Η επιστροφή μου, ως μονομανούς σερβιτόρου, στη μεγάλη οθόνη

Η επιστροφή μου, ως μονομανούς σερβιτόρου, στη μεγάλη οθόνη

3' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η τελευταία ταινία που έκανε τον Αρη Σερβετάλη να αφήσει, έστω για λίγο, κατά μέρος την αφοσίωσή του στο θέατρο ήταν το «L» του Μπάμπη Μακρίδη, επτά χρόνια πριν. Ετσι, όταν στο περασμένο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τον είδα να πρωταγωνιστεί στο «The Waiter» του πρωτοεμφανιζόμενου Στηβ Κρικρή, σκέφτηκα να τον ρωτήσω σχετικά: «Τον Στηβ τον ήξερα από την “Κινέττα” (σ.σ. του Γιώργου Λάνθιμου) και μου άρεσε πολύ το σενάριο που έγραψε εδώ. Η ιστορία του, που βασίζεται σε ένα πραγματικό γεγονός, έχει κάτι από νουάρ και έναν πολύ ενδιαφέροντα μονομανή χαρακτήρα».

Αυτός ο τελευταίος είναι ο Ρένος, ένας μοναχικός και μάλλον ψυχαναγκαστικός άνδρας, ο οποίος δουλεύει ως σερβιτόρος σε κάποιο πολυτελές καφέ της Αθήνας. Η τακτοποιημένη καθημερινότητά του θα διαταραχθεί όταν ο γείτονάς του εξαφανίζεται ταυτόχρονα στη ζωή του Ρένου μπαίνουν ο «Ξανθός» (Γιάννης Στάνκογλου) και η Τζίνα, ένα μυστηριώδες ζευγάρι, το οποίο τρομάζει και ταυτόχρονα γοητεύει τον πρωταγωνιστή.

«Πριν από αρκετά χρόνια ζούσα στη Νέα Υόρκη, στο East Village. Eκείνο το συγκεκριμένο καλοκαίρι έκανα παραγωγή σε μια ταινία ενός συμφοιτητή μου. Μέσα στο ξέφρενο πρόγραμμα γυρισμάτων έζησα ένα ακραίο και φρικιαστικό γεγονός – τη δολοφονία του γείτονά μου. Ολη αυτή η εμπειρία εντυπώθηκε μέσα μου και παρέμεινε σαν κρυφό μυστικό.

Υστερα από αρκετά χρόνια παρακολουθούσα κάποιο σεμινάριο σεναριογραφίας. Πάνω στη συζήτηση για την πρώτη μας ταινία, πυροδοτήθηκε μέσα μου η ιδέα να γράψω για την εμπειρία που είχα στη Νέα Υόρκη. Κρατώντας κάποια στοιχεία που είχαν να κάνουν περισσότερο με την οπτική προσέγγιση της ιστορίας και όχι αυτή καθ’ αυτήν την ιστορία, έγραψα ένα σενάριο που αφορά τη μελέτη ενός χαρακτήρα περιχαρακωμένου από τις συνήθειες και την καθημερινή του ρουτίνα. Ξαφνικά έρχεται αντιμέτωπος με ένα ακραίο συμβάν και χωρίς καμία προκατάληψη, παρασύρεται από τις περιστάσεις και εμπλέκεται σε μια ιστορία που θα τον φέρει σε ακραίες και ανεξέλεγκτες συμπεριφορές», μας λέει σε ένα σημείωμά του ο Στηβ Κρικρής.

Ο Σερβετάλης από την πλευρά του, ο οποίος αποτελεί μία από τις μοναδικές περιπτώσεις σύγχρονων Ελλήνων ηθοποιών, βρήκε τις δικές του προκλήσεις σε έναν πρωταγωνιστή που φέρνει στον νου τόσο τον Καμύ όσο και τον Κάφκα. «Τέτοιοι χαρακτήρες εκφράζουν μια άμυνα απαραίτητη προκειμένου απλώς να αντέξεις το περιβάλλον στο οποίο ζεις.

Είναι μηχανισμός. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που δεν του αρέσουν οι εκπλήξεις και οι ξαφνικές αλλαγές, όμως όταν αυτό συμβαίνει γοητεύεται».

Είναι όμως η Αθήνα κατάλληλη πόλη για να φιλοξενήσει μια νεο-νουάρ αφήγηση; «Στα χέρια ενός καλλιτέχνη η Αθήνα μπορεί να πάρει πολλές όψεις – και νουάρ. Αυτή άλλωστε είναι και η μαγεία του σινεμά σε σχέση με το θέατρο. Είναι πιο εύκολο για τον καθένα να δώσει τη δική του οπτική γωνία μέσα από τον φακό», λέει ο Σερβετάλης. Ο ίδιος πάντως τα τελευταία χρόνια είναι αφοσιωμένος στο θέατρο.

To θέατρο

«Το ωραίο με το θέατρο είναι πως μπορεί να έχεις 3-4 μήνες προετοιμασίας πολύ αποδοτικούς. Προσωπικά με ελκύει μια “πειραγμένη” αναπαράσταση των έργων το θέατρο για μένα είναι ένας χώρος ποιητικής αντιμετώπισης των πραγμάτων, διαβάζεις ένα κείμενο και καταθέτεις τη δική σου εκδοχή». Αυτή η ερμηνευτική εκδοχή, που στην περίπτωση του Σερβετάλη είναι σχεδόν πάντα έντονα σωματική, είναι αντιληπτή και στο «The Waiter», με τον Ελληνα ηθοποιό να αποδίδει μοναδικά τον ρόλο, χρησιμοποιώντας περισσότερο την κινησιολογία από τον λόγο.

Οσο για την ταχύτατα αναπτυσσόμενη –κυρίως στο εξωτερικό– βιομηχανία της μικρής οθόνης, ο Σερβετάλης, που την έχει τιμήσει στο παρελθόν, δεν είναι καθόλου αρνητικός: «Θα έκανα ξανά τηλεόραση αν είχα μπροστά μου ένα σενάριο με δυνατότητες. Σίγουρα ως μέσο σου δίνει τη δυνατότητα της μεγαλύτερης διάρκειας, προλαβαίνεις να “ζεσταθείς” πιο πολύ ως ηθοποιός. Προς το παρόν στην Ελλάδα γίνεται πολύ άρπα-κόλλα το πράγμα, γυρίζουν μέσα σε δυο μέρες το κάθε επεισόδιο».

Στο εξωτερικό θα πήγαινε για τηλεόραση ή σινεμά; – πρόσφατα τον είδαμε σε μια σουηδική μικρού μήκους. «Γενικώς προτιμώ να μένω εδώ, μου αρέσει η Ελλάδα, αν και έξω σίγουρα όλα γίνονται πιο εύκολα. Εδώ είναι ψυχοφθόρο να κάνεις μια ταινία, μπορεί να χρειαστείς και 5-6 χρόνια – κάτι ανάλογο έγινε και με τον Στηβ. Εχουν μεγάλη αγάπη στο σινεμά και υπομονή όσοι το καταφέρνουν».

Κι αν τον καλούσε ο Λάνθιμος ξανά, θα πήγαινε; «Ε, για τον Γιώργο θα πήγαινα σίγουρα, ναι», απαντά γελώντας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή