιλικά σπίτια και αγαπημένα πρόσωπα». Βρέθηκε το περασμένο φθινόπωρο στην Αθήνα για να παραστεί σε εκδήλωση προς τιμήν του αλλά και στην παρουσίαση του 6ου και τελευταίου τόμου της ανθολογίας «Ελληνες ποιητές του 21ου αιώνα» από τις εκδόσεις «Το μέλι των Αγγέλων» που ο Μισέλ Βόλκοβιτς ίδρυσε το 2013 «για να δουλεύω ελεύθερα, να κάνω του κεφαλιού μου επιτέλους».

Ο Μισέλ Βόλκοβιτς έχει μεταφράσει «περίπου 250 συγγραφείς, Ελληνες και Κύπριους· 190 ποιητές, 60 πεζογράφους και 30 θεατρικά έργα. Εχω συνεργαστεί με καμιά εικοσαριά γαλλικούς οίκους. Οι Γάλλοι εκδότες δεν πολυενδιαφέρονται για την Ελλάδα, ιδιαίτερα οι μεγάλοι, αλλά με λίγη υπομονή όλο και κάτι βρίσκεις. Δέχομαι παραγγελίες κιόλας! Το πρόβλημα μετά είναι να βρεις και αναγνώστες…». Δεν έχει ιδιαίτερη προτίμηση σε κάποιο είδος. «Ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, το ίδιο είναι. Εχεις να κάνεις πάντα με τον λόγο, δηλαδή με μία σειρά από λέξεις και ήχους. Μεταφράζω πάντα με το αυτί. Ολα τα κείμενα για εμένα είναι προφορικά, και όλα με γοητεύουν μέσα από τη μουσική τους. Μια σελίδα από μυθιστόρημα –μια καλή σελίδα– είναι και θέατρο, και ποίηση. Η απόδοση του νοήματος δεν είναι παρά ένα πρώτο στάδιο, το σπουδαίο είναι να πιάσεις τη μουσικότητα του κειμένου, το πώς ανασαίνει, το πώς κινείται. Το κείμενο είναι ένα ζωντανό πλάσμα. Χορεύεις μαζί του».

– Ποιο έργο σας γοήτευσε και ποιο σας δυσκόλεψε πιο πολύ;

– Με γοήτευσε «Το τέλος της μικρής μας πόλης» του Χατζή στην αρχή, μετά «Οι χτίστες» του Χειμωνά, το «Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς» του Μίσσιου, σπαρακτική εμπειρία, λόγω του περιεχομένου φυσικά, αλλά και της φοβερής ζωντάνιας του ύφους. Τελευταία, «Τα ρω του έρωτα» του Ελύτη, αλλά και τόσα άλλα έργα! Οσο για τη δυσκολία, μια εύκολη απάντηση θα ήταν: τα έμμετρα ποιήματα παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες, από τεχνικής πλευράς. Ιδιαίτερα όταν μεταφράζει κανείς έμμετρα τα έμμετρα ποιήματα, όπως κάνω εγώ συστηματικά – αφού προέχει για εμένα η μουσική, και πρώτα απ’ όλα ο ρυθμός. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Οπότε ναι, η δουλειά τότε προχωράει σε πιο αργό ρυθμό. Από την άλλη όμως, αυτό το ωραίο λίκνισμα του στίχου, άμα το πετύχεις στη δική σου γλώσσα, καλύπτει καλύτερα τυχόν αδυναμίες. Το πιο δύσκολο στην απόδοση, τελικά, είναι τα παλιά κείμενα ή και αυτά που χρησιμοποιούν μια γλώσσα χωρίς αντιστοιχία στη δική μου. Δεν θα τολμούσα, π.χ., να μεταφράσω τον Δημητρίου. Οσο για τα δημοτικά και τα ρεμπέτικα τραγούδια που ανέλαβα, μου λένε ότι ακούγονται ευχάριστα, αλλά ξέρω ότι το χρώμα του γαλλικού κειμένου είναι αισθητά διαφορετικό από το πρωτότυπο.

Μισέλ Βόλκοβιτς στην «K»: Αγγελιαφόρος Ελλήνων συγγραφέων-2

Με τον Μιχάλη Γκανά. Ποιήματά του εξεδόθησαν πρόσφατα στα γαλλικά από τον εκδοτικό οίκο του Μισέλ Βόλκοβιτς, «Το μέλι των Αγγέλων».

Τα ρεμπέτικα

Οπως λέει «τα ρεμπέτικα τα λατρεύω, αλλά δεν τολμούσα να τ’ αγγίξω, ώσπου ήρθαν τρεις παραγγελίες, πρώτα για ένα περιοδικό, μετά για ένα ολόκληρο βιβλίο, και αργότερα για μια συναυλία. Το βιβλίο εν τω μεταξύ είχε εξαντληθεί, οπότε αποφάσισα να το επανεκδώσω στις δικές μου εκδόσεις. Τώρα έχουν βγει δύο τόμοι, με 250 τραγούδια συνολικά, και οι δύο είναι από τα μπεστ σέλερ μας».

Πριν από πέντε χρόνια άνοιξε τον δικό του εκδοτικό οίκο, «Το μέλι των Αγγέλων» – «μια καλή μετάφραση είναι ένα νόστιμο και θρεπτικό μέλι. Οι άγγελοι είμαστε εμείς, οι μεταφραστές. Ως αγγελιαφόροι, φέρνουμε τα μηνύματα των θεών –των συγγραφέων– σε ξένους ανθρώπους», λέει. Κι αυτό επειδή, πρώτον, το συρτάρι του ξεχείλιζε, και δεύτερον, «ήθελα να δουλεύω ελεύθερα, να κάνω του κεφαλιού μου επιτέλους, χωρίς παρεμβάσεις από εκδότες. Σκοπός μας ήταν να εκδίδουμε αυτό που οι περισσότεροι εκδότες μας δεν θέλουν επειδή δεν πουλάει: ποίηση, διήγημα, θέατρο. Εχουμε τώρα στον κατάλογο πάνω από 50 τίτλους, με αστέρια σαν τους Καβάφη, Καρυωτάκη, Εμπειρίκο, Ελύτη, συν 60 σύγχρονους ποιητές σε μια ανθολογία με ποιήματα του 21ου αιώνα. Εχουμε διηγήματα των Ιωάννου, Νόλλα, Σκαμπαρδώνη και λαμπρών νέων, και στο θέατρο επίσης υπάρχει ποικιλία, από την Καλογεροπούλου μέχρι τους Δημητριάδη και Μαυριτσάκη. Είμαστε δύο, η αρραβωνιαστικιά μου κι εγώ. Βγάζουμε τα έξοδά μας, πληρωνόμαστε ελάχιστα αλλά το κάνουμε κέφι, και αποκτάμε σιγά σιγά ένα πιστό κοινό».

​​​​​​

– Τι είναι αυτό που σας στενοχώρησε και τι αυτό που σας χαροποίησε πιο πολύ;

– Η χειρότερη στενοχώρια του μεταφραστή είναι οι κληρονόμοι των συγγραφέων. Μερικοί είναι άψογοι, σαν τον Λεωνίδα Εμπειρίκο, άλλοι όμως σου κάνουν τη ζωή ποδήλατο. Σου απαγορεύουν να δημοσιεύσεις τον μακαρίτη, για λόγους μυστήριους. Μάλλον θέλουν να τον σκοτώσουν για δεύτερη φορά… Γιατί όμως; Αυτό μου συνέβη με τους Χατζή, Καββαδία και Λειβαδίτη. Μικρό το κακό, αργά ή γρήγορα βρίσκω πάντα μια παρακαμπτήριο, αλλά με εξοργίζει που η τύχη ενός έργου αφήνεται στο έλεος κάποιου άσχετου και κακοπροαίρετου ανθρώπου.

Η μεγαλύτερη χαρά; Δύσκολη επιλογή πάλι. Ισως αυτός ο νέος Γάλλος που μου έγραψε μια μέρα ότι τα ποιήματα του Καββαδία στα γαλλικά τον έβγαλαν από την κατάθλιψη.

Μεγαλύτερη πρόκληση ο Σολωμός, ο πιο δύσκολος, ο πιο άπιαστος

Ο ίδιος νιώθει τυχερός, έχει ασχοληθεί με όλους όσους ονειρευόταν να μεταφράσει. «Οταν έχεις πίσω σου τα ποιητικά άπαντα των Καβάφη, Καρυωτάκη και Καββαδία, τι άλλο να επιθυμείς; Μένει μια τελευταία περιπέτεια, η μεγαλύτερη πρόκληση: ο Σολωμός, ο πιο δύσκολος, ο πιο άπιαστος».

Ο Μισέλ Βόλκοβιτς διδάσκει μετάφραση από το ’90 στο Παρίσι και αλλού, «όχι μόνο επειδή το θεωρώ καθήκον μου, για την αναπαραγωγή του είδους, αλλά και εγωιστικά, προς όφελός μου, αφού μαθαίνεις διδάσκοντας». Οπως λέει, «πριν από 30 χρόνια άκουγες ακόμα ορισμένους έξυπνους να λένε ότι η μετάφραση δεν διδάσκεται. Τώρα πια δεν ακούγονται αυτοί. Η διδασκαλία της μετάφρασης έχει γίνει θεσμός σε πολλές χώρες, στην Ελλάδα όπως και στη Γαλλία. Η μετάφραση είναι μια σύνθετη τέχνη, ένα ιδιαίτερο είδος γραψίματος, μια δεύτερη γραφή. Ο μεταφραστής είναι συγγραφέας στη δική του γλώσσα. Το να ξέρεις καλά τη γλώσσα-πηγή δεν βλάπτει μεν, αλλά το παιχνίδι κρίνεται στη γλώσσα-στόχο. Για εμένα λοιπόν, τις περισσότερες φορές, η διδασκαλία της μετάφρασης περνάει από τη διδασκαλία της γραφής στα γαλλικά, με βάση ασκήσεις ύφους».

Μισέλ Βόλκοβιτς στην «K»: Αγγελιαφόρος Ελλήνων συγγραφέων-3

Με τον Πέτρο Μάρκαρη, το βιβλίο του οποίου για τον ηλεκτρικό, «Η Αθήνα της μιας διαδρομής», κυκλοφόρησε στα γαλλικά από το «Μέλι των Αγγέλων».

Και γράφει. Η μετάφραση προηγήθηκε. «Ανέκαθεν ήθελα να γράψω, αλλά δεν έβγαινε. Η μετάφραση ήρθε ως υποκατάστατο του γραψίματος, και σιγά σιγά κατόρθωσε να με ξεμπλοκάρει», σημειώνει. «Μεταφράζοντας έμαθα να γράφω, και το πρώτο μου προσωπικό βιβλίο βγήκε δέκα χρόνια μετά την πρώτη μετάφραση. Από τότε γράφω και μεταφράζω εναλλάξ και μου κάνει καλό. Τα δύο αλληλοσυμπληρώνονται. Το καθένα ξεκουράζει από το άλλο, το καθένα σου διδάσκει το άλλο. Συνήθως αφιερώνω τρεις βδομάδες στους Ελληνες και μία στο γράψιμο».

Το «Μέλι των Αγγέλων» δημοσίευσε πρόσφατα «το βιβλίο του Μάρκαρη για τον ηλεκτρικό, ποιήματα του Γκανά και δημοτικά τραγούδια. Ετοιμάζονται για το φθινόπωρο διηγήματα του Παπαδημητρακόπουλου, θεατρικά έργα των Δημητριάδη, Χατζηγιαννίδη και Καλογεροπούλου, τα φιλοσοφικά χαϊκού του Βλαβιανού καθώς και «τα ποιητικά άπαντα του σπουδαίου ποιητή και αγαπημένου φίλου Χριστόφορου Λιοντάκη, που τόσο μου λείπει».

Αργότερα; «Θα βγάλουμε όσο γίνεται περισσότερους ποιητές, διηγηματογράφους και θεατρικούς συγγραφείς, καθιερωμένους και μη, όσο υπάρχει όρεξη και δύναμη. Για το ’20, έχουμε στο πρόγραμμα, μεταξύ άλλων, τους Σαχτούρη, Παπαδίτσα, Κοσμόπουλο, Κυριακίδη και μια ποιητική ανθολογία με θέμα τους αγγέλους».

Οσο για το γράψιμο, «τώρα τελευταία ρίχνω το βάρος στις μεταφράσεις και ο συγγραφέας δεν έχει τίποτα σπουδαίο στα σκαριά. Περιορίζομαι σε μικρά κείμενα αναρτημένα τακτικά στο site μου». Είναι ένα περιοδικό on line, μηνιαίο, με διάφορες στήλες. «Σχολιάζω τα βιβλία που διάβασα, τις ταινίες που είδα, τις μουσικές που άκουσα, γράφω για τη μετάφραση, για το ύφος των Γάλλων συγγραφέων. Εχω και μεταφράσεις από τα ελληνικά, πάνω από εκατό συγγραφέων. Μια στήλη φιλοξενεί κείμενα από διάφορους Γάλλους συγγραφείς, διάσημους ή και άγνωστους, και μια άλλη μεταφραστές από τα ελληνικά».

Είναι η μετάφραση, η συγγραφή μια πράξη πολιτική; «Ας φαίνεται κοινότοπο και παλιομοδίτικο, πιστεύω ότι η κάθε πράξη μας είναι πολιτική. Σε ό,τι με αφορά, το να ξοδεύεις τόσο χρόνο και τόση ενέργεια για μια δουλειά που δεν πληρώνεται σχεδόν καθόλου, αποτελεί μια μορφή αντίστασης στην κυριαρχούσα ιδεολογία. Και το να ασχολείσαι τόσο εντατικά με τη λογοτεχνία της Ελλάδας, σημαίνει ότι παλεύεις στο πλευρό των αδικημένων». 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή