Μια ροκ αυτοβιογραφία χωρίς ναρκωτικά και σεξ

Μια ροκ αυτοβιογραφία χωρίς ναρκωτικά και σεξ

4' 53" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Σπρίνγκστιν είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της ροκ σκηνής τουλάχιστον από το 1980, όταν το «The River» τον καθιέρωσε ως σημαντικό καλλιτέχνη, ενώ έγινε πασίγνωστος με το «Born in the USA» το 1984. Ωστόσο, παρά την κεντρική του θέση στο ροκ στερέωμα, παρέμεινε πάντα μια λίγο περίεργη περίπτωση στον χώρο. Οι συναυλίες του ήταν θρυλικές για τη διάρκεια και την ενέργειά τους (και στην Αθήνα με τη Διεθνή Αμνηστία το 1988), οι δίσκοι του πουλούσαν σαν ζεστά ψωμάκια, αλλά για τον ίδιο δεν μαθαίναμε και πολλά πράγματα: καμιά εκκεντρικότητα, καμιά πικάντικη λεπτομέρεια της ιδιωτικής του ζωής, κανένας θυελλώδης καβγάς στο συγκρότημά του. Η αυτοβιογραφία του σκιαγραφεί πολύ αποκαλυπτικά και προσγειωμένα αυτήν την ασυνήθιστη «κανονικότητα» και αφήνει να διαφανεί μια γοητευτική προσωπικότητα.

Προερχόμενος από μια οικογένεια της εργατικής τάξης του Νιου Τζέρσι με μεικτές ιρλανδικές και ιταλικές καταβολές, ο μικρός Μπρους πέρασε τα πρώτα χρόνια του στη λατρευτική και άκρως ενδοτική αγκάλη της γιαγιάς Σπρίνγκστιν, η οποία δεν επέβαλλε καμία πειθαρχία. Η διαμορφωτική αυτή εμπειρία τού δημιούργησε μια έντονη αίσθηση προνομιακών κεκτημένων δικαιωμάτων, την οποία κράτησε ζωντανή μέσα του ακόμη και όταν οι οικογενειακές συνθήκες άρχισαν να δείχνουν τα δόντια τους: περιορισμένα οικονομικά, ένας πατέρας που θεράπευε τη βαριά ψυχική του ασθένεια με τον συνήθη σπλαγχνικό αλκοολισμό, αλλά και μια μητέρα ιδιαίτερα σταθερή και επίμονη, ως δύναμη εξισορρόπησης.

Οταν το ζευγάρι αναχωρεί για μια καλύτερη τύχη στην άλλη άκρη της χώρας, ο νεαρός Σπρίνγκστιν παίρνει το μέλλον στα χέρια του με ανακούφιση. Τα κεκτημένα δικαιώματα επί της ζωής που έμαθε κοντά στη γιαγιά, τα μαθήματα σταθερότητας της μητέρας, η αγωνία να μη γίνει σαν τον πατέρα δίνουν μια διάσταση βάθους στον μετέπειτα σούπερ σταρ της σκηνής, που για χρόνια δούλευε τόσο επίμονα, που μόνο που δεν κοιμόταν με την κιθάρα του, που πέτυχε παρά τη μέτρια φωνή του (όπως του έλεγε μέχρι πρόσφατα ένας μέντοράς του) και παρά το ότι δεν έμαθε ποτέ να διαβάζει νότες, που δεν τόλμησε ποτέ, όπως λέει, να ακουμπήσει ναρκωτικά, και ποτό μόνο αρκετά μεγάλος, αλλά που είχε μερικές ωραίες ιστορίες να πει και ένα τεράστιο πάθος να ανήκει στον μαγικό χώρο του Ελβις, των Μπιτλς και των Στόουνς.

Κλιμάκωση και ανατροπή

Το βιβλίο είναι μία απ’ αυτές τις ιστορίες και έχει πολλές από τις αρετές των τραγουδιών του. Εχει ωραίο ρυθμό στην αφήγηση, αν και, στις 500 τόσες σελίδες του, τραβάει μερικές φορές λίγο περισσότερο σε μάκρος. Ο συγγραφέας ξέρει να αναδεικνύει τη χαρακτηριστική λεπτομέρεια και έχει επίσης καλή αίσθηση του μοτίβου, της κλιμάκωσης και της ανατροπής σε επιμέρους επεισόδια, καθώς και μερικές πολύ ζωηρές περιγραφές: τις πρώτες συναυλίες σε μπαρ, την αγωνία για τα χρήματα, την ατμόσφαιρα στα χρόνια του Βιετνάμ, τα τεχνάσματα για να αποφύγει τη στράτευση όπως και πολλοί άλλοι, τα αστέρια μιας νύχτας όπως τα ’βλεπε ξαπλωμένος στον καναπέ πάνω στο φορτηγάκι που τον έπαιρνε μακριά απ’ το πατρικό του, επεισοδιακά ταξίδια στη δυτική ακτή όπου οδηγούσε το φορτηγό της μπάντας χωρίς να ξέρει οδήγηση, την επιμονή του να συνεχίσει μια συναυλία αντί να παρακολουθήσει την προσσελήνωση του Apollo 11, τις δυσκολίες του με τα δικαιώματα και τις δισκογραφικές εταιρείες αλλά και το πείσμα του, τη δημιουργική αυτοαμφισβήτηση στην πρώτη συναυλία στο Λονδίνο, τη σαρωτική, θεραπευτική, αίσθηση από τις μεγάλες του συναυλίες («γι’ αυτό δεν μπορείτε να με ξεφορτωθείτε απ’ τη σκηνή»), την ιδιαιτερότητα της περιοδείας για τη Διεθνή Αμνηστία.

Εχει επίσης αρκετό καλόκαρδο χιούμορ και αυτοσαρκασμό και αποφεύγει να ωραιοποιήσει (την επανερχόμενη –κληρονομική– κατάθλιψή του, τη συμπεριφορά του απέναντι στην πρώτη του σύζυγο, τη δυσκολία του μέχρι να δεσμευθεί πράγματι με τη δεύτερη, τις μουσικές του αποτυχίες – όχι μόνον τις χαριτωμένες της νεότητας αλλά και μερικές πιο πρόσφατες). Ταυτόχρονα, όμως, και παρά το πραγματικό πάθος για τη μουσική που γεμίζει σχεδόν κάθε σελίδα, αποφεύγει και να δραματοποιήσει, διατηρώντας μια νηφάλια οπτική για τα πράγματα, που απηχεί, εκτός από την ωριμότητα της ηλικίας και χρόνια ψυχοθεραπείας, και μια ψύχραιμη αυτοπεποίθηση που είχε από νέος.

Αξιοσημείωτη είναι πάντως και η διακριτικότητα που δείχνει για τους ανθρώπους που βρέθηκαν κοντά του επαγγελματικά ή προσωπικά. Διαγράφονται σαφώς οι προσωπικότητές τους –και συχνά η μεγάλη αγάπη του γι’ αυτούς, όπως, π.χ., για τον εκλιπόντα σαξοφωνίστα του, Κλάρενς Κλέμονς– αλλά αποφεύγεται οτιδήποτε θα μπορούσε να «γαλβανίσει την περιέργεια του αναγνώστου» (αν και υποχωρεί σε ένα-δυο αστεία περιστατικά) και να στενοχωρήσει όσους τον εμπιστεύτηκαν.

Λιγότερο φειδωλός είναι μόνο για ό,τι αφορά την επί εικοσιπενταετία σύζυγό του μουσικό Patti Scialfa, για την οποία εκφράζει συνεχώς μεγάλη αγάπη, εκτίμηση και ευγνωμοσύνη – και κάνει αναφορά σε «μια γλυκιά νύχτα» και στην αναγγελία της πρώτης της εγκυμοσύνης.

Μαθητεία ζωής

Η αυτοβιογραφία είναι γραμμένη κατά κάποιο τρόπο νομοτελειακά, καθώς η καριέρα του τραγουδιστή ξεδιπλώνεται παράλληλα με μια μαθητεία ζωής που θα οδηγήσει στο καταστάλαγμα των ώριμων χρόνων του. Παρά την προφανή του επιτυχία ωστόσο, ο πολυεκατομμυριούχος 67χρονος Σπρίνγκστιν δεν γράφει αυτό το βιβλίο από την κορυφή του λόφου, αλλά από ένα σχεδόν τυχαίο σημείο μιας απλώς προχωρημένης διαδρομής. Η δεκαετία των εξήντα του είχε πολλά επεισόδια κατάθλιψης, η επιτυχία των δίσκων του δεν είναι δεδομένη, όμως δείχνει να έχει μια βαθιά γνώση και αποδοχή του εαυτού του και της ζωής. Δηλώνει εξίσου περήφανος για το έργο του όσο και για την οικογένειά του, για τον πρωτότοκό του που είναι μουσικός παραγωγός, την κόρη του που διαπρέπει στην ιππασία, και τον βενιαμίν του που έγινε πυροσβέστης («ήθελε να κάνει κάτι που να βοηθάει πραγματικά τους ανθρώπους»), συνδέοντας την οικογένεια ξανά με τις εργατικές της ρίζες.

Οι αυτονόητοι αναγνώστες, όσοι δηλαδή αγαπούν τη μουσική του Σπρίνγκστιν, θα βρουν σ’ αυτό το βιβλίο απολαυστική την προσωπικότητα του τραγουδιστή και τα καθέκαστα της τέχνης του. Οσοι ενδιαφέρονται για τις ροκ αυτοβιογραφίες, θα ανακαλύψουν εδώ μια λίγο ασυνήθιστη εκδοχή του είδους. Και όσοι αγαπούν τα μυθιστορήματα διαμόρφωσης, θα βρουν τη διαδρομή ενός γοητευτικού χαρακτήρα όχι τόσο προς την επιτυχία, όσο προς την αυτογνωσία.

​​Bruce Springsteen, «Born to Run», εκδ. Simon & Schuster 2016.

* Επίκουρη καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή