Διαρκείς ναυαγοί στο ταξίδι της ζωής

Διαρκείς ναυαγοί στο ταξίδι της ζωής

5' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΧΑΝΣ ΜΠΛΟΥΜΕΝΜΠΕΡΓΚ

Ναυάγιο με θεατή

μτφρ. – επίμετρο: Θοδωρής Δρίτσας

εκδ. Αντίποδες 2017, σελ. 164

 

«Οι γενιές συνομιλούν μέσα από τις ιστορίες και όχι μέσα από τις έννοιες που δήθεν παραδίδουν η μία στην επόμενη. Σταθερό σημείο δεν προσφέρουν οι λύσεις στα προβλήματα αλλά τα ίδια τα προβλήματα». Να κάτι που θα καταλάβαιναν αμέσως οι παραμυθάδες, ενώ θα ξένιζε ίσως αρκετούς θεωρητικούς. Οι φράσεις αυτές του επίμετρου θα μπορούσαν να είναι και μότο του μικρού αλλά εκρηκτικού βιβλίου, με το οποίο οι εκδόσεις Αντίποδες συστήνουν για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό τον Χανς Μπλούμενμπεργκ (1920 – 1996) και δεν μένει, πραγματικά, παρά να ελπίσουμε αυτό να είναι μόνον η αρχή.

Η «ιστορία», το «πρόβλημα» που εδώ ο σπουδαίος σύγχρονος Γερμανός φιλόσοφος επιλέγει για την αφηγηματική του σκυταλοδρομία διαμέσου των αιώνων φυλάσσεται μέσα στη μεταφορά του ναυαγίου. Σύμφωνα, άλλωστε, με τον υπότιτλο του έργου, πρόκειται, στην περίπτωση του ναυαγίου, για ένα «παράδειγμα μιας μεταφοράς της ύπαρξης». Από τον Ησίοδο στον Οράτιο (65 – 8 π.Χ.) και από τον Λουκρήτιο στον Μονταίν, με μεγαλύτερους σταθμούς τον Βολταίρο, τον Νίτσε και, πάνω από όλους, τον Γκαίτε αλλά και τον Σοπενχάουερ, τον Γιάκομπ Μπούρκχαρτ και πολλούς ακόμα στοχαστές του αρχαίου και του νεότερου κόσμου, ο Μπλούμενμπεργκ παρακολουθεί τη χρήση της μεταφοράς του ναυαγίου στη σκέψη και το έργο τους. Ηδη οι τίτλοι των κεφαλαίων χαράσσουν την πορεία και συμπυκνώνουν τους σταθμούς του περιεχομένου: Το θαλασσινό ταξίδι ως υπέρβαση των ορίων, Τι απομένει στον ναυαγό, Αισθητική και ηθική του θεατή, Η τέχνη της επιβίωσης, Ο θεατής χάνει τη θέση του, Ναυπηγώντας από το ναυάγιο.

Η θάλασσα, πληροφορούμαστε ήδη από τις πρώτες σελίδες, είναι «ο τόπος της εμφάνισης του κακού» στη χριστιανική εικονογραφία, γι’ αυτό άλλωστε η Αποκάλυψη του Ιωάννου καθησυχάζει τους πιστούς: στη μεσσιανική εποχή, θάλασσα τέλος, το κακό δεν θα υπάρχει πια! Καχυποψία και αντιπάθεια εκφράζει απέναντι στο «αλλότριο» στοιχείο και ο Ησίοδος, συνδέοντας, μάλιστα, διαμέσου της ρευστότητας, το νερό με το χρήμα, ενώ ο Βιργίλιος προλέγει «για την ερχόμενη εποχή της μακαριότητας, το τέλος όχι των θαλασσών αλλά των θαλασσινών ταξιδιών». Στο θαλασσινό ταξίδι ο Οράτιος αποδίδει διαστάσεις ύβρεως, όπως και στην κλοπή της φωτιάς από τον Προμηθέα και στην απαγορευμένη πτήση του Δαίδαλου.

Ο αντίλογος

Εχει όμως ήδη φτάσει η ώρα του αντιλόγου, η υπεράσπιση του ρίσκου με τη βοήθεια όχι πλέον της θρησκείας αλλά των μαθηματικών. Σε ένα από τα γοητευτικότερα σημεία του βιβλίου παρακολουθούμε την τροχιά από το ναυάγιο του σωκρατικού φιλοσόφου Αριστίππου μέχρι το χαρακτηριστικό κέλευσμα του Νίτσε: «Εμπρός, φιλόσοφοι, στα πλοία!». Γιατί, ακόμη κι έχοντας χάσει τα πάντα, ο ναυαγός εξακολουθεί να διαθέτει τη γεωμετρία, που με τη βοήθειά της θα επανασυνδεθεί με τον πολιτισμένο κόσμο και θα οικοδομήσει εκ νέου τη ζωή του. Ο ναυαγός έχει την «κατοχή του εαυτού», μια περήφανη προσέγγιση του Μονταίν που έχει, βεβαίως, ανάγκη την πυξίδα του Ντεκάρτ: «σε κάθε περίπτωση, κράτα σταθερή πορεία». Επιστρέφοντας στον Ρωμαίο ποιητή και φιλόσοφο Λουκρήτιο, που βλέπει ήδη τη γέννηση του ανθρώπου ως ναυάγιο, έχει έρθει η ώρα να μιλήσει ο Μπλούμενμπεργκ για τον «συνθετικό τύπο του ναυαγίου με θεατή». Με βάση τη φιλοσοφία του Επίκουρου, «την κατοχή ενός απαραβίαστου, στέρεου εδάφους θέασης του κόσμου», ο Μπλούμενμπεργκ μας μιλάει με τη βοήθεια του Λουκρήτιου για την «απόλαυση της ασφάλειας που χαρίζει η θέση του θεατή», που είναι και η θέση του φιλοσόφου στη σχέση του με την πραγματικότητα. Κι ενώ στους νεότερους χρόνους εγκαταλείπεται σταδιακά η αρχή του απαραβίαστου της φύσης και η θέση ότι η ναυσιπλοΐα συνιστά έγκλημα, ενώ ο ένας μετά τον άλλον οι φιλόσοφοι, κυριολεκτικά, μπαρκάρουν (Χέρντερ, Νίτσε) επιχειρώντας να παραβιάσουν τη ρεαλιστική διάσταση της μεταφοράς, βλέπουμε, από την άλλη, τον Βολταίρο να ατενίζει τη λίμνη (της Λωζάννης) από το κρεβάτι του. Κυρίως, όμως, βλέπουμε τον Γκαίτε να στέκει ανέκφραστος απέναντι στην πρωσική ήττα της Ιένας από τον Ναπολέοντα (1806), απογοητεύοντας τους συμπατριώτες του.

Ο βλάσφημος πειρασμός να σκεφθούμε ανάλογες, απελευθερωτικές κατ’ ουσίαν, στάσεις καλλιτεχνών και διανοουμένων απέναντι σε εθνικές καταστροφές είναι μεγάλος. Εδώ θα αρκεστούμε να θυμίσουμε στον αναγνώστη το νόστιμο σύντομο ιστορικό. Λίγες ώρες πριν από τη μάχη της Ιένας, Γάλλοι στρατιώτες απειλούν τη ζωή και την περιουσία του 57χρονου, τότε, Γκαίτε στη Βαϊμάρη, που σώζεται χάρη στη δυναμική παρέμβαση τής κατά 16 χρόνια νεότερης ερωμένης του, Κριστιάνε. Ο Γκαίτε θα παντρευτεί λίγες μέρες αργότερα την Κριστιάνε, με την οποία συζεί επί χρόνια κι έχει μαζί της κάμποσα παιδιά. Στη βέρα, ζήτησε να χαράξουν την ημερομηνία της μάχης, σχολιάζοντας: «τι άλλο να προσδοκά κανείς τη στιγμή του ναυαγίου;».

Θεατής και θέατρο

Ο Μπλούμενμπεργκ πραγματεύεται στη συνέχεια, και με άλλες αφορμές, τη «φιλαυτία του θεατή των ερειπίων», κάτι που δεν μπορεί παρά να παρακινήσει τον σημερινό αναγνώστη σε γόνιμους προβληματισμούς με αφορμή την έκρηξη της εκ του ασφαλούς οπτικοποίησης των κάθε λογής «ναυαγίων», με αφετηρία την τηλεοπτική 11η Σεπτεμβρίου. «Χάρη στον Λόγο ο άνθρωπος μπορεί να είναι και θεατής των όσων υφίσταται», λέει ο Σοπενχάουερ.

Θεμελιώδης είναι και η εκ μέρους του συγγραφέα συσχέτιση του θαλασσινού ταξιδιού με το θέατρο. Ο Διαφωτισμός θα δώσει, για κάποιο χρονικό διάστημα, την ψευδαίσθηση της «γαλήνιας θάλασσας της ολοκληρωμένης γνώσης», γρήγορα όμως θα φανεί ότι «η απόλυτη γαλήνη είναι θανάσιμη, γιατί τα πανιά χρειάζονται την κινητήρια δύναμη του ανέμου των παθών».

Με τη βοήθεια του Γιάκομπ Μπούρκχαρτ, σημαντικού Ελβετού ιστορικού και κριτικού της τέχνης και του πολιτισμού, ο Μπλούμενμπεργκ τελειώνει με μιαν απρόσμενη κορύφωση. Δεν είμαστε ούτε θεατές ούτε θαλασσοπόροι, αλλά διαρκείς ναυαγοί που κατασκευάζουμε ξανά και ξανά τη σχεδία μας μεσοπέλαγα, από τις σανίδες που βρίσκονται παντού να επιπλέουν. Κι αν η φυσική γλώσσα υπήρξε κάποτε το «μητρικό σκαρί», «είναι προφανές ότι η θάλασσα περιέχει και άλλο υλικό, πέρα από αυτό που έχει ήδη χρησιμοποιηθεί».

Εβραίος κατά το ήμισυ ο Μπλούμενμπεργκ βίωσε την εμπειρία των δυσμενών διακρίσεων και των στρατοπέδων της ναζιστικής περιόδου και αποφάσισε, μετά τον πόλεμο, να μην κοιμάται μία ημέρα την εβδομάδα για να κερδίσει τον χαμένο χρόνο. Εζησε μάλλον αποτραβηγμένος, αλλά γράφοντας με μανία, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος του έργου του να εξακολουθεί να έρχεται για πρώτη φορά στη δημοσιότητα μετά θάνατον, ενώ μεταφράζεται διαρκώς προς τα αγγλικά και τα γαλλικά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή