Δεμένη οικογένεια, δεμένα παιδιά;

Δεμένη οικογένεια, δεμένα παιδιά;

5' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν πρόκειται για την οικογένεια, ο Ελληνας είναι στα καλύτερά του. Απόδειξη, το δίχτυ ασφαλείας που έστησαν οι γονείς μέσα στην κρίση, γύρω από τις οικογένειες των πιο αδύναμων παιδιών τους. Το αισιόδοξο μήνυμα είναι ότι οι Ελληνες τα καταφέρνουν καλά και με την ανατροφή των παιδιών τους, όπως μας λέει η κοινωνιολόγος-ανθρωπολόγος Χριστίνα Βλαχούτσικου.

Αυτό είναι το συμπέρασμα στο βιβλίο της «Για το καλό των παιδιών» (εκδόσεις Νήσος), όπου μεταφέρει τις προσπάθειες 20 μεσοαστών μητέρων 25-60 ετών, που ζουν στο αθηναϊκό προάστιο της Βούλας, να ενθαρρύνουν την αυτονόμηση των παιδιών τους, ενισχύοντας ταυτόχρονα την ενότητα της οικογένειας. «Να ’μαστε μια δεμένη οικογένεια, χωρίς να κρατάμε τα παιδιά μας δεμένα», λέει χαρακτηριστικά μία από τις συνομιλήτριές της.

Γραμμένο με τρυφερότητα από μια μητέρα και γιαγιά, η οποία με την εμπειρία του ερευνητικού έργου της αλλά και των 79 χρόνων της συγκινείται όταν βλέπει στον δρόμο πώς φέρονται οι νέοι πατεράδες στα παιδιά τους, το βιβλίο αναπληρώνει κενά σε τρεις τομείς. Στην έρευνα για την ανατροφή των παιδιών στην Ελλάδα, η οποία «είναι περίεργο πόσο λίγο απασχόλησε ανθρωπολόγους και εθνογράφους», λέει η ίδια. Στην έρευνα για το προάστιο ως επιλογή εγκατάστασης –«παράδεισο για τα παιδιά» χαρακτηρίζουν οι συνομιλήτριές της τη Βούλα–, θέμα που δεν έχει μελετηθεί, παρά το γεγονός ότι έχουμε προάστια από πολύ νωρίς.

Τέλος, τα υποκείμενα της έρευνας είναι οι ελάχιστα μελετημένοι μεσοαστοί πρώτης γενιάς, οι οποίοι ανήλθαν στα μεσαία ή ανώτερα στρώματα της νεοσύστατης αστικής τάξης των τελευταίων 50 ετών, χάρη στις «θυσίες» των αγροτών, εργατών ή μικροαστών γονιών τους. Ετσι αποτελούν προνομιακό πεδίο έρευνας όσον αφορά τις αλλαγές που επήλθαν στις αντιλήψεις για την οργάνωση των οικογενειακών σχέσεων.

Πάντα για τα παιδιά

– Πώς προέκυψε το βιβλίο σας;

– Ηταν το παράπλευρο αποτέλεσμα μιας έρευνας που εκπονήσαμε με τις ανθρωπολόγους Εύα Καλπουρτζή και Ηλιάννα Αντωνακοπούλου το 2002-2003, στη Βούλα, υπό την αιγίδα του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Κοινωνίας της Ακαδημίας Αθηνών. Το θέμα ήταν το περιεχόμενο που έδιναν ζευγάρια Ελλήνων μεσοαστών πρώτης γενιάς στο όραμα μιας καλής οικογένειας και στους τρόπους πραγμάτωσής του. Αυτό που διαπιστώσαμε ήταν πως ό,τι και αν ρωτούσαμε τις 20 συνομιλήτριές μας (οι άνδρες ήταν μόνο επτά, καθώς ασπάζονται περισσότερο τη ρήση τα «εν οίκω μη εν δήμω»), η κουβέντα ερχόταν σε πέντε λεπτά στα παιδιά. Το υλικό από τον προβληματισμό τους για το πώς να αναθρέψουν τα παιδιά, κάτι που δεν ήταν στα ζητούμενα της έρευνας να αξιοποιηθεί, αποφάσισα να το αναλύσω σε βιβλίο. Να σημειωθεί ότι δεν μιλήσαμε με οικογένειες που είχαν σοβαρά προβλήματα (αλκοολισμό, ψύχωση, μεγάλες ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, κ.ά.), επειδή δεν διαθέταμε τα ψυχαναλυτικά εργαλεία. Το 2013, θέλοντας να δω πώς εξελίχθηκε η σχέση τους με τα παιδιά, αλλά και πώς επηρέασε η κρίση τις οικογένειες, συζήτησα εκ νέου με κάποιες μητέρες.

– Τι έβγαλαν οι συζητήσεις;

– «Οι γονείς μάς μεγάλωσαν στο καθήκον και μας μεγάλωσαν με καθήκον. Σε εμάς “θέλω” δεν υπήρχε», είπε μια μητέρα, εκφράζοντας αυτό που κατέθεσαν οι περισσότερες συνομιλήτριες. Οτι, δηλαδή, είχαν αυταρχικούς γονείς που δεν ενδιαφέρονταν για το πώς ένιωθαν τα παιδιά τους, και ότι τα μεγάλωσαν υπό το βάρος των «θυσιών» που έκαναν για να τους δώσουν εφόδια «για μια καλύτερη ζωή», για κοινωνική ανέλιξη. Στις αφηγήσεις τους παρουσιάζουν συνήθως τον πατέρα απόμακρο αλλά αρκετά καλόκαρδο, να δουλεύει σκληρά για την προίκα των θυγατέρων (οπωσδήποτε ένα διαμέρισμα) και τις σπουδές των γιων. Ιδιαίτερα σκληρή παρουσιάζουν τη μάνα τους, που τις μάλωνε και τις έδερνε να διαβάσουν, επειδή ήθελε να σπουδάσουν και οι κόρες στο πανεπιστήμιο.

– Υπήρξαν διαφορές ανάμεσα στις οικογένειες στις οποίες μεγάλωσαν οι συνομιλήτριές σας και σε εκείνες που δημιούργησαν;

– Τεράστιες, είπαν οι ίδιες. Από το παλιό οικογενειακό μοντέλο «ένα σώμα μια ψυχή», όπου ο κοινός στόχος, δηλαδή η κοινωνική ανέλιξη των παιδιών δεν ανέχεται ατομικές επιθυμίες και στόχους, οι ίδιες πέρασαν στο μοντέλο της εντατικής μητρικής φροντίδας και της οικογένειας-κοινότητας. Στο δημοκρατικό αυτό μοντέλο ανατροφής, οι γονείς καλλιεργούν ψυχική επαφή με τα παιδιά, αποδίδουν αξία στην ατομικότητά τους και τα ενθαρρύνουν να αυτονομηθούν, καλλιεργώντας ταυτόχρονα τους δεσμούς στην οικογένεια.

Αμφιθυμίες

– Αντέχει αμφιθυμίες το μοντέλο αυτό;

– Υπάρχει η άποψη ότι οι μητέρες που ασχολούνται με τα συναισθήματα των παιδιών και προσπαθούν να τα βοηθήσουν «να βρουν τον εαυτό τους», ασκούν έλεγχο πιο παρεμβατικό από τον «παραδοσιακό». Βλέποντας όμως τον διαρκή αναστοχασμό των συνομιλητριών μου όσον αφορά το αν, πώς και πότε να παρέμβουν, θα έλεγα ότι πάλευαν τις αμφιθυμίες τους

– Τα κατάφεραν οι μητέρες στη Βούλα;

– «Καμαρώνουμε πώς μεγαλώνουμε τα παιδιά μας. Ελα όμως που στην τελική μάς μεγαλώνουν εκείνα», είπε μια μητέρα. Το συμπέρασμά μου είναι ότι η ενασχόληση των γονιών με το καλό των παιδιών τα κατέστησε το μείζον κανάλι μέσα από το οποίο το καινούργιο περνούσε στην οικογένεια. Εχοντας λάβει βοήθεια και από ψυχολόγους, τους οποίους συμβουλεύονταν για τα παιδιά τους, αλλά στην ουσία τις βοήθησαν να δουν «το μέσα τους», αλλά και να δουν με άλλο μάτι και μια σειρά άλλα θέματα (τη σχέση με τον σύζυγο, κ.ά.), οι μητέρες ανοίχθηκαν σε αυτό το καινούργιο, αναθεωρώντας πολλά αυτονόητα στην ανατροφή των παιδιών.

– Βάρυναν οι καταβολές τους στις πρακτικές που υιοθέτησαν;

– Λέγοντας, κατ’ αρχάς, ότι τα κατάφεραν καλά, διαπιστώνω ότι δημιούργησαν ένα ιδιαίτερο τοπικό μοντέλο, στο οποίο καθοριστικό ρόλο έπαιξε ότι επέλεξαν να ζήσουν στη Βούλα, ένα προάστιο με θάλασσα, βουνό, πάρκα, καλά δημόσια σχολεία, κ.ά., συνθήκες που ευνόησαν τις προσπάθειές τους να βοηθήσουν «τα παιδιά να αυτονομηθούν». Ωστόσο, τα περισσότερα ζευγάρια έχτισαν δεύτερο και τρίτο όροφο στις μονοκατοικίες τους, για να μένουν εκεί τα παιδιά όταν παντρευτούν. Να ένα πολιτισμικό ελληνικό σύνδρομο που υποδηλώνει αμφιθυμία ως προς την αυτονόμηση των παιδιών. Σωστό να αυτονομηθούν, αλλά όχι και να οριοθετηθούν απέναντί τους.

Ο «παράδεισος», ο εχθρός, η κρίση

– Ενοχλεί τις μεσοαστές μητέρες κάτι στον «παράδεισο» της Βούλας;

– Ο μεγάλος «εχθρός» είναι ο νεόπλουτος, στερεότυπο που τις φοβίζει γιατί τους είναι οικείο. «Δεν γίνεται να μαρσάρεις τη Φεράρι σου μέσα στη νύχτα, ούτε να αρνείσαι από πού προέρχεσαι, λέγοντας ότι ήταν χειρουργός ο παππούς, που στο πορτρέτο του σαλονιού έχει μουστακάρα λαϊκού ανθρώπου», είπε μία ομιλήτρια για γείτονές της. Καταβολές που αρνούνται ωστόσο οι περισσότερες, λέγοντας π.χ. «εμείς μάθαμε να ζούμε συμμαζεμένα», κάτι που παραπέμπει σε μεσοαστική συμπεριφορά.

– Επηρέασε τις σχέσεις η οικονομική κρίση;

– Εβγαλε εντάσεις, παρότι τα εισοδήματα των οικογενειών δεν έχουν πληγεί δραματικά. Μία μητέρα είπε ότι «τους ήρθε ο ουρανός σφοντύλι» όταν κατάλαβαν με τον σύζυγό της ότι το μεσαίο παιδί τους, άριστη μαθήτρια αλλά κλειστός χαρακτήρας με προβλήματα ζήλιας από μικρή, είχε σχέσεις με Χρυσαυγίτες. Οι προσπάθειες των γονιών έπεφταν στο κενό έως τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Η έφηβη κατέρρευσε, έκλαιγε επί μέρες για την πλάνη της.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή