«Μαγικό βουνό» με γυαλιά πρεσβυωπίας

«Μαγικό βουνό» με γυαλιά πρεσβυωπίας

4' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη δεύτερη ανάγνωση, με περασμένα πια τα εξήντα, επισήμανα στο «Μαγικό βουνό» κάτι που δεν θυμόμουν. Πόσο αργά, κυριολεκτικά βήμα βήμα, περιγράφεται η άφιξη του νεαρού Χανς Κάστορπ στο σανατόριο Μπέργκχοφ. Σχεδόν παρελκυστικά αναβάλλεται η ανάδειξη του απρόοπτου, όταν αυτός ο φοιτητής ναυπηγικής από το Αμβούργο (έχει πάει στο Νταβός της Ελβετίας για να δει τον νοσηλευόμενο εξάδελφό του) θα διαγνωστεί με την ίδια πάθηση και θα υποχρεωθεί να παραμείνει εκεί.

Δεν θυμόμουν με πόση βραδύτητα, πριν αναδειχθεί ο πυρήνας της ιστορίας –φορτωμένης από ιδέες για την πολιτική, την τέχνη και κυρίως την ύπαρξη–, παρουσιάζονται τα στοιχεία του τόπου. Ο νοσηλευόμενος Γιοάχιμ υποδέχεται τον εξάδελφό του και αρχίζει να του δείχνει τον κόσμο του: τον θυρωρό τού διεθνούς ιδρύματος («με πηλήκιο και λιβρέα»), την κοιλάδα όπως φαινόταν εκείνο το σούρουπο «στη θλιβερή μεταβατικότητα που υπάρχει λίγο πριν πέσει ολοκληρωτικά η νύχτα», τα δωμάτια, τους ασθενείς, τον γιατρό (κυνικό όσο είναι επαγγελματικά αναγκαίο), που του μιλάει για τον θάνατο, ακόμη και για την ιδιαίτερη αντίληψη του χρόνου, εκεί όπου «οι εβδομάδες φαίνονται σαν μια μέρα». Για δεύτερη φορά σε τριάντα χρόνια οδηγήθηκα στο Νταβός. «Είχε σούπα από σπαράγγια, ντομάτες γεμιστές, ψητό, γλύκισμα και μια πιατέλα με τυριά και φρούτα». Ο Γιοάχιμ τρώει πάντα στην ίδια θέση, με την πλάτη στην είσοδο. Διαβάζει μάλιστα ένα βιβλίο, θέλοντας να αποφύγει τους άλλους.

Οι αναδρομές στο παρελθόν του επισκέπτη, η παιδική ηλικία με τα πρώιμα πένθη, η απώλεια του πατέρα και της μητέρας, η κηδεμονία και ο θάνατος του παππού του (η επιτηδευμένη περιγραφή του φερέτρου με τη μύγα στα χέρια του  νεκρού) αναβάλλουν την εξέλιξη: «Είναι υπέροχο που ήρθες, είπε ο Γιοάχιμ και η ήρεμη φωνή του ακούστηκε συγκινημένη». Μετατίθεται η συνάντηση με τους συναρπαστικούς χαρακτήρες του έργου, τον Νάφτα και τον Σετεμπρίνι (ιησουίτη και ουμανιστή-δημοκράτη, αντίστοιχα), που οι λυσσαλέες φιλοσοφικές διαμάχες τους αφορούν κεφαλαιώδη ζητήματα (το ιερό, την ομορφιά, τον χρόνο).

Ο αφηγητής χρονοτριβεί με την περιγραφή της πρώτης ημέρας, την ενόχληση του επισκέπτη απ’ τη συνεύρεση ενός ζευγαριού στο διπλανό δωμάτιο, τη γνωριμία με τον γιατρό Μπέρενς: «Θα ήσασταν καλύτερος ασθενής απ’ τον εξάδελφό σας, βάζω στοίχημα. Βλέπω στον καθένα αν μπορεί να γίνει καλός άρρωστος, γιατί χρειάζεται ταλέντο και γι’ αυτό. Ο εξάδελφός σας με παιδεύει, επιθυμεί να φύγει, ούτε ένα χρονάκι δεν θέλει να μας χαρίσει». Και προβλέποντας πως ο επισκέπτης θα βρει γοητευτικές νοσηλευόμενες, ξεκινά το παιχνίδι της οιωνοσκοπίας: «Με τον δείκτη και τον μέσο τράβηξε το ένα του βλέφαρο προς τα κάτω. “Αναιμικός, φυσικά. Βέβαια, αναιμικός”». Είχα ξεχάσει πολλά. Δεν θυμόμουν ούτε καν ότι ο Χανς Κάστορπ ήταν φίλος του καπνού. Το «“πούρο υδραργύρου” (μεταφορά του γιατρού Μπέρενς για το θερμόμετρο) του θύμισε τα πούρα του και έβγαλε από την ασημένια θήκη ένα δείγμα από τα “Μαρία Μαντσίνι”».

Αυτά κάπνιζε στις πρώτες πεντακόσιες σελίδες, μέχρι να αλλάξει την προτίμησή του υπέρ ενός άλλου, ιδιαίτερα προσεγμένου πούρου, του «Ριντλίσβουρ», με φύλλα εξαιρετικής ποιότητας, πιο κοντόχοντρο απ’ τη «Μαρία», με μαλακό, υπάκουο χαρακτήρα και γκρι-σουρί χρώμα. «Καιγόταν ομοιόμορφα», διαβάζουμε, «με κάτασπρη σταθερή στάχτη». Εκτός από την αργόσυρτη εισαγωγή που εντοπίζω στη δεύτερη ανάγνωση, ξέρω με βεβαιότητα πως η τρίτη θα με οδηγούσε σε πολλές ακόμη παρατηρήσεις: στα ανεντόπιστα παιχνίδια των υπαινιγμών («είχε το θερμόμετρο στο στόμα και δεν μπορούσε να μιλήσει καθαρά»), στη διαρκή πλοκή του στοχασμού με την ποίηση, στις αναρίθμητες εικόνες («τη συβαριτική λακκουβίτσα σε ένα μάγουλο», «το χιόνι που έλιωνε διάτρητο και πορώδες»).

Δεν πρέπει να αποτολμούμε ορισμένες αναγνώσεις πολύ νέοι. Πληθωρικοί και αφελείς, χάνουμε ένα μεγάλο μέρος των βιβλίων. Υπάρχουν στρώματα ωριμότητας που εμφανίζονται αργά. Κάποιος κατέγραψε την εμπειρία τού εντελέστερου διαβάσματος, ομολογώντας πως ενώ σ’ ένα διάσημο μυθιστόρημα, πριν από χρόνια, τον είχαν κερδίσει τα φλογερά συναισθήματα της μοιχαλίδας, ως ηλικιωμένος συγκινήθηκε από τη μοίρα του συζύγου (του Αλεξέι Καρένιν). Το ίδιο συνέβη, πρόσθετε, ξαναδιαβάζοντας τον Πολ Μοράν, που απ’ την πρόζα του εκπέμπεται ένας πολιτικά ύποπτος σαρκασμός: «Στη Βενεζουέλα κυριαρχούν οι μιγάδες. Ακόμα και τα ζώα δημιουργούν ενώσεις άγνωστες στη φύση. Οι σκύλοι μοιάζουν με υπογρύππες, τα γαϊδούρια με ψάρια και τα ψάρια με άλογα»!

Η ωριμότερη ανάγνωση γίνεται με γυαλιά πρεσβυωπίας. Πριν από τριάντα χρόνια πρωτοδιάβασα τους διαλόγους του Νάφτα με τον Σετεμπρίνι. Ηταν μια κατάχρηση της ευφράδειας. Ιδεολογική διαμάχη δύο πλευρών που υπεράσπιζαν, αντίστοιχα, το αμετάβλητο της μοίρας και τον προορισμό της ανθρωπότητας στην εξέλιξη. Τώρα, επιφυλακτικός με τα οράματα –ταϊσμένος με μισόν αιώνα Ιστορίας–, μπορώ να ομολογήσω ότι δεν βρίσκω πια αυτονόητη την αισιοδοξία του ουμανιστή. Ο μυστικιστής αντίπαλός του εκπροσωπεί και δικές μας πνευματικές διαθέσεις: την αμφιβολία για τη φύση και το σώμα, την προφητική βεβαιότητα για «το χρήμα που θα γίνει Καίσαρ», τη χειραφέτηση που θα καταλήξει στον τρόμο. Τελεία, παράγραφος.

Είπα για την ωριμότερη ανάγνωση που πάντοτε περιμένει. Τη δεκαετία του ’60 είδα να καίνε στην κουζίνα ενός εστιατορίου τα πολύτιμα βιβλία ενός λόγιου γέροντα που είχε πεθάνει. Η γυναίκα του τους επιφύλασσε αυτή την άδοξη μοίρα, όμως μόνον τώρα, έπειτα από πενήντα πέντε χρόνια, μπορώ να υπολογίσω στα κίνητρά της το σιωπηλό μίσος ή τον ανταγωνισμό με αυτά, κάτι που πιθανόν σκίαζε για χρόνια τον γάμο της. Η σχέση μας με το κείμενο είναι πάντα ανολοκλήρωτη. Στο συμβόλαιο κάθε ανάγνωσης αγνοούμε σημαντικές ρήτρες. Η ανυπαρξία μας θα είναι το τέλος ενός εαυτού που κάθε φορά παρακολουθούσε πιο υποψιασμένος ένα έργο. Θα είναι η απώλεια εκείνων που εντοπίζαμε, φανταζόμασταν, παραβλέπαμε, στη γραπτή σελίδα. Αυτό θα συμβεί: Απουσιάζω σημαίνει (και) ότι ένας κόσμος με προσωπικές ερμηνείες δεν θα εμφανιστεί, δεν θα υπάρξει ποτέ πια.

* Ο κ. Κώστας Μαυρουδής είναι συγγραφέας, συν-εκδότης του περιοδικού «Το Δέντρο», στο επόμενο τεύχος του οποίου θα δημοσιευθεί το παρόν κείμενο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή