Το «διαβατήριο» των μειονοτήτων

Το «διαβατήριο» των μειονοτήτων

Οι διεκδικήσεις της Ελλάδος κατά τον Μεσοπόλεμο και η ανάγκη δίκαιης μεταχείρισης αλλογενών και αλλοθρήσκων

3' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΒΑΣΙΛΗΣ Ν. ΚΟΛΛΑΡΟΣ
Η μειονοτική πολιτική του Ελευθέριου Βενιζέλου (1898-1933) επιμ. Κατερίνα Γεωργοπούλου
εκδ. Ιδρυμα της Βουλής των Ελλήνων και Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος», Αθήνα 2022

Η Συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920) είναι ευρέως περισσότερο γνωστή για τους όρους της ειρήνης που επιχείρησε να διαμορφώσει μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των συμμάχων δυνάμεων της Αντάντ, στις οποίες συγκαταλεγόταν τότε κι η Ελλάδα. Η Συνθήκη Ειρήνης, ωστόσο, συμπληρωνόταν από μιαν ξεχωριστή Συνθήκη Μειονοτικής Προστασίας την οποία συνυπέγραψε η Ελλάδα. Η Συνθήκη Μειονοτικής Προστασίας των Σεβρών ήταν μία εκ των παρόμοιων συνθηκών που συνομολόγησαν στο Παρίσι τα κράτη της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης την επαύριον του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι τυποποιημένες αυτές συνθήκες τελούσαν υπό την αιγίδα της νεοπαγούς Κοινωνίας των Εθνών και δημιούργησαν ένα καινοφανές σύστημα προστασίας των ποικίλων –εθνικών, εθνοτικών, θρησκευτικών, «φυλετικών», γλωσσικών κ.λπ.– μειονοτήτων, που κληροδότησαν στα νέα εθνικά κράτη της Ευρώπης οι τρεις μεγάλες αυτοκρατορίες (Οθωμανική, Ρωσική και Αυστροουγγρική).

Η Ελλάδα αποτέλεσε έναν κρίκο αυτού του συστήματος. Το 1920 το ελληνικό κράτος είχε εξέλθει δύο πολέμων στα Βαλκάνια και διεκδικούσε με τα όπλα και τη διπλωματία να ενσωματώσει στον κορμό του τη Δυτική Μικρά Ασία και τη Θράκη. Η δίκαιη μεταχείριση και η προστασία των αλλογενών και αλλόθρησκων μειονοτήτων αποτελούσε το «διαβατήριο» για την ικανοποίηση των ελληνικών εθνικών διεκδικήσεων. Η Ελλάδα όφειλε να αποδείξει ότι ήταν ικανή να διοικήσει με χρηστό τρόπο τους συμπαγείς μουσουλμανικούς πληθυσμούς που κατοικούσαν στη Θράκη και στη Μικρά Ασία. Αυτήν ακριβώς την έννοια είχε η υπόσχεση για δημιουργία Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού που έδωσε ο Αριστείδης Στεργιάδης (στενός συνεργάτης του Βενιζέλου και βαθύς γνώστης του Ισλαμικού Δικαίου), όταν κατέφθασε ως ύπατος αρμοστής στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919.

Οι μουσουλμάνοι, οι Εβραίοι, οι σλαβό-φωνοι, οι Βλάχοι και οι Αλβανοί Τσάμηδες απασχόλησαν σοβαρά τη χώρα μας εκείνη την περίοδο.

Η μελέτη του Βασίλη Κολλάρου (διδάκτωρ του Παντείου Πανεπιστημίου) για τη μειονοτική πολιτική του Βενιζέλου εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο. Το βιβλίο του Κολλάρου συνιστά ένα εμπεριστατωμένο έργο, προϊόν εμβριθούς έρευνας, που έρχεται να συμπληρώσει και να εμβαθύνει το εισαγωγικό έργο της Λένας Διβάνη («Ελλάδα και μειονότητες: Το σύστημα διεθνούς προστασίας της Κοινωνίας των Εθνών», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1999). Το πόνημα επικεντρώνεται στο πρόσωπο του Ελευθέριου Κ. Βενιζέλου, χωρίς να εξαντλείται σε αυτό. Η εν πολλοίς ταύτιση της ελληνικής μειονοτικής πολιτικής με το πρόσωπο του μεγάλου Κρητός είναι ορθή και αυτονόητη.

Ο λόγος γι’ αυτό είναι απλός: Ο Βενιζέλος, ως υπουργός Δικαιοσύνης της Κρητικής Πολιτείας και στη συνέχεια πρωθυπουργός της Ελλάδας, κλήθηκε να συντάξει το γενικό νομικό πλαίσιο (τα δύο Συντάγματα της Κρητικής Πολιτείας, του 1899 και του 1907, και το ελληνικό Σύνταγμα του 1911) και να διαχειριστεί το ευαίσθητο ζήτημα των μειονοτήτων που ήπτετο της εθνικής ασφάλειας και της διεθνούς θέσης της χώρας. Χάρη στον ρεαλισμό και στην πολιτική του οξύνοια ο Βενιζέλος κατανοούσε πλήρως την κεφαλαιώδη σημασία που διαδραμάτιζαν οι μειονότητες σε μια εποχή που σχηματίζονταν τα εθνικά κράτη και αναχαράσσονταν τα σύνορα πάνω στο πτώμα των πολυεθνικών αυτοκρατοριών. Είχε πλήρη επίγνωση της ευαισθησίας της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προστασίας των αδυνάτων λαών, όπως είχε φανεί περίτρανα ήδη στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου (1827).

Το «διαβατήριο» των μειονοτήτων-1

Ο Βασίλης Κολλάρος παρακολουθεί αυτή την περίπλοκη ιστορική διαδρομή από τη σύσταση της αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας (1898) έως την πτώση της τελευταίας κυβέρνησης Βενιζέλου τον Μάρτιο του 1933. Το έργο που κλήθηκε να επιτελέσει ο Ελληνας πολιτικός ηγέτης ήταν ιδιαίτερα σύνθετο και πολυσχιδές. Ο συγγραφέας το παρουσιάζει και το αναλύει εδώ με κάθε δυνατή λεπτομέρεια και ευκρίνεια. Επί παραδείγματι, οι μειονοτικές ρυθμίσεις του Κρητικού Συντάγματος του 1899 περιλάμβαναν τα ζητήματα του μουφτή, του καδή, της γλώσσας, της επικρατούσας θρησκείας, της ισονομίας, των βακουφίων, της εκλογικής αντιπροσώπευσης και της κατάληψης δημοσίων θέσεων από Κρήτες μουσουλμάνους.

Η κατάσταση περιπλέχθηκε ακόμη περισσότερο το 1913. Η επέκταση στην Ηπειρο και στη Μακεδονία (και λίγα χρόνια αργότερα στη Θράκη) άλλαξε ριζικά τον εθνολογικό και τον εκλογικό χάρτη της Ελλάδας. Το ελληνικό κράτος ενσωμάτωσε συμπαγείς αλλοεθνείς, αλλόγλωσσους και αλλόθρησκους πληθυσμούς, του οποίους υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει ως μειονότητες το 1920. Οι μουσουλμάνοι, οι Εβραίοι, οι σλαβόφωνοι, οι Βλάχοι και οι Αλβανοί Τσάμηδες απασχόλησαν σοβαρά την Ελλάδα στον Μεσοπόλεμο.

Κινητήριος μοχλός της συγκρότησης του συστήματος της μειονοτικής προστασίας ήταν το εβραϊκό ζήτημα, που τέθηκε επί τάπητος στις Βερσαλλίες το 1919 (οι εβραϊκοί πληθυσμοί της Ευρώπης υπολογίζονταν τότε σε περίπου 10.000.000). Τον Αύγουστο του 1920, με τον νόμο 2456, η Ελλάδα υπήρξε μία από τις πρώτες χώρες παγκοσμίως που αναγνώρισαν τις εβραϊκές κοινότητες ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Ο πραγματικός όμως «πονοκέφαλος» για την Ελλάδα ήταν οι σλαβόφωνοι, που αποτελέσαν μοχλό πίεσης στα χέρια αναθεωρητικών δυνάμεων, όπως η Βουλγαρία. Η μελέτη του Βασίλη Κολλάρου έχει να μας πει πολλά για αυτό.

* Ο κ. Σπυρίδων Γ. Πλουμίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής ΕΚΠΑ.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή