Τι μαθητές επιθυμούμε και τι είδους σχολείο θέλουμε;

Τι μαθητές επιθυμούμε και τι είδους σχολείο θέλουμε;

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ

Για το σχολείο

σελ. 186, εκδ. Πόλις

Την περασμένη Κυριακή ήμουν προσκεκλημένη σε ένα φεστιβάλ ντοκιμαντέρ για παιδιά και εφήβους με τίτλο KinderDocs. Στόχος μετά την προβολή ήταν να ανοίξουμε μια συζήτηση για τα φαινόμενα και τα πάθη των παιδιών και των εφήβων στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες. Το θέμα εκείνης της Κυριακής ήταν ο εθισμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ακούστηκαν πολλοί γονείς και εκπαιδευτικοί εκείνη την ημέρα στο Μουσείο Μπενάκη. Μία μητέρα εξ αυτών, φανερά προβληματισμένη, είπε ότι δεν δύναται να παρακολουθήσει τι συμβαίνει στα παιδιά της, έχει εναποθέσει τις ελπίδες της στο σχολείο. Οταν τη ρώτησα τι είδους ελπίδες έχει εκεί εναποθέσει, μου απάντησε ότι οι καθηγητές μπορούν να προλάβουν και να συμβουλεύσουν τους εφήβους. Αρα με έναν τρόπο να γίνουν κάτι σαν δεύτεροι γονείς ή ψυχολόγοι, φαντάστηκα ότι εννοούσε. Δεν είναι η μόνη μητέρα που συναντώ. Στα σχολεία που εργάζομαι ως ψυχολόγος υπάρχει πολύ συχνά η φαντασίωση ότι μας αναθέτουν τα παιδιά τους για να τα μεγαλώσουμε. Πιο συχνά τους απασχολεί να είναι χαρούμενα παρά η παιδεία, κάτι που μετριέται μόνο με βαθμούς στα τρίμηνα. Από την άλλη, όταν το σχολείο τιμωρεί μαθητές που δεν τήρησαν το πλαίσιο που έχει βάλει ο κανονισμός του σχολείου, τότε συναντάμε γονείς που είναι έξαλλοι, κάνοντας λόγο για οπισθοδρομικό και αναχρονιστικό σχολείο. Αρα τι μαθητές επιθυμούμε;

Με αυτές τις καθημερινές σκέψεις και περιστατικά που έρχομαι αντιμέτωπη, συναντήθηκα με τα 19 δοκιμιακά κείμενα και μία ομιλία του εκπαιδευτικού, συγγραφέα και διανοούμενου Σταύρου Ζουμπουλάκη, στη νέα έκδοση που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις, με τίτλο «Για το σχολείο».

Ο συγγραφέας αυτών των κειμένων έχει μακρά πορεία στην εκπαίδευση όπως και στα γράμματα. Είναι από αυτούς που ξέρουν το σχολείο από μέσα, από την καθημερινή παράδοση μαθημάτων, μέχρι την οργάνωση αλλά και εποπτεία ολόκληρης σχολικής μονάδας. Δικαιούται λοιπόν να σκέφτεται και να γράφει για το σχολείο. Διότι δυστυχώς στη χώρα μας οι περισσότεροι που αποφασίζουν για τη μοίρα του σχολείου είναι άσχετοι με την εκπαίδευση και πολλές φορές με την παιδεία την ίδια.

Στα 19 του κείμενα ο Σταύρος Ζουμπουλάκης θίγει αρκετά ζητήματα καίρια, όπως είναι η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών, τα Θρησκευτικά, οι καταλήψεις, οι μαθητικές παρελάσεις, φαινόμενα της σχολικής ζωής του τόπου μας. Θα μείνω όμως κυρίως στα πρώτα κείμενα, εκεί όπου μεταδίδονται μερικές βασικές αρχές που πρέπει να αναζητήσει ξανά το σχολείο ως παιδευτικός θεσμός και που όλα δείχνουν ότι έχει απολέσει. Κατ’ αρχάς, δεν είναι τόσο αυτονόητο όσο ακούγεται αλλά το σχολείο έχει μία και μοναδική αποστολή: να διδάξει, να μεταδώσει γνώσεις. Ο δάσκαλος πρέπει να αγαπά το αντικείμενό του παλεύοντας νύχτα μέρα για να μεταδώσει τις γνώσεις του. Δεν πρέπει να κάνει παρέα με τα παιδιά ούτε να τους λύνει τα ψυχολογικά τους ζητήματα, πολλώ δε μάλλον να γίνει η μαμά τους. Πρέπει να τα διδάσκει. Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να κατανοηθεί ότι το σχολείο είναι ένας συντηρητικός θεσμός και έτσι πρέπει να παραμείνει. Καινοτομίες, νεωτερισμοί, απίθανα projects αλλά και ταξίδια μέχρι τον Αρη ανήκουν στα σχέδια των παιδιών και όχι στις επιδιώξεις του σχολείου. Το σχολείο πρέπει να μεταδίδει τις κλασικές, διαχρονικές γνώσεις, βάση για να εκτοξευτούν τα παιδιά προς το μέλλον και να διεκδικήσουν ό,τι εκείνα θεωρούν σημαντικό για τον εαυτό τους. Το σχολείο είναι ένας θεσμός που πρέπει σταθερά και στέρεα να μεταδίδει γνώσεις, αυτές τις παλιές αναλλοίωτες στον χρόνο και στον πολιτισμό γνώσεις.

Τέλος, θέλω να αναφερθώ σε έναν παράγοντα που θίγει εύστοχα ο Σταύρος Ζουμπουλάκης, που αφορά στο σχολείο, όπως ακριβώς συμβαίνει και στις ψυχαναλυτικές συνεδρίες. Το σχολείο οφείλει να είναι ένα κουκούλι που θα μείνει ανεπηρέαστο από τον τρέχοντα χρόνο της επικαιρότητας. Η ταχύτητα της εξωτερικής πραγματικότητας και τα τερτίπια των κάθε λογής επικοινωνιολόγων, μάνατζερ, συμβούλων κ.λπ. πρέπει να αφήνουν ανεπηρέαστη την εκπαιδευτική διαδικασία, όπως και την ψυχαναλυτική αντιστοίχως. Ο χρόνος σε αυτές τις δύο «συναντήσεις» μετράει αλλιώς.

Το σχολείο δεν μπορεί να μεταδώσει γνώσεις με bullet points και sos, για να θυμίσω ομιλίες πολιτικών. Οπως και η ψυχανάλυση αναζητεί το άχρονο και γι’ αυτό πρέπει να είναι πάντα παρούσα για να συναντηθεί με την ετοιμότητα του αναλυόμενου, έτσι και το σχολείο έχει τους δικούς του παιδευτικούς χρόνους που πρέπει να σεβόμαστε. Οπότε αυτό που πρέπει να αναζητήσουμε είναι πώς θα το προστατεύσουμε από τη ζωή, κλείνοντας τα αυτιά μας στις Σειρήνες της επικαιρότητας, για να το καταστήσουμε διαχρονικό. Και κυρίως πώς θα φροντίσουμε να ξαναεκπαιδεύσουμε δασκάλους και κοινωνία ολόκληρη στο να διατηρεί τους θεσμούς εκεί που θα έπρεπε να είναι, και όχι εκεί που μας βολεύει ή μας συμφέρει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή