Η Σούζαν Σόνταγκ κουβεντιάζει αναλυόμενη

Η Σούζαν Σόνταγκ κουβεντιάζει αναλυόμενη

4' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

JONATHAN COTT

Susan Sontag: The Complete

Rolling Stone Interview

εκδ. Yale University Press

Στις περισσότερες περιπτώσεις, η αποκάλυψη ενός ανώδυνου παραδόξου ή μιας σοβαρότερης λογικής πλάνης, που ενδέχεται να λανθάνουν σε κάποια θεωρία ενός διανοούμενου εγνωσμένης αξίας, είναι μια υπόθεση για επίμονους αναγνώστες και προϋποθέτει οξυδερκή οριζόντια και κάθετη συγκριτική εξέταση των έργων του συγγραφέα. Στην περίπτωση της Σούζαν Σόνταγκ, μια χτυπητή αντίφαση μπορεί να εντοπιστεί, χωρίς μεγάλη δυσκολία, στο πρώτο κιόλας δοκίμιο που έδωσε τον τίτλο στην παρθενική συλλογή δοκιμίων και άρθρων της, «Ενάντια στην ερμηνεία».

Σε εκείνο το κείμενο λοιπόν, ένα πρώιμο μανιφέστο γραμμένο στην καρδιά των 60’s, η επονομαζόμενη «σκοτεινή κυρία των αμερικανικών γραμμάτων» ξεσπάθωσε εναντίον της αχαλίνωτης ροπής για διανοητικοποίηση που ευλογούσε η εποχή της καθώς επίσης και απέναντι στα κλειστά φιλοσοφικά συστήματα και τους παρεπόμενους «–ισμούς» που, διαγκωνιζόμενοι για το αλάθητο της ερμηνείας ενός έργου τέχνης, συνθλίβουν το περιεχόμενό του κάτω από ακραίες και περισπούδαστες θεωρητικολογίες. Ως θεραπεία για την καταπολέμηση του φαινομένου, η Σόνταγκ αντέταξε την αισθηματική και αισθησιοκρατική μετάληψη του έργου τέχνης. Το πρόβλημα με το κείμενό της είναι ότι σε λίγα μόνο σημεία καταφέρνει να αποφύγει το είδος της ψυχρής, εγκεφαλικής ερμηνείας εναντίον της οποίας εξεγέρθηκε, τουλάχιστον σε προγραμματικό επίπεδο. Αυτή η αντίφαση εξαπλώνεται μάλιστα και σε άλλους τομείς του έργου της, όπως απέδειξε ο Ντάνιελ Μέντελσον στο άρθρο του «Η συλλέκτρια» (από το «Περιμένοντας τους βαρβάρους»), με αφορμή την έκδοση των ημερολογίων της συγγραφέα.

Αυθεντική αγωνία

Παρ’ όλα αυτά, η αγωνία της Σόνταγκ για μιαν αδιαμεσολάβητη επαφή με το ωραίο και το αληθινό στην τέχνη και τη ζωή υπήρξε πέρα για πέρα αυθεντική. Και, τουλάχιστον υπό την ιδιότητα της δοκιμιογράφου (της πιο επιτυχημένης σε σχέση με εκείνες της πεζογράφου, σκηνοθέτιδος, θεατρικής συγγραφέως και δημοσιογράφου, που επίσης υπηρέτησε), κατόρθωσε πράγματι να αρθρώσει έναν πρωτότυπο λόγο που δεν είχε ανάγκη από φαντεζί διακειμενικές αναφορές ή ακαδημαϊκές παραπομπές σε τοτεμικές θεωρίες ως εχέγγυα πνευματικής στιβαρότητας. Iσως λοιπόν το πιο πρόσφορο μέσο για να αναδειχθεί ιδανικά το αδέσμευτο πνεύμα της να ήταν πράγματι οι συνεντεύξεις, οι φυσικές συνομιλίες της με ανθρώπους της εμπιστοσύνης της, σαν το ανά χείρας βιβλίο που περιέχει χωρίς τροποποιήσεις το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της συνέντευξης που παραχώρησε σε δύο δόσεις, πρώτα στο διαμέρισμά της που διατηρούσε στο Παρίσι και ύστερα από πέντε μήνες στο σπίτι της στη Νέα Υόρκη. Συνοδοιπόρος της στην κουβέντα ο Τζόναθαν Κοτ, επί χρόνια συντάκτης του Rolling Stone και πρώτος ανταποκριτής του περιοδικού στην Ευρώπη.

Η συνέντευξη έλαβε χώρα σε μια δραματική και συνάμα άκρως παραγωγική εποχή για τη Σόνταγκ. Εναν χρόνο πριν, το 1977, είχε εκδοθεί το «Περί φωτογραφίας», ενώ μέσα στο 1978 εκδόθηκαν δύο ακόμη βιβλία της, η συλλογή διηγημάτων «Εγώ, κ.τ.λ.» και η μονογραφία της «Η νόσος ως μεταφορά». Το πρώτο μέρος της συνέντευξης αφιερώνεται αναπόφευκτα στο τελευταίο βιβλίο, με τον Κοτ να δίνει την ευκαιρία στη Σόνταγκ να αποκαλύψει το μυστικό που είχε αποκρύψει σ’ αυτό: η συγγραφέας είχε προσβληθεί από καρκίνο και είχε ξεκινήσει να γράφει το πόνημά της επιδιώκοντας να δώσει ειλικρινείς απαντήσεις στις φλογισμένες ερωτήσεις που έθετε στον εαυτό της σχετικά με τη φύση της ασθένειάς της.

Μάχη με τις προκαταλήψεις

Εχουν περάσει τριανταεπτά χρόνια από την έκδοση του βιβλίου και είναι δεδομένο ότι ο ασθενής σήμερα εμπιστεύεται την επιστήμη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι εκείνη την εποχή, ωστόσο ο αγώνας της Σόνταγκ για την αποδόμηση τόσο των ψυχολογικών και των θρησκευτικών αντιλήψεων γύρω από την ασθένεια όσο και των τυλιγμένων στη ρομαντική αχλή εικόνων και μεταφορών που πλάθει ο πάσχων για μια αρρώστια όπως ο καρκίνος, αυτή λοιπόν η εκστρατεία της Σόνταγκ απέναντι στις ανυπόστατες ερμηνείες και τις απολιθωμένες προκαταλήψεις έχει αντίκρισμα και στις μέρες μας και θα εξακολουθήσει να έχει όσο θα υπάρχουν άνθρωποι που θα επιμένουν να απορρίπτουν τις επιστημονικά εξακριβωμένες αιτίες της ασθένειάς τους.

Ο Τζόναθαν Κοτ αποδεικνύεται άριστος γνώστης του έργου της Σόνταγκ και οι ερωτήσεις του είναι αρκετές φορές ολοκληρωμένες παρεμβάσεις· από κάποιο σημείο και μετά η συνέντευξη διαβάζεται ως μια συζήτηση ανάμεσα σε δυο φίλους με βαθιά μόρφωση και υψηλό δείκτη νοημοσύνης. Εκτός από τις απαραίτητες επεξηγήσεις για τα θολά σημεία και τις τολμηρές θέσεις στα πιο πρόσφατα έργα της, η Σόνταγκ μοιάζει να αντιμετωπίζει τη συνέντευξη ως ευκαιρία για να διατρανώσει τις σταθερές αρχές που διαφεντεύουν τον τρόπο σκέψης της. Μία από αυτές είναι και η πίστη της στην ακατάβλητη ροή της ιστορίας, η πεποίθησή της πως όσα κάνουμε και όσα γνωρίζουμε είναι ιστορικές κατασκευές ανθεκτικές μέσα στον χρόνο. «Κάθε φορά που πηγαίνω σε συναυλία της Πάτι Σμιθ στο CBGB, διασκεδάζω, συμμετέχω, αισθάνομαι ευγνώμων και καλύτερα συντονισμένη διότι έχω διαβάσει Νίτσε».

Το μανιφέστο

Από τη θραυσματική σύγχρονη τέχνη με αφορμή ένα άρθρο για τον Γκοντάρ η κουβέντα μετατοπίζεται στην κατακερματισμένη φύση της φωτογραφικής αναπαράστασης. Κι από εκεί στην αδυναμία της φωτογραφίας να μεταρσιώσει σε υπερβατικό είδος το αντικείμενο που έχει αιχμαλωτίσει ο φακός.

Λίγες σελίδες πιο κάτω η Σόνταγκ, προσωπικότητα που επί χρόνια θεωρούνταν από τις πλέον διακεκριμένες εκπροσώπους του φεμινισμού, παίρνει σαφείς αποστάσεις από τις διαχωριστικές γραμμές που οροθετούν τις εμπόλεμες ζώνες της μαχόμενης πτέρυγας του φεμινιστικού κινήματος. Ακολουθούν αναλύσεις για βιβλία, ταξίδια, ταινίες, τις ιστορίες στο «Εγώ, κ.τ.λ.».

Τίποτε από όλα αυτά όμως δεν προμηνύει την αποκάλυψη που επέρχεται σαν ένα είδος αντι-κλιμάκωσης της κουβέντας στην τελευταία ερώτηση. Είναι η στιγμή που η Σόνταγκ αναγνωρίζει τις αντιφάσεις της, τότε που καταθέτει το μανιφέστο που θα τηρούσε με συνέπεια έως το τέλος του βίου της: «Ομως για μένα δεν θα υπήρχε χειρότερο από το να αισθάνομαι πως συμφωνώ με τα πράγματα που έχω ήδη πει και γράψει – να τι θα με έκανε να αισθάνομαι άσχημα, κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι έχω σταματήσει να σκέφτομαι».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή